Για τον κινηματογράφο του Θανάση Βέγγου - iefimerida.gr

Για τον κινηματογράφο του Θανάση Βέγγου

NEWSROOM IEFIMERIDA.GR

Αναδημοσιεύουμε από το μπλογκ radicaldesire ένα κείμενο για το αναρχικό σινεμά του Θανάση Βέγγου, κομιστή του χάους και του ανορθολογισμού στην ελληνική κωμωδία.

Το σύνολο, σχεδόν, των ελληνικών εμπορικών ταινιών των δεκαετιών 1950 και 1960 -αυτό που συχνά ονομάζουμε "χρυσή εποχή" του ελληνικού κινηματογράφου- είναι κατ' ουσία εθνογραφικό. Μ' αυτό εννοώ ότι η ματιά του είναι ματιά σε έναν άλλο -τον άλλο, κυρίως, της λαϊκής καθημερινότητας- από τη σκοπιά ενός υποκειμένου που, κοιτάζοντας, συγκροτεί τον εαυτό του σε σχέση με αυτό που η ίδια αυτή ματιά κάνει ορατό: τη λαϊκή ζωή. Η σχέση του υποκειμένου που κοιτά με το αντικείμενο που κοιτιέται είναι πάντα αμφίσημη στις ταινίες αυτές: από τη μία, είναι πρόδηλη η συμπάθεια προς τις υποτιθέμενες απλές αξίες και προτεραιότητες του "λαού", η συναισθηματική επένδυση στην γεμάτη αντιφατικότητες και αδυναμίες "ανθρωπιά" του, ο θαυμασμός για το "πηγαίο" της γλωσσικής και σωματικής του έκφρασης. Από την άλλη, ο λαός που οραματίζεται ο ελληνικός κινηματογράφος είναι ένας λαός λογοκριμένος από τις επιταγές της αστικής καθωσπρέπειας· ένας λαός που δεν θα αναγνώριζε ποτέ τον εαυτό του στα βιβλία του Ηλία Πετρόπουλου, ούτε στην "Ευδοκία" του Αλέξη Δαμιανού. Είναι ένας λαός επενδεδυμένος με μικροαστικό καθωσπρεπισμό, σεξουαλικά πουριτανικός, εργασιακά πειθαρχημένος, σωματικά καθαρός, απαλλαγμένος από τη βία και τις καταχρήσεις εκείνες που συνοδεύουν τη δυστυχία της φτώχειας ως συμπτώματα, ήδη από την εξέταση του αλκοολισμού στην ερευνητική λογοτεχνία για το προλεταριάτο του 19ου αιώνα. Είναι ένας λαός επεξεργασμένος για κατανάλωση από την ανερχόμενη μικροαστική και μεσοαστική τάξη, της οποίας το βλέμμα εμποτίζει αυτές τις ταινίες τόσο στο στάδιο της καλλιτεχνικής σύλληψης όσο και σε αυτό της θέασης.

Από τη σκοπιά των παραδοσιακών αισθητικών κριτηρίων για την "καλογυρισμένη ταινία" υπάρχουν πολλές αξιόλογες κωμωδίες στην περίοδο αυτή, και καμία τους δεν συνδέεται με το όνομα του Θανάση Βέγγου, τουλάχιστον ως πρωταγωνιστή. Οι ταινίες που συνδέθηκαν μαζί του δεν διακρίνονται ούτε για την σεναριακή αρτιότητα, ούτε για την σταθερότητα ρυθμού, ούτε για την άντληση μαθημάτων από τους καλογραμμένους κωμικούς διαλόγους Ψαθά ή Τσιφόρου. Για αυτόν όμως ακριβώς τον λόγο αποτελούν ανωμαλίες που διασώζονται από τον συνολικά μικροαστικό προσανατολισμό των τεχνικά αξιολογότερων ταινιών της εποχής. Στις ταινίες του Βέγγου δεν έχει ποτέ ρυθμιστικό ρόλο το σενάριο, αλλά το σώμα: οι μορφασμοί του, οι ισορροπίες και οι ανισορροπίες του, η βιασύνη του - η τόσο χαρακτηριστικά αντιρεαλιστική εκείνη βιασύνη σύμφωνα με την οποία ο Βέγγος τρέχει διαρκώς, ανεξαρτήτως λόγου και αιτίας.

Ως εκ τούτου, δεν παγιώνεται ποτέ η ιδεολογική θέση της μικροαστικής και μεσοαστικής ματιάς στο λαϊκό: ενώ υπάρχουν όλα τα στοιχεία ιδεολογικού συντηρητισμού στις ταινίες του σε επίπεδο περιεχομένου που απαντά κανείς και σε άλλες ταινίες της εποχής (γάμος, εργασιακή ηθική, οικογένεια, σεξουαλικός συντηρητισμός, κλπ), τα στοιχεία αυτά εμφανίζονται όχι ως πλαίσια δράσης αλλά ως λίγο-πολύ ad hoc προφάσεις, απλά ευκαιριακά "γεμίσματα" του χώρου της ταινίας που εξέχουν απ' το σώμα της σαν κάποιο κακοβαλμένο καρφί στον τοίχο. Ενώ στις υπόλοιπες κωμικές ταινίες της εποχής η "ατάκα" πηγάζει οργανικά μέσα από την συνεχιζόμενη ροή του διαλόγου, στις ταινίες του Βέγγου η ατάκα είναι συχνότατα εκτροχιασμένη, σουρεαλιστική, εκτός μυθοπλαστικού τόπου και χρόνου. Το (κλασικό) σινεμά του Βέγγου δεν σε μαθαίνει απολύτως τίποτε "για το λαό", για το λαϊκό ήθος ή τις λαϊκές αδυναμίες. Αποτελεί (ιδιαίτερα στις πρώτες ταινίες όπου είχε τον πλήρη δημιουργικό έλεγχο) ένα ιδιόμορφο εγχείρημα ανάλογο με αυτό στις ταινίες του Τατί στη Γαλλία, των αδερφών Μαρξ, ή του πρώιμου Τσάπλιν: ένα σινεμά που ασφυκτιά με το ρεαλισμό, που πριμοδοτεί το εκκεντρικό ή το ανορθολογικό σώμα, που στερείται ομαλής γραμμικής αφήγησης και καλοβαλμένης "πλοκής".

Για αυτό τον λόγο, η λαϊκή αναγνώριση, και ακόμα και λατρεία, προς τον Θανάση Βέγγο δεν είναι αναγνώριση για το άρτιο της αναπαράστασης "της λαϊκής εμπειρίας". Είναι μάλλον εύσημο για την δυνατότητά του να αναγνωρίσει την άναρχη εκκεντρικότητα, την μη αναπαραστασιμότητα, της λαϊκής υποκειμενικότητας. Σε αντίθεση με όλους τους άλλους, ο Βέγγος δεν εθνογραφεί κανένα "λαό", με συμπάθεια ή όχι· προσφέρει στον λαό το παράφορο της δικής του κωμικής υπόστασης, την αναρχική του ελευθερία, την χωρίς κανένα εργαλειακό στόχο εγρήγορση ενός σώματος μπροστά από το τελικά ακατανόητο της καθημερινής ζωής. Όχι τυχαία, τα "μορφωμένα" στρώματα της αστικής τάξης δεν τον συμπάθησαν ποτέ ιδιαίτερα ως κωμικό.

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο 
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Tο iefimerida.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