Η υπόθεση του ξυλοδαρμού του 19χρονου Αλβανού που κατηγορείται για το έγκλημα στη Ρόδο με τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη άνοιξε τη συζήτηση περί άγραφων νόμων στις φυλακές.
Η πρώτη φορά που η κοινή γνώμη είχε δει πλάνα από αντίποινα κρατουμένων ήταν στην υπόθεση Δουρή που είχε συγκλονίσει την Ελλάδα στα τέλη του 1993. Μετά το αρχικό σοκ της υπόθεσης έρχεται το δεύτερο. Ο Μανώλης Δουρής ομολογεί ότι εκείνος κακοποίησε και δολοφόνησε τον 6 ετών γιο του.
Ο Δουρής συλλαμβάνεται, καταδικάζεται από τη Δικαιοσύνη, αλλά στη συνέχεια κακοποιείται από τους συγκρατούμενούς του.
Υπενθυμίζεται πως μετά την απόφαση του δικαστηρίου οι τρόφιμοι των φυλακών της Τρίπολης απειλούν με εξέγερση σε περίπτωση που μεταφερθεί εκεί ο παιδοκτόνος. Έτσι, οι Αρχές αποφασίζουν να τον οδηγήσουν στις φυλακές υψίστης ασφαλείας της Κέρκυρας, όπου είχε διαμορφωθεί ειδικός χώρος για την κράτησή του. Κατά τη μεταγωγή του, ο Δουρής ξυλοκοπείται από τους υπόλοιπους κρατούμενους. Όταν κατεβαίνει από την κλούβα, το πρόσωπό του είναι αλλοιωμένο.
Ο ξυλοδαρμός του Δουρή
Λέγεται πως στη διαδρομή κακοποιήθηκε, βιάστηκε και ξυλοκοπήθηκε από τους βαρυποινίτες, που τήρησαν τον άγραφο νόμο της φυλακής, σύμφωνα με τον οποίο οι παιδοκτόνοι δεν συγχωρούνται. Η κακοποίησή του, όμως, συνεχίζεται και μέσα στη φυλακή. Το κλίμα είναι τόσο βαρύ εναντίον του, που οι Αρχές αναγκάζονται να τον μετακινούν συνέχεια. Μέσα σε δύο χρόνια ο Δουρής αλλάζει τέσσερα διαφορετικά σωφρονιστικά ιδρύματα.
Τελικά στις 24 Φεβρουαρίου του 1996, σχεδόν δύο χρόνια μετά τη δολοφονία του γιου του, ο Μανώλης Δουρής δίνει τέλος στη ζωή του μέσα στο κελί του στις φυλακές της Τρίπολης. Οι φύλακες τον βρίσκουν κρεμασμένο με το καλώδιο της τηλεόρασης.