200 χρόνια ζωής κλείνει φέτος ένα από τα πιο αγαπημένα χριστουγεννιάτικα τραγούδια στον κόσμο, η «Άγια Νύχτα», που έχει μεταφραστεί σε εκατοντάδες γλώσσες.
Αλλά ποια είναι η ιστορία της;
Την παραμονή των Χριστουγέννων του 1818 δύο άνδρες με μια μικρή κιθάρα μπήκαν σε μια εκκλησία στο Όμπερντορφ της Αυστρίας, έτοιμη να ψάλλουν ένα νέο χριστουγεννιάτικο τραγούδι.
Ήταν μια εποχή δύσκολη για το χωριό κοντά στο Σάλτσμπουργκ, που προσπαθούσε -όπως κι η υπόλοιπη κεντρική Ευρώπη – να συνέλθει λίγο μετά τη λήξη των ναπολεόντειων πολέμων κι οι περισσότεροι κάτοικοι του οποίου εργάζονταν στον ποταμό Σάλτσαχ, επανδρώνοντας τις φορτηγίδες που μετέφεραν αλάτι.
Μόλις δύο χρόνια νωρίτερα, το ολέθριο ««Έτος χωρίς καλοκαίρι» του 1816 -από την ηφαιστειακή τέφρα από την Ινδονησία που έφθασε στην Ευρώπη – είχε φέρει λιμό και απόγνωση στους πληθυσμούς.
Αλλά το φθινόπωρο της ίδιας εκείνης χρονιάς, ένας νεαρός καθολικός ιερέας ονόματι Γιόζεφ Μορ είχε γράψει ένα χριστουγεννιάτικο ποίημα έξι στροφών που άρχιζε με τα λόγια “Stille Nacht, Heilige Nacht”...
Δύο χρόνια αργότερα ο πατήρ Μορ επιστράτευσε έναν φίλο του, ντόπιο δάσκαλο και μουσικό, τον Φραντς Γκρούμπερ, να γράψει μια μελωδία για το ποίημά του, ώστε να μπορεί να ερμηνευτεί με κιθάρα τα Χριστούγεννα, καθώς το εκκλησιαστικό όργανο του ναού είχε πάθει ζημιές από τα ποντίκια και την υγρασία.
Μέσα σε μια μέρα ο Γκρούμπερ ολοκλήρωσε τη σύνθεσή του, και την παραμονή των Χριστουγέννων, ημέρα Πέμπτη, οι δύο άνδρες έψαλλαν πριν από ακριβώς 200 χρόνια στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου για πρώτη φορά την πιο αγαπημένη χριστουγεννιάτικη μελωδία όλων των εποχών.
«Συμβαίνει συχνά, τραγούδια που συνθέτουν άνθρωποι σε εποχές μεγάλης αναστάτωσης και δύσκολων συγκυριών να έχουν κάτι το ανθρώπινο. Κι αυτό βρίσκει απήχηση πέρα από τα στενά γεωγραφικά, πολιτισμικά ή πολιτισμικά πλαίσια της εποχής αυτής», λέει η επίκουρη καθηγήτρια μουσικολογίας του Πανεπιστημίου της Φλόριντα, Σάρα Άγιερλι.
Από το 1818 η «Άγια Νύχτα» έχει μεταφραστεί από τα γερμανικά σε πάνω από 300 γλώσσες, ενώ υπάρχουν τουλάχιστον 12 διαφορετικές μεταφράσεις στα Αγγλικά. Η μελωδία της αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τηλεοπτικές εκπομπές, ντοκιμαντέρ, ταινίες κινουμένων σχεδίων, ενώ το 1914, στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, στρατιώτες των συμμαχικών δυνάμεων και οι αντίπαλοί τους Γερμανοί, που σκοτώνονταν λίγες ώρες νωρίτερα στα χαρακώματα του Δυτικού Μετώπου έψαλαν την «Άγια Νύχτα» στη διάρκεια της αυθόρμητης «Εκεχειρίας των Χριστουγέννων».
Υπάρχουν εκδοχές heavy metal και γκόσπελ του τραγουδιού, ενώ το έχουν ερμηνεύσει μεγάλοι μουσικοί από τον Bing Crosby μέχρι τον Έλβις Πρίσλεϊ.
Η «Άγια Νύχτα» όπως την ερμήνευσε ο Bing Crosby
Αλλά εκείνο που εξακολουθεί να μαγεύει είναι οι στίχοι του τραγουδιού και η γλυκιά, κατανυκτική μελωδία συνοδεία κιθάρας.
«Ο Μορ ήταν κιθαρίστας», λέει η Άγιερλι. «Η κιθάρα είναι πολύ πιο προσιτό όργανο για το λαό απ’ ό,τι το εκκλησιαστικό όργανο και για ένα τραγούδι σαν κι αυτό θα ήταν πιο εύκολο να ερμηνευτεί μ’ ένα έγχορδο, όπως η κιθάρα».
Ο Μορ κι ο Γκρούμπερ το ερμήνευσαν πιθανότατα ως ντουέτο, αλλά μέχρι σήμερα παραμένει μυστήριο γιατί δεν έγραψε ο ίδιος εφημέριος τη μελωδία, αφού ήταν ταλαντούχος βιολονίστας και κιθαρίστας.
Ο Γκρούμπερ, πάντως, επέλεξε ένα ειδικό μουσικό στυλ, τη Siciliana, «μια ιταλική φόρμα τραγουδιού, λίαν δημοφιλή τον 17ο και τον 18ο αιώνα, που μιμείτο τον ήχο του νερού και συνδεόταν με τους γονδολιέρηδες της Βενετίας και τους ψαράδες του ιταλικού νότου», εξηγεί η μουσικολόγος.
Αλλά γιατί επέλεξε ο Γκρούμπερ αυτό το συγκεκριμένο στιλ; «Πιστεύω επειδή οι περισσότεροι ενορίτες που άκουσαν το τραγούδι εκείνη τη βραδιά εργάζονταν στο ποτάμι είτε ως καπετάνιοι είτε ως μέλη του πληρώματος των φορτηγίδων. Δεν μπορώ να το αποδείξω, αλλά αυτό συμπεραίνω, ότι αντανακλούσε τον ήχο των υδάτων και συνδεόταν με την καθημερινότητα των ανθρώπων», λέει η Άγιερλι.
Η «Άγια Νύχτα» διαδόθηκε ταχύτατα στη Γηραιά Ήπειρο κι έφθασε στις ΗΠΑ, όπου το τραγούδησε για πρώτη φορά, σύμφωνα με την παράδοση, μια ομάδα Αυστριακών τραγουδιστών, οι Ranier Singers στο ναό της Αγίας Τριάδας στη Γουόλ Στριτ ανήμερα των Χριστουγέννων του 1839.
Αλλά και η εξάχορδη κιθάρα του Μορ γλίτωσε απ’ τον καταλύτη χρόνο. Επί ένα διάστημα κρεμόταν στον τοίχο μιας ταβέρνας και αργότερα, στη διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, την είχαν μεταφέρει σ’ ένα ορυχείου αλατιού για να την προστατέψουν. Τη δεκαετία του 1960 – και αργότερα το 1976- μεταφέρθηκε για περιοδεία στις ΗΠΑ, και τώρα εκτίθεται στο Μουσείο «Άγιας Νύχτας» στο Χάλαϊν της Αυστρίας, στις όχθες του ποταμού Σάλτσας, περίπου 30 χλμ. νοτίως του ΄Ομπερντορφ.