Ο ελληνισμός της Βόρειας Ηπείρου, αποχαιρέτησε χθες Πέμπτη -σε κλίμα έντονα φορτισμένο- τον Κωνσταντίνο Κατσίφα.
Δώδεκα μέρες μετά τη δολοφονία του, ο 35χρονος ομογενής οδηγήθηκε στην τελευταία του κατοικία, στη γη των Βουλιαράτων
Στην κηδεία του παραβρέθηκαν πάνω από 2.000 άτομα από την Αλβανία αλλά και από την Ελλάδα.
Το φέρετρο ήταν ανοικτό και η σορός του Κ. Κατσίφα ήταν τυλιγμένη με την ελληνική σημαία.
«Κατσίφα, ζεις, εσύ μας οδηγείς» και «αθάνατος», φώναζαν εκατοντάδες άνθρωποι, που συνόδευαν τη νεκρική πομπή στο νεκροταφείο των Βουλιαράτων.
Η νεκρώσιμη ακολουθία εψάλη στον ιερό ναό του Αγίου Αθανασίου και η σορός Κατσίφα, οδηγήθηκε στην τελευταία του κατοικία υπό τους ήχους μοιρολογιών και τραγουδιών από την Β. Ηπειρο. Στον τάφο του είχε απλωθεί η τεράστια ελληνική σημαία που είχε φτιάξει ο ίδιος για τα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία όπου συμμετείχε.
Μετά την κηδεία εκατοντάδες ομογενείς απέκλεισαν συμβολικά, επί περίπου είκοσι λεπτά, το δρόμο Αργυροκάστρου - Κακαβιάς.
Η σορός του 35χρονου Βορειοηπειρώτη μεταφέρθηκε προχθες από τα Τίρανα στον τόπο καταγωγής του, με καθυστέρηση 10 ημερών, ρίχνοντας έτσι την «αυλαία» σε ένα θρίλερ που έφερε στην επιφάνεια εθνικιστικά πάθη σε Τίρανα και Αθήνα και βάζοντας τέλος στην αναμονή των οικείων του που από το μοιραίο πρωινό της 28ης Οκτωβρίου θρηνούν για τον χαμό του, υπό συνθήκες που ακόμα δεν έχουν αποσαφηνιστεί πλήρως.
Το χρονικό
Ολα ξεκίνησαν ανήμερα της εθνικής επετείου όταν ο Κατσίφας -που από τα επτά του χρόνια, όταν και άνοιξαν τα σύνορα, μοίραζε τη ζωή του μεταξύ του μικρού μειονοτικού χωριού της κοιλάδας της Δρόπολης και της Ελλάδας- έφυγε από το πατρικό του για να σημαιοστολίσει τους δρόμους της ιδιαίτερης πατρίδας του μέχρι το Στρατιωτικό Κοιμητήριο όπου βρίσκονται ενταφιασμένοι Έλληνες πεσόντες του Έπους του ’40.
Σύμφωνα με τοπικά μέσα ενημέρωσης ο 35χρονος, πατέρας ενός ανήλικου κοριτσιού, αρχικά διαπληκτίστηκε με Αλβανό αστυνομικό που βρίσκονταν στο χωριό, επέστρεψε στο σπίτι του από όπου πήρε ένα τροποποιημένο με διόπτρα πυροβόλο Καλάσνικοφ που κατείχε παράνομα και -κατά μία εκδοχή- άνοιξε αμέσως πυρ κατά των αστυνομικών δυνάμεων που εν τω μεταξύ είχαν ενισχυθεί ή -κατά μια δεύτερη εκδοχή- πυροβολούσε στον αέρα για εκφοβισμό στην προσπάθεια του να διαφύγει προς κοντινά υψώματα. Αυτή ήταν και η αρχή του τέλους για τον νεαρό ομογενή.
Λίγα λεπτά αργότερα και μετά από ανθρωποκυνηγητό ο Κατσίφας θα έπεφτε νεκρός από δύο σφαίρες στελεχών της μονάδας RENEA των ειδικών δυνάμεων της αλβανικής αστυνομίας που είχαν σπεύσει στο σημείο της συμπλοκής.
Την εκτέλεση του Κατσίφα ακολούθησε ένα άνευ προηγουμένου κρεσέντο εκατέρωθεν εμπρηστικών δηλώσεων (σε ανώτατο μάλιστα επίπεδο), με τα αλβανικά ΜΜΕ να τον χαρακτηρίζουν εξτρεμιστή και τους συγχωριανούς του αλλά και μερίδα του ελληνικού Τύπου να κάνουν λόγο για ήρωα. Τραγικές φιγούρες ενός επεισοδίου που άνοιξε πληγές δεκαετιών ο πατέρας, η μητέρα και οι αδερφές του 35χρονου που μετά το σοκ του χαμού του αγαπημένου τους είχαν να αντιμετωπίσουν και τη γραφειοκρατία των Τιράνων που για άγνωστους λόγους καθυστέρησε την επιστροφή της σορού του και χρειάστηκε η παρέμβαση της αλβανικής προεδρίας προκειμένου η εισαγγελία να δώσει τη σχετική εντολή.