Έναν μικρό στρατό θυμίζουν τα μέλη της «Μάρα Σαλβατρούτσα» που κρατούνται στις φυλακές υψίστης ασφαλείας του Σιουδάδ Μπάριος στο Ελ Σαλβαδόρ.
Ηλικίας 18 έως 40 ετών, με ξυρισμένα κεφάλια και τα κορμιά τους γεμάτα τατουάζ... Πολλοί εξ’ αυτών έχουν βάψει αρκετές φορές τα χέρια τους με αίμα. Άλλοι βρίσκονται εκεί λόγω «συμμετοχής σε τρομοκρατική οργάνωση», όπως έχει χαρακτηρίσει εδώ και τρία χρόνια τις συμμορίες ο νομοθέτης.
Οι σκληροί, άγραφοι κανόνες της MS, όπως αποκαλείται εν συντομία η «Μάρα Σαλβατρούτσα» ισχύουν και στη φυλακή. Τα μέλη της κάθονται σιωπηλά στο γυμνό πάτωμα, τηρώντας πειθαρχία. Μόνον ο palabrero τους, ο εκπρόσωπος και αρχηγός τους, ο 40χρονος Κάρλος Ροντρίγκεζ έχει το δικαίωμα να μιλά στους εκπροσώπους του Τύπου. «Δεν έχουμε τίποτε εδώ, ούτε φάρμακα, ούτε είδη υγιεινής, αθλητικό εξοπλισμό ή μπάλες. Δεν υπάρχει τίποτε για να μάθουμε κάτι, να ασχοληθούμε με τον πολιτισμό ή τη θρησκεία. Αντί να τριγυρνάμε άπραγοι μέσα στη μονότονη καθημερινότητα θα μπορούσαμε να κάνουμε κάτι θετικό, παραγωγικό που ίσως άλλαζε την νοοτροπία μας και την εικόνα που έχουν οι άλλοι για μας, ότι είμαστε χαμένη υπόθεση...», λέει.
Ο Κάρλος έχει καταδικαστεί σε 81 χρόνια κάθειρξη για τρεις φόνους, αλλά είναι αμφίβολο αν θα προλάβει να εκτίσει την ποινή του. Οι συνθήκες κράτησης είναι απάνθρωπες: 3,166 κρατούμενοι στοιβάζονται σε κελιά που σχεδιάστηκαν για χίλια άτομα, στερημένοι του δικαιώματος να δέχονται επισκέψεις.
Η συμμορία με τα 65.000 μέλη
H MS είναι η μεγαλύτερη συμμορία στο Ελ Σαλβαδόρ των έξι εκατομμυρίων κατοίκων. Κάπου 65.000 μέλη αριθμεί -από 11.000 πριν από 13 χρόνια. Tα μέλη της αντίπαλης συμμορίας, της Mara Diesyocho (Mara 18), που έχουν καταδικαστεί, βρίσκονται σε άλλη πτέρυγα για λόγους ασφαλείας.
Έως και εκατό άτομα στριμώχνονται σε μια πτέρυγα με βουλωμένη τουαλέτα. Κοιμούνται ανά τέσσερις σε κάθε στρώμα και μόνον δυο φορές την εβδομάδα βγαίνουν για λίγη ώρα στο προαύλιο της φυλακής. Οι κολλητικές ασθένειες θεριεύουν, πολλοί κρατούμενοι υποφέρουν από στομαχικά προβλήματα και δυσεντερία λόγω του βρώμικου νερού. Μόνον τον περασμένο χρόνο πέθαναν 36 κρατούμενοι από φυματίωση ή νεφρική ανεπάρκεια.
Το προσωπικό των φυλακών δεν επαρκεί, χρήματα για υποδομές, έπιπλα, κρεβάτια δεν υπάρχουν, πόσο μάλλον για εκπαιδευτικά προγράμματα για τους κρατούμενους. Το Ελ Σαλβαδόρ είναι πολύ φτωχό για να διαθέσει χρήματα για τα μέλη των συμμοριών που σπέρνουν τον τρόμο και τον θάνατο.
