Η Φαλκονέρα ή κατά τους Έλληνες ναυτικούς Γερακούλια, είναι ακατοίκητη βραχονησίδα του Μυρτώου πελάγους στο νότιο Αιγαίο, η οποία έγινε γνωστή για το πολύνεκρο ναυάγιο του πλοίου «Ηράκλειον».
Η λέξη προέρχεται από την ιταλική Falconeria, δηλαδή γερακότοπος.
Απέχει 42 ναυτικά μίλια ΒΑ από το ακρωτήριο Μαλέας και 25 μίλια Δ-ΒΔ από τη Μήλο. Θεωρείται σημαντικότατη για τη ναυσιπλοΐα, δεδομένου ότι βρίσκεται ακριβώς επί των διεθνών θαλάσσιων γραμμών Μαλέα-Σμύρνης και Πειραιά-Χανίων, αλλά και αρκετά επικίνδυνη (ιδίως για τα ιστιοφόρα «εν γαλήνη και άπνοια») εξαιτίας των ισχυρών ρευμάτων στη γύρω θαλάσσια περιοχή.
Η επικινδυνότητα, έχει να κάνει με το ότι κοντά στο νοτιοανατολικό άκρο της (Παναγία των ρευμάτων), συναντιούνται δυο θαλάσσια ρεύματα διαφορετικών διευθύνσεων και σχηματίζουν δίνες. Έχει μήκος 2 ν.μ. και πλάτος 1 ν.μ. Το μέγιστο υψόμετρο της είναι 183 μ.
Στο ανατολικό άκρο της νησίδας, ονομαζόμενο Παναγιά των ρευμάτων, υπάρχει αυτόματος φάρος τύπου Δαλέν-Άγκα με φωτοβολία 23 μιλίων. Το 1941 οι γερμανικές δυνάμεις Κατοχής τον ανατίναξαν και συνέπεια υπήρξε ένα πλήθος ναυαγίων. Μετά την Απελευθέρωση, ο φάρος επισκευάσθηκε για την αποκατάσταση της λειτουργίας του.
Ανήκει διοικητικά στο δήμο Σπετσών. Η Φαλκονέρα εντάσσεται στο πανευρωπαϊκό δίκτυο προστασίας της φύσης Natura 2000, υπό τον κωδικό A GR3000011 με τις δύο άλλες απομονωμένες νησίδες του Μυρτώου πελάγους, τη Βελοπούλα και τις Ανάνες Μήλου.
Το ναυάγιο που στιγμάτισε τη Φαλκονέρα
Στις 8 Δεκεμβρίου 1966 σημειώθηκε στη θαλάσσια περιοχή της Φαλκονέρας το πολύνεκρο ναυάγιο του πορθμείου πλοίου «Ηράκλειον», με 273 θύματα. Είχε προηγηθεί μία 15ετία νωρίτερα, ξημερώματα της 6ης Οκτωβρίου 1951, η πρόσκρουση λόγω παρέκκλισης πορείας του ατμόπλοιου «Αδρίας» στη βραχονησίδα, με επιτυχή αποβίβαση σε απόκρημνο σημείο της, παρά τη σφοδρή κακοκαιρία, επιβατών και πληρώματος (υπήρξε πάντως αναφορά για μία απώλεια).