Για οργανωμένο έγκλημα, που έγινε κυρίως για οικονομικούς λόγους μιλά η οικογένεια της Ειρήνης Λαγούδη, που είναι πεπεισμένη ότι η 44χρονη δολοφονήθηκε.
Ο αδελφός της γυναίκας που είχε βρεθεί νεκρή μέσα στο αυτοκίνητό της στη λίμνη Τριχωνίδα δήλωσε στην εφημερίδα «Real News» ότι από τους τραπεζικούς λογαριασμούς της λείπει ένα τεράστιο χρηματικό ποσό.
«Το κίνητρο της δολοφονίας ήταν κυρίως οικονομικό. Πριν από μήνες είχε πουλήσει κάποια από τα κτήματά της. Στους τραπεζικούς λογαριασμούς δεν βρέθηκε το ακριβές αντίκρισμα της πώλησης. Λείπει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό που φτάνει μέχρι και τα 100.000 ευρώ», δήλωσε ο Γιώργος Λαγούδης. «Υποψίες μπορεί να έχω πολλές για το πού μπορεί να πήγαν τα χρήματα, αλλά δεν έχουμε δει ακόμα τα στοιχεία της δικογραφίας. Είναι πολύ βαριά η κατηγορία για να την εκστομίζουμε χωρίς ντοκουμέντα», συμπλήρωσε.
Ο δικηγόρος της οικογένειας, Βασίλης Ταουξής, δήλωσε ότι η 44χρονη δεν έδωσε τα χρήματα σε συγγενικό πρόσωπο. «Εικάζουμε πως είναι πολύ φιλικό ή στενό της πρόσωπο στο οποίο πρέπει να είχε απέραντη εμπιστοσύνη. Κάποια στιγμή όταν φάνηκε πως αυτή η σχέση διαρρηγνύεται πρέπει να τα ζήτησε πίσω. Ε, αυτό ήταν η αιτία που ξεκίνησε η διαδικασία του θανάτου της», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Στο μεταξύ, ο γιατρός με τον οποίο η Ειρήνη Λαγούδη φέρεται να διατηρούσε επαφές αρνείται οποιαδήποτε εμπλοκή στην υπόθεση. Τις τελευταίες ημέρες έγινε γνωστό ότι η εισαγγελική έρευνα κατέληξε στο πρόσωπο του. Ο ίδιος, ωστόσο, μέσω του δικηγόρου του, Στράτου Καράτσαλου, δηλώνει πως η κατηγορία της ηθικής αυτουργίας δεν αποδίδεται προσωπικά στον ίδιο και προειδοποιεί με προσφυγή στη Δικαιοσύνη κατά όσων τον διασύρουν:
«Την Πέμπτη επιβεβαίωσα ιδίοις όμμασι μετά από συνάντησή μου με τον εισαγγελέα Αγρινίου πως δεν υπάρχει προσωποποιημένη δίωξη κατά του εντολέα μου. Επιφυλασσόμεθα να ασκήσουμε κάθε νόμιμο δικαίωμα στα όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Το λόγο από εδώ και πέρα έχει η Δικαιοσύνη», δήλωσε.
Δικαστικές πηγές ξεκαθαρίζουν ότι όντως η ποινική δίωξη που ασκήθηκε δεν είναι προσωποποιημένη αλλά κατά παντός υπευθύνου. Ο γιατρός, όμως, κλήθηκε από τον εισαγγελέα στο στάδιο της προκαταρκτικής έρευνας ως ύποπτος τέλεσης αξιόποινων πράξεων.