Η ψηφιακή μαστογραφία έχει αυξημένες ικανότητες διάγνωσης του καρκίνου του μαστού σε σχέση με την παλαιότερης τεχνολογίας μαστογραφία σε φιλμ, επιβεβαιώνει μια νέα βρετανική επιστημονική έρευνα.
Η ψηφιακή μαστογραφία άρχισε να χρησιμοποιείται κλινικά πριν από περίπου 15 χρόνια και έκτοτε, χάρη στα συγκριτικά πλεονεκτήματά της, κερδίζει συνεχώς έδαφος έναντι της παραδοσιακής μαστογραφίας.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την ακτινολόγο Ροζαλίντ Γκίβεν-Ουίλσον του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Σεντ Τζορτζ του Λονδίνου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Radiology» της Ακτινολογικής Εταιρείας της Β. Αμερικής, ανέλυσαν στοιχεία για 11,3 εκατ. μαστογραφίες σε γυναίκες 45 έως 70 ετών.
«Η ποιότητα της εικόνας χάρη στην ψηφιακή μαστογραφία είναι βελτιωμένη σε σχέση με την παραδοσιακή μαστογραφία. Ιδίως, επιτρέπει να δει κανείς μέσω πυκνότερου ιστού, καθώς επίσης να προσαρμόσει την εικόνα», δήλωσε η Γκίβεν-Ουίλσον.
Διαπιστώθηκε ότι η ψηφιακή μαστογραφία βελτιώνει κατά 14% περίπου την ανίχνευση των όγκων στους μαστούς. Ειδικότερα, στην ηλικιακή ομάδα 45 έως 52 ετών και σε γυναίκες που έκαναν την πρώτη μαστογραφία τους, η ψηφιακή μαστογραφία πετυχαίνει 19% καλύτερη διάγνωση του καρκίνου του μαστού.
Η ψηφιακή μαστογραφία αυξάνει την ανίχνευση μερικών τύπου καρκίνου περισσότερο από ό,τι άλλων. Ανώτερη είναι η ψηφιακή μαστογραφία στην ανίχνευση καρκίνων αρχικού (πρώτου και δευτέρου) σταδίου που είναι επιθετικοί και, αν επεκταθούν, μπορούν να απειλήσουν τη ζωή της ασθενούς, γι' αυτό η έγκαιρη διάγνωσή τους είναι ζωτική, ώστε να υπάρξει θεραπεία τους νωρίς. Δεν υπερτερεί, όμως, όσον αφορά τους πιο προχωρημένους καρκίνους τρίτου σταδίου, που είναι πιθανότερο να κάνουν μεταστάσεις.