Οταν ιδρύθηκε το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, το 1842 με χορηγία του Γεωργίου Σίνα, ένας από τους βασικούς σκοπούς της λειτουργίας του ήταν ο υπολογισμός και η ανακοίνωση της ώρας των Αθηνών και κατ’ επέκταση της επίσημης ώρας Ελλάδος.
Ο υπολογισμός βασιζόταν σε αστρονομικές μεθόδους. Με ένα τηλεσκόπιο, το οποίο κινούνταν πάνω στο μεσημβρινό επίπεδο, προσδιορίζονταν η ώρα της μεσουράνησης συγκεκριμένων αστέρων από τον τοπικό μεσημβρινό. Η παρατήρηση αυτή οδηγούσε στον προσδιορισμό της ώρας του συγκεκριμένου τόπου, εξηγεί η αστροφυσικός Φιόρη -Αναστασία Μεταλληνού στο ΑΠΕ.
Το πρώτο μεσημβρινό τηλεσκόπιο του Αστεροσκοπείου (Starke) κατασκευάστηκε στη Βιέννη το 1844. Τοποθετήθηκε στο κτίριο Σίνα και χρησιμοποιήθηκε για τον πρώτο προσδιορισμό των γεωγραφικών συντεταγμένων του αστεροσκοπείου και για τον προσδιορισμό της ώρας των Αθηνών. Η στέγη πάνω από το τηλεσκόπιο άνοιγε με τέτοιο τρόπο, ώστε να παρατηρούνται οι αστέρες κατά την διάβασή τους από τον μεσημβρινό.
Η μεταλλική σφαίρα και οι καμπάνες
«Ο παρατηρητής, που βρίσκονταν στον χώρο κάθε βράδυ, παρατηρούσε συγκεκριμένους αστέρες και με βάση την ώρα της μεσουράνησής τους, έλεγχε την ένδειξη ενός εκκρεμούς ακριβείας που υπήρχε δίπλα από το τηλεσκόπιο. Όταν υπήρχαν αποκλίσεις από τον χρόνο που τα αστέρια με την κίνησή τους υποδείκνυαν, διόρθωνε το ρολόι. Έτσι το εκκρεμές έδινε το σωστό χρόνο. Κάθε μεσημέρι στις 12:00 μεταλλική σφαίρα που στηρίζονταν σε ιστό, πάνω από το ύψος του θόλου του αστεροσκοπείου, έπεφτε, γινόταν ορατή από την Μητρόπολη των Αθηνών και χτυπούσαν οι καμπάνες. Η πτώση της σφαίρας σηματοδοτούσε την ώρα στη πρωτεύουσα. Το τηλεσκόπιο Starke χρησιμοποιήθηκε για τον προσδιορισμό της ώρας έως το 1900», εξηγεί η κ. Μεταλληνού στο ΑΠΕ.
Η μέτρηση του χρόνου συνεχίστηκε από μεταγενέστερο όργανο, τον μεσημβρινό κύκλο «Ανδρέα Συγγρού». Το τηλεσκόπιο αυτό ήταν δωρεά του Α. Συγγρού, κατασκευασμένο το 1896 από τον Γάλλο κατασκευαστή τηλεσκοπίων P. Gautier. Το κτίριο στο οποίο στεγάζεται μέχρι σήμερα, ανατολικά του λόφου των Νυμφών, αποτελεί έργο του αρχιτέκτονα Έρνστ Τσίλλερ.
Εκείνη την περίοδο διευθυντής του Αστεροσκοπείου διατελούσε ο καθηγητής Δημήτριος Αιγινήτης, ο οποίος διετέλεσε δύο φορές υπουργός Παιδείας και υπήρξε ο ιδρυτής της Ακαδημίας Αθηνών. Η ένταξη της χώρας μας στο παγκόσμιο χρονομετρικό σύστημα των ωριαίων ατράκτων είναι αποτέλεσμα δικής του επιμονής. Μέχρι τότε στην Ελλάδα ίσχυε ως επίσημος χρόνος, ο μέσος χρόνος της Αθήνας. Ομως, με τη σιδηροδρομική ένωση της χώρας μας με την υπόλοιπη Ευρώπη προέκυπτε άμεση ανάγκη ενοποίησης του συστήματος χρόνου της χώρας με εκείνο της υπόλοιπης Ευρώπης.
Με τις έντονες προσπάθειες του Δ. Αιγινήτη η ελληνική κυβέρνηση πείστηκε να εφαρμόσει το νέο σύστημα από τον Ιούλιο του 1916. Ο ίδιος εισήγαγε επίσης την χρήση του Γρηγοριανού ημερολογίου στην χώρα μας το 1923, το οποίο και αντικατέστησε το Ιουλιανό. Οργάνωσε στο Αστεροσκοπείο την υπηρεσία ρύθμισης των χρονομέτρων, που έδινε τον ακριβή χρόνο στον πολεμικό και τον εμπορικό στόλο της Ελλάδας, απαραίτητη πληροφορία για την εύρεση του στίγματος των πλοίων.
Ετσι, η ώρα υπολογίζονταν στο Αστεροσκοπείο, ανακοινώνονταν με την πτώση της σφαίρας και τον χτύπο από τις καμπάνες της μητρόπολης και μεταδίδονταν τηλεγραφικά προς άλλα κρατικά ιδρύματα. Η υπηρεσία του προσδιορισμού της ώρας Ελλάδος με την αστρονομική μέθοδο σταμάτησε το 1964. Σήμερα ο χρόνος καθορίζεται παγκοσμίως από τα ατομικά ρολόγια.
Τα ιστορικά τηλεσκόπια και τα εκκρεμή που χρησιμοποιήθηκαν για την Υπηρεσία Χρόνου από το Αστεροσκοπείο εκτίθενται σήμερα στους χώρους του Κέντρου Επισκεπτών του Αστεροσκοπείου στο Θησείο. Μπορεί να τα δει το κοινό κατά τη διάρκεια των ανοιχτών βραδιών, που πραγματοποιούνται όλο το χρόνο, κάθε Τετάρτη, Παρασκευή και Σάββατο.
Τις φωτογραφίες παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Φιόρη Αναστασία Μεταλληνού