Γραμμή Μεταξά 6 Απριλίου 1941. Στις 05:15 τα γερμανικά στρατεύματα αρχίζουν να σφυροκοπούν την αμυντική γραμμή- η επιχείρηση «Μαρίτα» έχει ξεκινήσει. Οι Έλληνες αντιστέκονται επί τρεις ημέρες. Στις 9 Απριλίου οι Γερμανοί μπαίνουν στη Θεσσαλονίκη. Κάπως έτσι ξεκινούσε 71 χρόνια πριν η σκοτεινή για την Ελλάδα περίοδος της τριπλής Κατοχής.
Το πρωί της 10ης Απριλίου οι γερμανικές δυνάμεις παρατάσσονται μπροστά στο οχυρό Παληουριώνες. Δεν πρόκειται για παράταξη μάχης αλλά για απόδοση τιμών. Σε ποιους; Στους «ηττημένους» Έλληνες.
Ο Έλληνας διοικητής του οχυρού Ταγματάρχης Χατζηγεωργίου καλείται να επιθεωρήσει τις γερμανικές δυνάμεις και η γερμανική σημαία υψώνεται μόνο όταν έχει φύγει και ο τελευταίος Έλληνας στρατιώτης. Το ίδιο θα συμβεί στα οχυρά Ρούπελ, Λίσσε, Περιθώρι, Εχίνος, Νυμφαία, Ιστίμπεη και Κελκαγιά. Η φρουρά του στηρίγματος Ρουπέσκο συνεχίζει να πολεμάει μόνη της και το βράδυ διαφεύγει ανάμεσα από τους Γερμανούς, αθέατη!
Οι Γερμανοί επιτρέπουν στους αξιωματικούς του ελληνικού στρατού να μην παραδώσουν τα ξίφη τους και οι στρατιώτες αφήνονται ελεύθεροι. Συνολικός απολογισμός; Οι Γερμανοί χάνουν 555 νεκρούς, 2134 τραυματίες και 170 αγνοούμενους. Οι Έλληνες έχουν 1000 νεκρούς και τραυματίες μαζί.
Στις 13 Απριλίου οι ελληνικές δυνάμεις υποχωρούν από τα αλβανικά εδάφη προς το εσωτερικό της Ελλάδας. Πέντε μέρες αργότερα ξεσπάει η μάχη μεταξύ αρκετών ελληνικών μονάδων και της ταξιαρχίας των SS «Adolf Hitler», στην περιοχή των Γρεβενών.
Διοικητής των ελληνικών δυνάμεων στην Αλβανία είναι ο στρατηγός ο Γεώργιος Τσολάκογλου. Συνειδητοποιώντας την απελπιστική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η ελληνική άμυνα, προσφέρεται να παραδώσει το στρατό του, ο οποίος αποτελείται από δεκατέσσερις μεραρχίες.
Έκτοτε το όνομα του θα γίνει ταυτόσημο με τον δωσιλογισμό καθώς ο στρατηγός στις 29 Απριλίου θα ορκιστεί πρωθυπουργός της κατεχόμενης Ελλάδας. Ωστόσο πόσο αληθής είναι ο ισχυρισμός ότι ο Τσολάκογλου ήταν δωσίλογος;
Σε ότι αφορά την παράδοση του Στρατού, ο ιστορικός του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου Τζον Κήγκαν (John Keegan) γράφει ότι ο Τσολάκογλου «ήταν τόσο αποφασισμένος […] να αρνηθεί στους Ιταλούς την ικανοποίηση μίας νίκης που δεν κέρδισαν ώστε […] ξεκίνησε συζητήσεις, χωρίς να έχει τέτοια διαταγή, με τον διοικητή της γερμανικής μεραρχίας των SS, Ζεπ Ντίντριχ (Sepp Dietrich), ώστε να κανονίσει η παράδοση να γίνει μόνο στους Γερμανούς».
Υπό τις αυστηρές διαταγές του Χίτλερ οι διαπραγματεύσεις παρέμειναν κρυφές από τους Ιταλούς και η παράδοση έγινε δεκτή. Μάλιστα ο Μουσολίνι εξοργίστηκε τόσο που διέταξε αντεπιθέσεις εναντίον των ελληνικών δυνάμεων, οι οποίες αποκρούστηκαν. Χρειάστηκε προσωπική παρέμβαση του Μουσολίνι προς τον Χίτλερ ώστε να επιτευχθεί μία ανακωχή στην οποία περιλαμβανόταν και η Ιταλία στις 23 Απριλίου 1941.
