«Η συνταγματική αναθεώρηση δεν αποτελεί πανάκεια, ούτε μπορεί από μόνη της να οδηγήσει στην υπέρβαση των σημερινών αδιεξόδων» επισημαίνει ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, Θανάσης Θεοχαρόπουλος στην απάντησή του προς την επιστολή -πρόσκληση που του είχε απευθύνει ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας.
«Είναι, επιτέλους, αναγκαίο να μιλήσουμε με ειλικρίνεια, καθώς η καθαρή έξοδος -στην οποία αναφέρεστε- δεν υπάρχει, η χώρα χρειάζεται μία ολοκληρωμένη στρατηγική εξόδου από την κρίση με παραγωγή νέου πλούτου και δίκαιη διανομή του για τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων» τονίζει.
Στην αναλυτική απάντησή του στον πρωθυπουργό, ο κ. Θεοχαρόπουλος σημειώνει τις διαφωνίες της ΔΗΜΑΡ και του Κινήματος Αλλαγής, τόσο για το περιεχόμενο των προτάσεων του ΣΥΡΙΖΑ όσο και για τη τακτική που ακολουθεί σχετικά με την αναθεώρηση του Συντάματος.
«Η συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση, δυστυχώς, διεξάγεται σε ένα ζοφερό κλίμα απαξίωσης και προσπάθειας ποινικοποίησης της πολιτικής αντιπαράθεσης. Αυτό το κλίμα δεν έχει καμία σχέση με το κλίμα συναίνεσης που απαιτείται για τη συνταγματική αναθεώρηση, μακριά από την τεχνητή πόλωση και τις σκοπιμότητες.
Και επειδή αναφέρομαι σε σκοπιμότητες, δεν θα μπορούσα βεβαίως παρά να επισημάνω ότι η διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης έρχεται στη Βουλή την ύστατη ώρα, λίγο πριν την εκπνοή της θητείας της κυβέρνησής σας, γεγονός που καθιστά εξ αντικειμένου δύσκολη την επίτευξη ευρύτερων συναινέσεων» τονίζει ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ και παραθέτει αναλυτικά τις κυβερνητικές εξωθεσμικές -όπως επισημαίνει- ενέργειες, στις οποίες προέβη από την αρχή της θητείας της.
«Δεν προχωρήσατε άμεσα ούτε καν όταν κατέθεσε σχετική πρόταση δημοσίως το Κίνημα Αλλαγής, στις αρχές του 2018. Συνεπώς, ο κίνδυνος στον οποίο αναφέρεστε στην επιστολή σας για "τις δουλείες του βραχέους πολιτικού χρόνου" είναι πράγματι υπαρκτός λόγω της ένταξης του κρίσιμου αυτού θέματος σε σκοπιμότητες προεκλογικές αλλά και μετεκλογικές» υπογραμμίζει ο κ .Θεοχαρόπουλος.
Επίσης, εξηγεί αναλυτικά την πλήρη διαφωνία για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από τον λαό, τη μη αναθεώρηση του άρθρου 16, τη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων με λαϊκή πρωτοβουλία ακόμη και για τον διαχωρισμό των σχέσεων Εκκλησίας-Κράτους, καθώς «η προτεινόμενη από την κυβέρνησή σας αναθεώρηση βρίσκεται μακριά ακόμη και από τους διακριτούς ρόλους. Η ατολμία της πρότασης λόγω του ενδεχόμενου πολιτικού κόστους είναι προφανής».
Ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ τονίζει στον πρωθυπουργό ότι «θα συνεχίζουμε να παρουσιάζουμε τις αναλυτικές μας προτάσεις στον δημόσιο διάλογο, και μέσα από το Κίνημα Αλλαγής, αλλά και στον διάλογο που θα ακολουθήσει στη Βουλή».
«Αυτό που επιχείρησα, όμως, να καταδείξω και να υπογραμμίσω με την παρούσα επιστολή μου είναι η σοβαρότητα, η ευαισθησία και η πολυπλοκότητα ενός ζητήματος όπως η συνταγματική αναθεώρηση. Έχουμε ήδη καθυστερήσει. Να μη χαθεί άλλη μία ευκαιρία για μία γενναία και ρηξικέλευθη συνταγματική αναθεώρηση, για ζητήματα που έχουν ωριμάσει στην ελληνική κοινωνία, για μεταρρυθμίσεις που κινούνται πλέον στη σφαίρα του αυτονόητου, για ένα σύγχρονο Σύνταγμα μίας σύγχρονης Ελλάδας».