Η συμφωνία στην οποία κατέληξαν Τσίπρας-Ιερώνυμος για τους μισθούς των ιερέων και τα περιουσιακά της Εκκλησίας, είναι πράγματι ιστορική, υπό την προϋπόθεση ότι θα «περάσει» από την Ιερά Σύνοδο και την ιεραρχία.
Θα ακολουθήσει η νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης, θα γίνει νομοσχέδιο και θα περάσει από τη Βουλή.
Τι προβλέπει αναλυτικά
Η ιστορικότητα της συμφωνίας, έγκειται στα εξής:
- Κατ’ αρχήν γιατί ανοίγει τον δρόμο για πλήρη διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας
- Επίσης γιατί αναγνωρίζει για πρώτη φορά η Πολιτεία τις υποχρεώσεις της έναντι της Εκκλησίας σε σχέση με την περιουσία της. Τόσο μέχρι το 1939 όσο και από το 1952 και εντεύθεν.
«Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι μέχρι το 1939 οπότε εκδόθηκε ο αναγκαστικός νόμος 1731/1939 απέκτησε εκκλησιαστική περιουσία έναντι ανταλλάγματος που υπολείπεται της αξίας της. Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι ανέλαβε τη μισθοδοσία του κλήρου, ως με ευρεία έννοια, αντάλλαγμα για την εκκλησιαστική περιουσία που απέκτησε» αναφέρει το σύμφωνο Εκκλησίας-Πολιτείας.
- Οι ιερείς δεν θα είναι πλέον δημόσιοι υπάλληλοι. Αυτό σημαίνει ότι το Κράτος «ελαφραίνει» κατά 10.000 κωδικούς μισθοδοσίας.
- Το Ελληνικό Δημόσιο θα καταβάλλει ετησίως στην Εκκλησία ποσό αντίστοιχο με το σημερινό κόστος μισθοδοσίας των εν ενεργεία ιερέων, το οποίο θα αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τις μισθολογικές μεταβολές του Ελληνικού Δημοσίου αλλά με μορφή επιδότησης. Που σημαίνει ότι κόβεται ο «ομφάλιος λώρος» Κράτους-Εκκλησίας ως προς το μισθολογικό.
- Μετά από αυτό, η Εκκλησία παραιτείται έναντι κάθε άλλης αξίωσης για την εν λόγω εκκλησιαστική περιουσία.
- Αρχικά μοιάζει με παράδοξο το γεγονός ότι το ποσό με το οποίο θα χρηματοδοτεί το Κράτος τους ιερείς θα είναι το ίδιο με όσα ίσχυαν σήμερα. Ωστόσο, η λέξη-κλειδί είναι η «επιδότηση». Η Πολιτεία δεν θα έχει έναν ανελαστικό κωδικό πληρωμής για ιερείς, όπως για τους δημόσιους υπαλλήλους. Θα μπορεί να υποστηρίζει (εντός και εκτός) ότι μείωσε το Κράτος κατά 10.000 άτομα, χωρίς απολύσεις, αλλά ταυτόχρονα θα εξακολουθεί να χρηματοδοτεί από ίδιους πόρους την Εκκλησία η οποία εν συνεχεία θα πληρώνει τους ιερείς. Το ποσό αυτό ωστόσο θα «εξουδετερώνεται» από το επόμενο σημείο της συμφωνίας. Τι προβλέπει;
- Την σύσταση Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας (ΤΑΕΠ), όπου θα είναι μέτοχος και το Δημόσιο. Το Ταμείο αυτό θα διοικείται από πενταμελές διοικητικό συμβούλιο. Δύο μέλη του Ταμείου θα διορίζονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, δύο μέλη θα διορίζονται από την Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ ένα μέλος θα διορίζεται από κοινού.
- Το Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας θα αναλάβει τη διαχείριση και αξιοποίηση των από το 1952 και μέχρι σήμερα ήδη αμφισβητούμενων, μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Εκκλησίας της Ελλάδος περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο προς αξιοποίηση. Τα έσοδα και οι υποχρεώσεις του ΤΑΕΠ επιμερίζονται κατά ίσο μέρος στο Ελληνικό Δημόσιο και την Εκκλησία της Ελλάδος.
Με απλά λόγια: Τα έσοδα από την αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας θα τα μοιράζονται 50-50 Κράτος και Εκκλησία. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς τα έσοδα που θα πηγαίνουν στο Κράτος από αυτή την αξιοποίηση θα ξεπερνούν το ποσό της επιδότησης προς τους κληρικούς. Ετσι «μηδενίζεται» ουσιαστικά, λένε οι γνωρίζοντες, η συμμετοχή του Κράτους στις εκκλησιαστικές δαπάνες. Ενδεχομένως δε να προκύπτει και πλεόνασμα.
- Επίσης η Εκκλησία έχει λόγους να θεωρεί εαυτήν κερδισμένη από τη συμφωνία -πέραν των προαναφερθέντων, γιατί μπορεί να «αναπνεύσει». Για παράδειγμα, για να ανοίξει μια Εκκλησία, απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του υπ. Παιδείας. Εφόσον ισχύσει η συμφωνία, δεν θα χρειάζεται καμία σχετική άδεια.
- Εν κατακλείδι, πρόκειται για μια συμφωνία που θεωρείται win-win και για τις δύο πλευρές. Γι' αυτό εξάλλου και ο Ιερώνυμος ευχαρίστησε τον Πρωθυπουργό και τανάπαλιν.
- Ο αιφνιδιασμός ήταν επίσης ένα σημαντικό στοιχείο της συμφωνίας η οποία κρατήθηκε μυστική μέχρι σχεδόν την τελευταία στιγμή, που την αποκάλυψε το iefimerida.gr.
- Πολιτικά, τέλος, είναι προφανές ότι με τη συμφωνία ο Αλέξης Τσίπρας στόχευσε στο «ευαίσθητο» ακροατήριο της ευρύτερης Αριστεράς προσδοκώντας σε εκλογικά οφέλη, στο δρόμο προς τις εκλογές.