Η Γερμανία μείωσε το όριο που απαιτείται προκειμένου να ξεκινά έρευνα σχετικά με την αγορά ποσοστών σε εταιρίες από μη ευρωπαϊκές επιχειρήσεις προκειμένου να προστατεύσει κρίσιμης σημασίας υποδομές, όπως ανακοίνωσε σήμερα κυβερνητικός αξιωματούχος, σε μια κίνηση με στόχο να αποτραπούν ανεπιθύμητες εξαγορές από Κινέζους επενδυτές.
Το υπουργικό συμβούλιο της καγκελαρίου Άγγελα Μέρκελ συμφώνησε να μειώσει στο 10% από το 25% προηγουμένως το ποσοστό συμμετοχής σε μια εταιρία, βάσει του οποίου μπορεί να παρέμβει το Βερολίνο σε ορισμένους κλάδους, επικαλούμενο λόγους δημόσιας ασφάλειας.
Στόχος της κίνησης είναι να αντιμετωπιστούν οι αυξανόμενες ανησυχίες ότι κινεζικές κρατικές εταιρίες αποκτούν υπερβολικά μεγάλη πρόσβαση σε κρίσιμης σημασίας τεχνολογίες στη Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ το Πεκίνο προστατεύει τις δικές του εταιρίες απέναντι σε εξαγορές από ξένες επιχειρήσεις.
Από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του τον Μάρτιο, ο υπουργός Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ έχει κατ’ επανάληψη τονίσει ότι η Γερμανία θέλει να παραμείνει μια οικονομία ελεύθερης αγοράς, που είναι ανοικτή σε ξένες άμεσες επενδύσεις. Παράλληλα, θέλει η Κίνα να εξασφαλίσει ίσους όρους ανταγωνισμού στις οικονομικές σχέσεις και έχει προειδοποιήσει πως η κυβέρνηση έχει καθήκον να προστατεύει κρίσιμης σημασίας υποδομές όπως τα δίκτυα ενέργειας και επικοινωνιών.
Η Γερμανία εισήγαγε το αρχικό όριο του 25% το 2004 και διεύρυνε τις εξουσίες της σε ό,τι αφορά την άσκηση βέτο το 2017. Τα μέτρα έχουν στόχο να προστατευθούν ζωτικής σημασίας υποδομές όπως η παροχή ενέργειας, η ύδρευση, οι τηλεπικοινωνίες, οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και οι μεταφορές.
Με τους νέους κανόνες, η κυβέρνηση προσέθεσε επίσης ορισμένα δίκτυα μέσων ενημέρωσης στον κατάλογο με τις εταιρίες που θεωρούνται ότι έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη δημόσια ασφάλεια.