Στις πρώτες αντιδράσεις από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μετά το αποτυχημένο δημοψήφισμα στην ΠΓΔΜ και τις προσπάθειες της ΕΕ να κρατήσει ζωντανή τη συμφωνία των Πρεσπών αναφέρεται η DW.
O επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Ευρωβουλής Ντέιβιντ Μακ Άλιστερ βλέπει «αμφίσημο αποτέλεσμα» με απογοητευτικά χαμηλή συμμετοχή απο τη μία και συντριπτικό ΝΑΙ από την πλειοψηφία των ψηφισάντων από την άλλη.
Από δω και πέρα, συμπεραίνει ο γερμανός ευρωβουλευτής, η ευθύνη εναπόκειται στο Κοινοβούλιο των Σκοπίων. «Το ζητούμενο είναι να βρεθούν τουλάχιστον εννέα βουλευτές της αντιπολίτευσης, που θα ακολουθήσουν την απόφαση του 90% όσων συμμετείχαν στο δημοψήφισμα», λέει ο Ντέιβιντ Μακ Άλιστερ. «Δεν γνωρίζω με λεπτομέρειες τους συσχετισμούς δυνάμεων, αλλά σε τελική ανάλυση ποιά θα ήταν η εναλλακτική λύση, εάν αποτύγχανε η αναθεώρηση του Συντάγματος στο Κοινοβούλιο των Σκοπίων;»
Γερμανός με καταγωγή από τη Σκωτία, πρώην πρωθυπουργός στο κρατίδιο της Κάτω Σαξονίας και έμπιστος συνεργάτης της Άνγκελα Μέρκελ σε θέματα ευρωπαϊκής πολιτικής, ο Μακ Άλιστερ αποτελεί ξεχωριστή φυσιογνωμία στο πολιτικό στρατόπεδο της Κεντροδεξιάς. Πάντως δεν ...φείδεται καλών λόγων για τον σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργό των Σκοπίων, Ζόραν Ζάεφ, αλλά και τον Έλληνα ομόλογό του Αλέξη Τσίπρα. «Πρέπει να πω ότι οι δύο πρωθυπουργοί επέδειξαν θάρρος για να βρουν συμβιβαστική λύση μετά από δεκαετίες αντιπαράθεσης», επισημαίνει. «Στην πολιτική πρέπει να αναζητείς τη συναίνεση. Ποτέ δεν θα υπάρξει λύση με την οποία θα συμφωνούν όλοι 100%. Προσωπικά θεωρώ ότι η ονομασία Republic of North Macedonia θα ήταν ικανοποιητική και για τα δύο μέρη».
Υπέρ της συμφωνίας οι ευρωπαίοι σοσιαλιστές και οι Πράσινοι
Τη συμφωνία των Πρεσπών στηρίζει και ο επικεφαλής της σοσιαλιστικής ομάδας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Ούντο Μπούλμαν. Η άποψή του έχει βαρύτητα καθώς στην «πολιτική οικογένεια» της σοσιαλδημοκρατίας ανήκει και ο Ζόραν Ζάεφ. Μιλώντας στην Deutsche Welle ο Ούντο Μπούλμαν επιρρίπτει, εμμέσως πλην σαφώς, στην υπερσυντηρητική αντιπολίτευση την ευθύνη για το μποϊκοτάζ του δημοψηφίσματος. «Έγινε μία ισχυρή καμπάνια υπέρ της αποχής, πολλά μέσα ενημέρωσης στήριξαν το μποϊκοτάζ, δεν έλειψαν έξωθεν παρεμβάσεις. Αλλά όπως κι αν έχουν τα πράγματα, ο Ζόραν Ζάεφ ακολούθησε μία ξεκάθαρη πολιτική και η συντριπτική πλειοψηφία όσων προσήλθαν στις κάλπες ενέκρινε τη συμφωνία με την Ελλάδα. Ας μην στερούμε άλλο από τον λαό αυτής της χώρας το δικαίωμα να επιλέγει το μέλλον του. Και αυτό είναι ένα μήνυμα προς την αντιπολίτευση (στα Σκόπια)», λέει ο επικεφαλής των σοσιαλιστών.
Πρόσφατα ο Ούντο Μπούλμαν επισκέφθηκε την Αθήνα, χωρίς όμως να συναντηθεί με την πρόεδρο του Κινήματος Αλλαγής. Ωστόσο η συνάντηση αυτή έγινε λίγες μέρες αργότερα στις Βρυξέλλες. Σε μία πρώτη ανάγνωση οι ευρωπαίοι σοσιαλιστές φαίνεται να πρσεβεύουν διαφορετική άποψη για τη συμφωνία των Πρεσπών από τους έλληνες ομοϊδεάτες τους. Μιλώντας στην Deutsche Welle, ο Ούντο Μπούλμαν ξεκαθαρίζει τα πράγματα. «Είχα επισκεφθεί την Ελλάδα και φυσικά εξέφρασα τη στήριξή μου σε μία συμφωνία που συμβάλλει στη ειρήνευση στα Βαλκάνια, διανοίγοντας προοπτικές και για τις δύο εμπλεκόμενες χώρες», υποστηρίζει. «Δέχθηκα μεγάλη υποστήριξη γι αυτό, μεταξύ άλλων και στις πολιτικές δυνάμεις αριστερά του Κέντρου. Εσείς αναφέρεστε προφανώς σε επικριτικές φωνές στο ΠΑΣΟΚ, αλλά θεωρώ ότι αυτές δεν εκφράζουν το σύνολο. Γιατί ξέρω ότι στη δική μου κοινοβουλευτική ομάδα υπάρχουν και άλλες φωνές, για παράδειγμα από ̔Το Ποτάμιʼ, που εκφράζουν διαφορετική γραμμή. Και μέσα στο ΠΑΣΟΚ υπάρχουν διαφορετικές απόψεις».
Το Κοινοβούλιο των Σκοπίων υποδεικνύει ως υπεύθυνο για τα επόμενα βήματα και η επικεφαλής των Πρασίνων Σκα Κέλερ. Η γερμανίδα ευρωβουλευτής χαρακτηρίζει «ιστορική» τη συμφωνία των Πρεσπών. «Θεωρώ λυπηρό ότι ήταν τόσο χαμηλή η συμμετοχή στο δημοψήφισμα, γιατί εδώ μιλάμε για το μέλλον της χώρας», υπενθυμίζει. «Απ΄ό,τι αντιλαμβάνομαι η ευθύνη ανήκει στο Κοινοβούλιο, εγώ προσωπικά θα επιθυμούσα να βρεθεί η απαραίτητη πλειοψηφία, ώστε η χώρα να κινηθεί προς την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Ήταν ιστορική η συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ, δεν μπορεί παρά να επαινέσει κανείς το ότι οι δύο ηγέτες θέλησαν να υπερβούν τις διαφωνίες του παρελθόντος και να χαράξουν έναν διαφορετικό δρόμο για το μέλλον».
Πηγή: Deutsche Welle