Επιπλέον, το βιβλίο «Οι Γερμανικές Εκστρατείες στα Βαλκάνια (Άνοιξη 1941)» το οποίο απηχεί τις γερμανικές απόψεις και στηρίζεται στα γερμανικά έγγραφα, αναφέρει για την παράδοση του ελληνικού στρατού:
«Ο Έλληνας Διοικητής, αντιλαμβανόμενος την απελπιστική κατάσταση, πρότεινε την παράδοση της ελληνικής Στρατιάς που αριθμούσε δεκατέσσερις Μεραρχίες. Μετά από σύντομες διαπραγματεύσεις, οι οποίες σύμφωνα με αυστηρές εντολές του Χίτλερ κρατήθηκαν μυστικές από τους Ιταλούς, η παράδοση έγινε δεκτή με τιμητικούς όρους για τους ηττημένους. Σε αναγνώριση της ανδρείας με την οποία οι Έλληνες στρατιώτες είχαν πολεμήσει, επι-τράπηκε στους Αξιωματικούς να κρατήσουν τα περίστροφα τους, ενώ τους οπλίτες δεν τους μεταχειρίστηκαν σαν αιχμαλώτους πολέμου και τους άφησαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους μετά την αποστράτευση των Μονάδων τους.
Για λόγους γοήτρου, ο Μουσσολίνι επέμεινε η παράδοση των Ελλήνων να γίνει εκτός των Γερμανών και προς τους Ιταλούς. Οι εχθροπραξίες μεταξύ Ελλήνων και Ιταλών συνεχίστηκαν για δυο ακόμη ημέρες και στις 23 Απριλίου, ο Έλληνας Διοικητής υπέγραψε νέα συνθήκη παραδόσεως η οποία συμπεριλάμβανε και τους Ιταλούς.»
Παραβίασε τις εντολές ή έσωσε τον στρατό;
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε, ότι μπορεί ο Τσολάκογλου να παραβίασε τις εντολές του Παπάγου ωστόσο από ιστορικής πλευρά θα ήταν εξαιρετικά βεβιασμένο να του αποδοθεί ο όρος «δωσίλογος» καθώς πρέπει να ληφθούν υπόψιν κάποια ιστορικά δεδομένα.
Το πρώτο και θεμελιώδες είναι ότι ο ελληνικός στρατός ήταν ένα νικηφόρος στρατός στα βουνά της Αλβανίας. Την τιμή αυτού του στρατεύματος κλήθηκε να σώσει ο Τσολάκογλου, τη στιγμή μάλιστα που η πολιτική ηγεσία αναχωρούσε για την Κρήτη και από εκεί για την Αίγυπτο.
Επιπλέον όπως προκύπτει από την ιστορική έρευνα ο Τσολάκογλου δεν κινήθηκε αυτοβούλως άλλα είχε έρθει σε συνεννόηση με τον διοικητή του Α΄ Σώματος Στρατού, αντιστράτηγο Παναγιώτη Δεμέστιχα και του Β΄ Σώματος, αντιστράτηγο Γεώργιο Μπάκο πριν προχωρήσει στη συνθηκολόγηση.
Η κίνηση αυτή όσο και αν πληγώνει το γόητρο του «αήττητου στρατού» εντούτοις, λειτούργησε με τρόπο σωτήριο για τους 300.000 απλούς στρατιώτες οι οποίοι μπόρεσαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους και όχι να συλληφθούν ως αιχμάλωτοι πολέμου καταλήγωντας πιθανώς στο εξωτερικό.
Μετά την πτώση της Κρήτης ο βασιλιάς Γεώργιος Β' και η κυβέρνηση έφυγαν για τη Μέση Ανατολή προκειμένου να «συνεχίσουν τον αγώνα». Η κίνηση αυτή βρίθει συμβολισμών καθώς έδινε το στίγμα ότι το έθνος παραμένει «εμπόλεμο» και δεν συνθηκολογεί με τον αντίπαλο. Ωστόσο εγκαταλείποντας την Ελλάδα η ηγεσία άφηνε πίσω της ένα λαό, ο οποίος καλούταν να επιβιώσει σε πολύ δύσκολες συνθήκες.
Ο πολιτικός κόσμος στήριξε την κυβέρνηση Τσολάκογλου
Την ίδια ώρα ο παλαιός πολιτικός κόσμος με ελάχιστες εξαιρέσεις δεν δυσαρεστήθηκε καθόλου με το σχηματισμό της κυβέρνησης Τσολάκογλου την οποία αντιλαμβανόταν ως «κυβέρνηση εθνικής ανάγκης» (Ελεύθερον Βήμα 08/05/1941). Σημειώνεται ενδεικτικά ότι στην συνάντηση που έγινε υπο τον Τσολάκογλου πήραν μερος οι Παπανδρεου, Κανελλόπουλος, Τσαλδαρης, Στεφανοπουλος, Οθωναιος καθώς και ο αριστερός αγροτιστής Σοφιανοπουλος.
Ο ιστορικός Προκόπης Παπαστράτης σημειώνει πως «το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει αυτή η πολιτική ηγεσία σε όλη τη διάρκεια της κατοχής είναι πως θα επανέλθει στο πολιτικό προσκήνιο μετά την απελευθέρωση….Έτσι η αστική πολιτική ηγεσία απέχει συνειδητά σε όλη τη διάρκεια της περιόδου αυτής από δραστηριότητες που θα την εξέθεταν στις αρχές κατοχής και μετατρέπεται σε ουδέτερο παρατηρητή. Αυτή η στάση δεν ήταν τυχαία. Η συμπεριφορά του «πολιτικού κόσμου» αντανακλούσε τη στάση μιας ολόκληρης κοινωνικής τάξης».