Δέκα με δώδεκα ανθρώπους κάθε μέρα σκοτώνουν οι συμμορίες. Σύνθημά τους; «Σκότωσε, κλέψε, βίασε, έλεγξε». Ο πόλεμος δεν λέει να τελειώσει καθώς ελέγχουν μεγάλες περιοχές κι όποτε οι Αρχές προσπαθούν να περιορίσουν τη δράση τους με βίαια κατασταλτικά μέτρα, απαντούν σκοτώνοντας περισσότερους αστυνομικούς. Νόμος που να προστατεύει τα μέλη τους αν θελήσουν να επανενταχθούν στην κοινωνία δεν υπάρχει κι ούτε εκείνα ενδιαφέρονται. Γιατί να πάνε να δουλέψουν για 500 δολάρια το μήνα, όταν με το εμπόριο ναρκωτικών και τους εκβιασμούς μπορούν να βγάλουν πολλά περισσότερα;
Όποιος γίνει μέλος των «Μάρα», θα μείνει εκεί για πάντα. Είναι ένας δρόμος χωρίς επιστροφή για τους νεαρούς εγκληματίες που κατατρομοκρατούν τις φτωχές συνοικίες και κάνουν τη βρώμικη δουλειά για τα μεξικανικά καρτέλ, που ελέγχουν τις οδούς διακίνησης ναρκωτικών στην Κεντρική Αμερική.
Η γέννηση του κακού
Oι συμμορίες αυτές γεννήθηκαν στα γκέτο των μεταναστών του Λος Άντζελες και με τις απελάσεις από τις αμερικανικές Αρχές πολλοί επέστρεψαν στο Ελ Σαλβαδόρ. Η βία τους όμως έχει άλλες ρίζες, όπως εξηγεί ο Κάρλος Ροντρίγκεζ: «Τη δεκαετία του 1990, μετά το τέλος του εμφυλίου κανείς δεν φρόντισε να ξεπεράσουμε τα τραύματα που μας άφησε αυτή η εμπειρία. Πολλοί από μας μεγάλωσαν μέσα στη βία του πολέμου, είδαν στρατιώτες και αντάρτες να αλληλοεξοντώνονται. Ήταν όλοι πολίτες αυτής της χώρας, που βρέθηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα. Σήμερα υπάρχουν και πάλι δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα, μόνον τα ονόματά τους έχουν αλλάξει: η Μάρα Σαλβατρούτσα από τη μια και η Mara 18 από την άλλη».
„La vida loca“
Mόνον που οι συμμορίες αυτές δεν επιδιώκουν πολιτικούς σκοπούς. Πολλά παιδιά των φτωχών προαστίων, αποστερημένα από κάθε προοπτική για το μέλλον, θέλουν να ζήσουν τη vida loca, την «τρελή ζωή»: κάλλιο να ζήσουν λίγο, αλλά με τις τσέπες γεμάτες χρήματα και ναρκωτικά, παρά να δουλεύουν υπό συνθήκες εξαθλίωσης για ένα ξεροκόμματο.
«Οι νέοι πάνε στις Maras γιατί τους έχει ξεχάσει το κράτος. Δεν υπάρχει καμία πρόνοια για την εκπαίδευσή τους, οι αξίες έχουν καταρρεύσει. Καλή είναι η θρησκεία, αλλά δεν σου αγοράζει φαί. Πολλοί βλέπουν στις συμμορίες την ευκαιρία να αγοράσουν ρούχα και παπούτσια, να μπορέσουν να επιβιώσουν», λέει ο Ροντρίγκεζ. «Στη χώρα μας τα παιδιά προτιμούν να δουλεύουν για να στηρίξουν τις οικογένειές τους παρά να πάνε στο σχολείο. Κι όσοι γίνονται μέλη συμμοριών, κερδίζουν χρήματα πολύ ευκολότερα, γιατί οι συμμορίες μας ελέγχουν τα προάστια, κι όποιος εντάσσεται σ’ αυτές, μπορεί να συναποφασίζει».
Εκείνο, όμως, που αποφεύγει να πει, είναι ότι αρκετά μέλη στρατολογούνται διά της βίας, με το πιστόλι στον κρόταφο. Κι αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους που ολόκληρες οικογένειες παίρνουν των ομματιών τους για να μεταναστεύσουν προς βορράν με τελικό προορισμό τις ΗΠΑ.
Οι συμμορίες βασιλεύουν στις φτωχές συνοικίες, εκβιάζουν, ληστεύουν, δολοφονούν, κομπάζουν για τη δύναμή τους τραγουδώντας: «ο πόλεμος αρχίζει, η γη τρέμει. Καλωσήρθες στη συνοικία μου. Τα αγόρια μου θα σε πυροβολήσουν κατάφατσα γιατί τόλμησες να τα βάλεις μαζί μας»...