Το κατέβασμα του διακόπτη ρεύματος στη Χαλυβουργική επικυρώνει το τέλος της βαριάς βιομηχανίας στη χώρας μας, την μετατροπή αυτών σε «εμπορευματικά κέντρα» και εντείνει την ανασφάλεια των εργαζομένων.
Αυτό σχολιάζει η Δημοκρατική Συμπαράταξη σχολιάζοντας τις εξελίξεις στη Χαλυβουργική. Σε σχετική δήλωση επισημαίνεται ότι «αντί για σταθεροποίηση και ανάπτυξη με το «τέλος των μνημονίων», η χώρα βυθίζεται ακόμη περισσότερο στην αποβιομηχάνιση, την παραγωγική συρρίκνωση, την ανεργία.
Μπορεί η αφορμή για τα «σβηστά φώτα» της Χαλυβουργικής να είναι η δικαστική διένεξη στην μετοχική πυραμίδα, αλλά είναι η απουσία ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης (Οικοδομή, Ελληνικό κ.α.) που καθηλώνει την παραγωγική διαδικασία. Η προοπτική των αντίστοιχων μονάδων είναι πλέον η μετατροπή τους με εμπορευματικά κέντρα», τονίζει και προσθέτει:
«Η εξέλιξη αυτή πλήττει δυσανάλογα την πληγωμένη Δυτική Αττική, πόσο μάλιστα αν συνυπολογιστούν τα Ναυπηγεία και οι άλλες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που έβαλαν λουκέτο στην περιοχή προκαλώντας υψηλή ανεργία και μαζική φτωχοποίηση στην Ελευσίνα, τον Ασπρόπυργο, την Μάνδρα κ.α. Ταυτόχρονα, αντί για σταθερές σχέσεις εργασίας, για 8ωρο και ικανοποιητικό μισθό, έχουμε το φάσμα της ανεργίας και την ελαστική εργασία, το παρτ τάιμ και την υποχρεωτική μερική αμοιβή.
Το Κίνημα Αλλαγής καλεί την κυβέρνηση να σταματήσει να πριμοδοτεί τη μείωση της ανεργίας μέσα από τα 4ωρα και τις ελαστικές θέσεις εργασίας που αποτελούν το 55% των νέων θέσεων εργασίας. Οι ανάγκες τις οικογένειας απαιτούν σταθερή απασχόληση και πλήρη αμοιβή. Η μερική απασχόληση πρέπει να είναι επιλογή του εργαζομένου και μόνο προσωρινή-μεταβατική λύση στην ανεργία.
Το Κίνημα Αλλαγής έχει εκπονήσει ένα συγκεκριμένο Σχέδιο Νόμου προκειμένου να πάρει εμπρός η Οικονομία και η Κοινωνία με σαφή και ευνοϊκά κίνητρα ενίσχυσης της απασχόλησης, με την φορο-απαλλαγή του 150% του εργατικού κόστους για τις επιχειρήσεις, την κατάρτιση και την επιδότηση της απασχόλησης, ιδιαίτερα των νέων, των γυναικών και των μακροχρόνια ανέργων.
Ταυτόχρονα δεσμευόμαστε για την μείωση του κόστος ενέργειας ώστε τα ελληνικά προϊόντα να γίνουν ανταγωνιστικά διεθνώς.»