Στις 29 Απριλίου του 1941 ο Τσολάκογλου, ορκίσθηκε από μόνος του στα Παλαιά Ανάκτορα χωρίς την παρουσία του Αρχιεπισκόπου Χρύσανθου, που είχε αρνηθεί να τον ορκίσει, με το επιχείρημα ότι είχε ήδη ορκίσει εθνική κυβέρνηση.
Ο Τσολάκογλου παρέμεινε στη θέση του πρωθυπουργού ως τις 2 Δεκεμβρίου του 1942. Της παραίτησής του είχε προηγηθεί έντονη πίεση από τους πολιτικούς ηγέτες, μεταξύ αυτών οι Καφαντάρης, Σοφούλης, Γονατάς, Μάξιμος και Πάγκαλος. Επιπλέον είχαν προηγηθεί δύο αποτυχημένες διαπραγματεύσεις με τους Γερμανούς και τους Ιταλούς τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 1942 με θέμα τα δημοσιονομικά.
Κατά την πρωθυπουργία του, προσπάθησε να διατηρήσει τη δραχμή ως κατοχικό νόμισμα, ωστόσο η δέσμευσή του από τους Ναζί οδήγησε σε αλλεπάλληλες υποτιμήσεις, αύξηση των τιμών και πείνα. Για την κατάσταση εκείνη οι Γερμανοί επέρριπταν τις ευθύνες στις Ιταλικές αρχές οι οποίες πράγματι δεν έκαναν τίποτε για να προλάβουν τις οικονομικές εξελίξεις.
«Ευρέθην αντιμέτωπος ιστορικού διλήμματος...»
Ο ίδιος ο Τσολάκογλου δε φαίνεται να μετάνιωσε για τις κινήσεις του τον Απρίλιο του '41. Στα απομνημονεύματα του γράφει μεταξύ άλλων πως «Ευρέθην αντιμέτωπος ιστορικού διλήμματος : Ή ν' αφήσω να συνεχισθή ο αγών και να γίνη ολοκαύτωμα, ή υπείκων εις τας παρακλήσεις όλων των ηγητόρων του στρατού ν' αναλάβω την πρωτοβουλίαν της συνθηκολογήσεως... "Τολμήσας" δεν υπελόγισα ευθύνας... Μέχρι σήμερον δεν μετενόησα δια το τόλμημά μου. Τουναντίον αισθάνομαι υπερηφάνειαν.»
Δωσίλογος ή κάποιος που κλήθηκε να πάρει στις πλάτες του την τύχη ενός λαού όταν εγκαταλείφθηκε στη μοίρα του; Η ιστορική επιστήμη μπορεί ενδεχομένως να δικαιώσει τον Γεώργιο Τσολάκογλου, ωστόσο στην ιστορική μνήμη του λαού το όνομα του στρατηγού έγινε συνώνυμο της συνεργασίας με τις δυνάμεις του Άξονα. Πολλοί υποστηρίζουν πως έπρεπε να ακολουθήσει το παράδειγμα του πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κορυζή ο οποίος λίγο πριν την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα αυτοκτόνησε προκειμένου να μην παραδόσει τη χώρα. Ο Τσολάκογλου αντίθετα αντέτεινε πως «παρέδωσε το κράτος ελληνικό». Τα συμπεράσματα δικά σας...
___________________________
- Bailey (1979), 32
- Blau (1953)
- Hondros (1983), 90
- Χάγκεν Φλάισερ, Νίκος Σβορώνος, “Η Ελλάδα 1936-44. Δικτατορία, κατοχή, αντίσταση“, Πρακτικά του (ομώνυμου) διεθνούς ιστορικού συνεδρίου του 1984, έκδοση “Μορφωτικό Ινστιτούτο ΑΤΕ”, Αθήνα 1989,
- Δημοσθένης Κούκουνας, Η πρώτη κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου
- Γ. Κ. Σ. Τσολάκογλου, Απομνημονεύματα, εκδ. Ακρόπολις, Αθήναι 1959, 250 σελ. Το απόσπασμα που παρατίθεται εδώ προέρχεται από την εφημερίδα Ριζοσπάστης, 8 Απριλίου 2001.
- Χάγκεν Φλάϊσερ, «Η αντίσταση», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ. ΙΣΤ, 2000, σελ. 12
- Xάγκεν Φλάισερ, «Ο δοσιλογισμός», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ. ΙΣΤ, 2000, σελ.44
- Χάγκεν Φλάϊσερ, «Ο παλαιός πολιτικός κόσμος»,Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ. ΙΣΤ, 2000, σελ.16