Η αποκατάσταση των εκτεταμένων ζημιών στη Θεολογική Σχολή, που προκάλεσαν άτομα από τον αντιεξουσιαστικό χώρο στα επεισόδια την 6ης Δεκεμβρίου, ημέρας κινητοποιήσεων για τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο, αλλά και ο τρόπος που οι πανεπιστημιακές αρχές χειρίστηκαν την κατάσταση, ήταν το θέμα έκτακτης συνεδρίασης της Συγκλήτου του ΑΠΘ, που πραγματοποιήθηκε χθες το μεσημέρι.
Στο κείμενο- απόφαση που εκδόθηκε, η Σύγκλητος του ΑΠΘ εκφράζει την «οδύνη και οργή της πανεπιστημιακής κοινότητας για τις πρωτοφανείς σε έκταση καταστροφές και κλοπές που έγιναν στο κτίριο της Σχολής», καθώς και την «έντονη διαμαρτυρία της, γιατί το ελληνικό Πανεπιστήμιο εξακολουθεί να θεωρείται χώρος εκτόνωσης της παραβατικότητας ακραίων ομάδων».
Παράλληλα, εξαίρει την εθελοντική δράση των φοιτητών της Θεολογικής Σχολής, για τον καθαρισμό του κτιρίου και την αποκατάσταση των ζημιών, «γιατί με την πράξη τους αυτή ανέδειξαν τη φωτεινή πλευρά του Πανεπιστημίου».
Σε ό,τι αφορά τους σχετικούς χειρισμούς της Διοίκησης του Πανεπιστημίου η Σύγκλητος απεφάνθη πως ήταν οι ενδεδειγμένοι «μέσα στα πλαίσια που έχει καθορίσει η Σύγκλητος και προβλέπει ο Νόμος».
Σημειώνει δε ότι «η έγγραφη ενημέρωση των Αρχών για την κατάληψη της Θεολογικής Σχολής έγινε έγκαιρα και ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη η τακτική συνεδρίαση της Συγκλήτου» και παρατηρεί πως «η αποχώρηση των δραστών έγινε ελάχιστα λεπτά μετά την είσοδο ολιγάριθμων σχετικά αστυνομικών δυνάμεων στον περίβολο του ΑΠΘ, χωρίς να χρειασθεί κάποια ιδιαίτερη επιχειρησιακή δράση», διαπιστώνοντας ότι «η καταφανής αποτελεσματικότητα της δημόσιας δύναμης θα πρέπει να αποτελεί οδηγό για την καλύτερη προστασία των πανεπιστημιακών κτιρίων και την αποτροπή παρόμοιων καταστροφών στο μέλλον».
Το ΑΠΘ ζητεί από το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων έκτακτη χρηματοδότηση για να καλύψει το κόστος της αποκατάστασης των ζημιών και του κλαπέντος εξοπλισμού, σύμφωνα με την αναλυτική έκθεση που θα αποσταλεί.
Εξάλλου, αναφορικά με τη συντονισμένη επιχείρηση της αστυνομίας της 11.12.2018, με στόχο την πάταξη της εμπορίας ναρκωτικών στους χώρους του ΑΠΘ και τις όμορες περιοχές η Σύγκλητος εκφράζει την ικανοποίησή της, καθώς εκτιμά πως «το πλήγμα που δέχτηκαν οι οργανωμένες συμμορίες που λυμαίνονταν την πανεπιστημιούπολη φαίνεται πως είναι καίριο», επισημαίνοντας όμως και ότι «δεν πρέπει να είναι αποσπασματικό».
Επιπρόσθετα, η Σύγκλητος αποφάσισε «να δημοσιοποιήσει το πρόβλημα, τόσο στην ελληνική κοινωνία όσο και σε διεθνή fora, με παραστάσεις, έγγραφα, αλλά και υιοθετώντας μόνιμα ειδική προσθήκη στον λογότυπο της αλληλογραφίας εσωτερικού του ΑΠΘ (Το ΑΠΘ ζητά την προστασία της Πολιτείας από τα φαινόμενα βίας και ανομίας), εξετάζοντας ακόμη και το ενδεχόμενο αιτήματος δικαστικής προσφυγής του Πανεπιστημίου, για την αποκατάσταση ιδίως της θεμελιώδους ηθικής βλάβης της ακαδημαϊκής του υπόστασης».
Προκειμένου να διευκολυνθεί η σε βάθος εκατέρωθεν κατανόηση των διαστάσεων του προβλήματος και να συμφωνηθούν τα απαιτούμενα μέτρα για την αντιμετώπισή του η Σύγκλητος θα επιδιώξει «συνάντηση με τους εκπροσώπους των αρμόδιων Υπουργείων, της Εισαγγελίας και της δημόσιας δύναμης».