Αυξημένη κίνηση παρουσιάζεται από την αρχή της εβδομάδας στη Βαρβάκειο Αγορά με τους καταναλωτές να έχουν περάσει πλέον από τις διερευνητικές βόλτες στην αγορά των απαραίτητων για το εορταστικό τραπέζι των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς.
Οι κρεοπώλες εμφανίζονται ικανοποιημένοι καθώς, όπως σημειώνουν, φέτος πολλοί ήταν αυτοί που προτίμησαν να προχωρήσουν στις αγορές τους αρκετές ημέρες πριν τις γιορτές, ωστόσο αναμένουν περαιτέρω αύξηση στην κίνηση όσο πλησιάζουμε στην ημέρα των Χριστουγέννων.
Άλλωστε, παραδοσιακά η μείωση των τιμών στο παρά πέντε αποτελεί επιπλέον κίνητρο για καταναλωτές που κυνηγούν τις προσφορές. Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Βαρβακείου Αγοράς Κλεάνθης Τσιρώνης, τονίζει ότι η γαλοπούλα έχει πλέον χάσει την... πρωτοκαθεδρία στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι:
«Η γαλοπούλα δεν πρωταγωνιστεί. Ήταν ένα έθιμο κάποτε. Τώρα προτιμούνται όλα τα αλλά είδη, μοσχάρι, χοιρινό, αρνί, κατσίκι, αγριογούρουνο, κόκορας και το κλαδικό κοτόπουλο. Άρα βλέπουμε ότι υπάρχει μεγάλη δυνατότητα οικονομικής επιλογής για ένα ευχάριστο χριστουγεννιάτικο τραπέζι».
Ενδεικτικά, σήμερα, τέσσερις ημέρες πριν τα Χριστούγεννα, η τιμή της γαλοπούλας στη Βαρβάκειο διαμορφώνεται στα έξι με επτά ευρώ το κιλό, του χοιρινού στα τρία με τέσσερα ευρώ το κιλό, ενώ συνολικά το κόστος του εορταστικού γεύματος υπολογίζεται ότι κυμαίνεται περίπου στα 90 με 100 ευρώ.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τις τιμοληψίες της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή -οι οποίες πραγματοποιήθηκαν το πενθήμερο μεταξύ 13ης και 15ης Δεκεμβρίου σε καταστήματα πώλησης τροφίμων σε επτά πόλεις της χώρας- ένα πλήρες τυπικό τραπέζι με πουλερικά κοστίζει φέτος 96,65 ευρώ, ενώ αντίστοιχα το τραπέζι με κυρίως πιάτο χοιρινό κοστίζει 99,33 ευρώ.
Στις τιμοληψίες περιλαμβάνονται γαλοπούλες εισαγωγής ή ντόπιες (με τις δεύτερες να είναι ελαφρώς ακριβότερες φέτος σε σχέση με πέρυσι), χοιρινά κρέατα, γλυκα (κουραμπιέδες, μελομακάρονα, βασιλόπιτα), οπωροκηπευτικά και πατάτες.
Πάντως, όπως σημειώνει η γενική γραμματεία Εμπορίου, στις τιμές και στην ποιότητα των αγαθών εμφανίζονται διακυμάνσεις και οι καταναλωτές που θα επιλέξουν προσεκτικά τις αγορές τους, μπορούν να έχουν σημαντικό οικονομικό όφελος που αγγίζει ακόμα και τα 75 ή και τα 100 ευρώ.