Με την Τουρκία να απειλεί ή να υπενθυμίζει χθες το casus belli σε περίπτωση επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 μίλια και στο Αιγαίο, ξεκίνησε τη... θητεία του ως ΥΠΕΞ ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας.
«Η Ελλάδα πολλές φορές κάνει παρόμοιες δηλώσεις για 12 μίλια. Εκεί πολλές φορές προηγείται ο λαϊκισμός. Εμείς είμαστε υπέρ στο να λυθούν τα θέματα με έναν ειρηνικό τρόπο στο Αιγαίο. Όποτε η Ελλάδα κάνει δηλώσεις που προκαλούν, εμείς δίνουμε τις κατάλληλες απαντήσεις και τους βάζουμε στη θέση τους. Πάντα πρέπει να σκέφτονται οι Ελληνες πώς μπορούμε να λύσουμε τα θέματα αυτά. Γνωρίζουν πολύ καλά οι Ελληνες ότι δεν θα επιτρέψουμε τέτοια απόφαση.Η τουρκική κυβέρνηση δεν πρόκειται να επιτρέψει επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια, το casus belli (αφορμή πολέμου) της τουρκικής Βουλής ισχύει», διεμήνυσε ο Τούρκος ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου.
Τι σημαίνει όμως casus belli και ποια η σημασία του;
Η μετάφραση του Casus Belli είναι «Αφορμή πολέμου».
Για τη σημασία της διαβάζουμε στο Wikipedia:
«Η φράση αυτή που εξακολουθεί να χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα, εκ της λατινικής γραμματείας (Ρωμαϊκό δίκαιο) προερχόμενη, λέγεται επί παντός «γεγονότος» (συμβάντος) δυνάμενου να προκαλέσει πολεμική εμπλοκή μεταξύ δύο κρατών ή συνασπισμού κρατών έναντι τρίτου ή άλλου συνασπισμού. Όπως, σε περιπτώσεις προσβολής Ηγεμόνων ή άλλων Αρχηγών κρατών, διπλωματικών αντιπροσώπων, ή σε αιφνίδια κατάληψη ξένου εδάφους ή προσβολής άλλων κυριαρχικών δικαιωμάτων κ.λπ.
Λόγῳ δε της σοβαρότητας του όρου αυτού απαραίτητη κρίνεται η σχετική διακοίνωση («νόταμ») που θα πρέπει όμως να έχει προηγηθεί και επίσημα να έχει γνωστοποιηθεί η απαίτηση του προσβάλλοντος. Έτσι με τον όρο αυτό, που δεν αποτελεί ιδιαίτερο διπλωματικό έγγραφο, χαρακτηρίζεται συγκεκριμένη πράξη ως «απειλή».
Πολλές φορές όμως συμβαίνει αυτός ο όρος να χρησιμοποιείται μεν, χωρίς όμως νομική υπόσταση (κατά το προσβαλλόμενο κράτος), όπου και αναζητείται τότε είτε με συνομιλίες εξεύρεση λύσης, είτε σε αντίθετη περίπτωση με διαιτησία από Διεθνείς οργανισμούς.
(Σημείωση: Η προσφυγή σε διεθνή διαιτησία γίνεται με τη προϋπόθεση ότι και τα δύο μέρη συναποδέχονται προηγουμένως την νομιμότητα και αρμοδιότητα του διεθνή οργανισμού επί του προκειμένου, με φανερό τον κίνδυνο να δοθεί λύση επί διεθνών δρώμενων και όχι επί της μεμονωμένης περίπτωσης που θα μπορούσε έτσι ν' αποτελέσει (κακό;) προηγούμενο (προδικασμένο) για άλλες παρόμοιες διακρατικές διαφορές.)
Η άρση του διπλωματικού αυτού όρου γίνεται εκτός των παραπάνω, ανάλογα της περίπτωσης, είτε καταβάλλοντας αποζημίωση παθόντων και επαναφορά σε πρότερη κατάσταση, είτε με παραίτηση επί της αιτίας, είτε τελικά με απόρριψη του όρου από το προσβαλλόμενο μέρος με δεδομένο τον κίνδυνο της άμεσης έναρξης των εχθροπραξιών. Υπάρχει όμως και περίπτωση υπαναχώρησης από τον ίδιο τον προσβάλλοντα (κράτος) για διάφορους άλλους, όμως τότε, λόγους.
Σημείωση: Επειδή στην ελληνική γραμματεία υφίστανται δύο διαφορετικοί όροι «Αιτία πολέμου» και «Αφορμή πολέμου» πολλοί διεθνολόγοι χρησιμοποιούν τον μοναδικό λατινικό όρο Casus Belli και για τους δύο αυτούς όρους. Οι περισσότεροι όμως συμφωνούν ότι ο λατινικός αυτός όρος αφορά χαρακτηρισμό «πράξης τετελεσμένης» επί συγκεκριμένων περιπτώσεων που εγείρουν πολεμική σύρραξη. Συνεπώς ο λατινικός όρος αποδίδεται στην ελληνική ορθότερα ως «Αφορμή πολέμου» (επί συμβάντος) και όχι ως «Αιτία πολέμου» που μπορεί να υφίσταται αλλά να αδρανεί. Βεβαίως στις γενικευμένες πράξεις εκείνες που αναφέρονται ως παραδείγματα (προσβολές προσώπων κλπ) δεν υφίσταται ο όρος "Αιτία πολέμου" αλλά μόνο ο όρος (που εγκυμονείται) «Αφορμή πολέμου».
Ανεξάρτητα των παραπάνω η χρήση του όρου αυτού ως δημώδη έκφραση συνηθίζεται να λέγεται, αλλά περισσότερο ειρωνικά, σε μεταξύ ιδιωτών διαφορές, στερούμενη βεβαίως τότε και της όποιας σοβαρότητας».