Δριμύτατες παρατηρήσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Ελλάδα κάνει έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης, τόσο σε ό,τι αφορά τις συνέπειες της λιτότητας, όσο και για το μεταναστευτικό.
Η Ντούνια Μιγιάτοβιτς, επίτροπος του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, επισημαίνει ότι η λιτότητα και οι μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει επηρέασαν αρνητικά ιδίως τα δικαιώματα στην υγεία και την εκπαίδευση.
Επιπλέον, σε ό,τι αφορά το μεταναστευτικό, επισημαίνει ότι με το κλείσιμο των συνόρων η Ελλάδα μετατράπηκε σε χώρα προορισμού και όχι διέλευσης.
Πιο συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις της λιτότητας στην Ελλάδα, η επίτροπος επισημαίνει στην έκθεσή της ότι από το 2010, η Ελλάδα έχει συνάψει 3 προγράμματα οικονομικής προσαρμογής με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ και έχει εγκρίνει περίπου 15 πακέτα λιτότητας που περιέχουν ένα ευρύ φάσμα δραστικών μέτρων, και ειδικότερα μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα, τις συντάξεις, τους φόρους και την αγορά εργασίας, που έχουν επηρεάσει αρνητικά τα ανθρώπινα δικαιώματα, ιδίως τα δικαιώματα στην υγεία και την εκπαίδευση.
«Οι ελλείψεις στο προσωπικό και τον εξοπλισμό και η κρίση στο ελληνικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης σε συνδυασμό με περικοπές στους μισθούς και τις συντάξεις των ασθενών έχουν παρεμποδίσει την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη», σημειώνει. Ακόμη, καλεί τις αρχές να αυξήσουν τις προσπάθειές τους για την πρόσληψη ιατρικού προσωπικού, την άρση των εμποδίων στην καθολική ιατρική κάλυψη και την υποστήριξη του τομέα της ψυχικής υγείας και της ένταξης ατόμων με αναπηρίες.
Στην εκπαίδευση, οι περικοπές του προϋπολογισμού έχουν οδηγήσει σε σημαντική επιδείνωση της ευημερίας των μαθητών, των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, των συνθηκών εργασίας των εκπαιδευτικών και του σχολικού εξοπλισμού. Οι αρχές θα πρέπει να άρουν όλα τα εμπόδια στην αποτελεσματική πρόσβαση στην εκπαίδευση, μεταξύ άλλων μέσω στοχοθετημένων πολιτικών για να συμπεριλάβουν τα ευάλωτα παιδιά, τα παιδιά με αναπηρίες και τα παιδιά Ρομά, προσθέτει.
Χρειάζονται μέτρα για το μεταναστευτικό
Η Ελλάδα πρέπει επειγόντως να λάβει μέτρα και να υιοθετήσει μακροπρόθεσμες πολιτικές, αφενός για τη βελτίωση της υποδοχής και της ένταξης των μεταναστών και αφετέρου, για την αντιστροφή των δυσμενών επιπτώσεων των μέτρων λιτότητας στην πρόσβαση τους στην υγειονομική περίθαλψη και στην εκπαίδευση, τονίζει η Μιγιάτοβιτς.
Η Επίτροπος σημειώνει τις αξιέπαινες προσπάθειες του ελληνικού λαού και των αρχών της Ελλάδας για υποδοχή μεταναστών, επισημαίνει ωστόσο ότι οι συνθήκες υποδοχής παραμένουν κατώτερες των αποδεκτών προτύπων, ειδικά στα νησιά. Αναφέρεται σε κακές συνθήκες υγιεινής, τη ψυχική ταλαιπωρία και την αβεβαιότητα που απειλούν την υγεία των μεταναστών και των αιτούντων άσυλο στα νησιά και σημειώνει ότι οι αρχές θα πρέπει να επιταχύνουν τις μεταφορές στην ηπειρωτική χώρα.
Επίσης, εκφράζει τη βαθιά ανησυχία της για τις ανεπαρκείς συνθήκες στέγασης και την έλλειψη κοινωνικής υποστήριξης που αντιμετωπίζουν τα περισσότερα ασυνόδευτα παιδιά μετανάστες στην Ελλάδα, καθώς και για τη στέρηση της ελευθερίας των κρατουμένων υπό καθεστώς «προστατευτικής κράτησης» (protective custody). «Οι ελληνικές αρχές πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και ειδικότερα να σταματήσουν αμέσως την κράτηση των ασυνόδευτων παιδιών μεταναστών. Τα παιδιά μετανάστες πρέπει επίσης να έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση, ώστε να αυξήσουν τις πιθανότητες ενσωμάτωσής του», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Στην έκθεση σημειώνεται, ωστόσο, ότι η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε να δημιουργήσει τρία νέα κέντρα υποδοχής στην ηπειρωτική χώρα, που παρέχουν στέγαση σε διαμερίσματα και ξενοδοχεία πράγμα που θα μειώσει περαιτέρω την πίεση στις υπάρχουσες δομές. Έτσι, 20.441 άνθρωποι στεγάζονται σε ανωτέρω δομές βάσει του προγράμματος ΕΣΤΙΑ (από 18 Σεπτεμβρίου 2018).
Τονίζεται επίσης ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι της Ελλάδας πρέπει να επιδείξουν την αλληλεγγύη τους υποστηρίζοντας την Ελλάδα στις προσπάθειές της να βελτιώσει τις συνθήκες υποδοχής.
Επισημαίνεται ότι ως αποτέλεσμα του κλεισίματος των χερσαίων συνόρων, η Ελλάδα γίνεται de facto χώρα προορισμού και δεν είναι πλέον απλώς χώρα διέλευσης. Ως εκ τούτου αναδεικνύεται η ανάγκη συνολικής και μακροπρόθεσμης πολιτικής που θα εστιάζει στην οικογενειακή επανένωση, τη μακροχρόνια διαμονή και την ιδιότητα του πολίτη (citizenship), την επαγγελματική κατάρτιση, την εκμάθηση της γλώσσας, την ένταξη και την καταπολέμηση του ρατσισμού και των διακρίσεων κατά των μεταναστών.
Πηγή: ΑΠΕ