Με αιχμές συνοδεύτηκαν οι ομιλίες του δημάρχου Αθηναίων Γιώργου Καμίνη και του προέδρου του ΔΣΑ, Δημήτρη Βερβεσού, κατά την διάρκεια του εορτασμού στην Παλαιά Βουλή, του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη, προστάτη του δικαστικού σώματος.
«Όσο το Σύνταγμα εξακολουθεί να προβλέπει ότι οι κυβερνήσεις είναι εκείνες που επιλέγουν την ηγεσία της δικαιοσύνης,πρέπει να ισχύουν αυστηρά κριτήρια αξιοσύνης, κύρους και επιστημονικής επάρκειας» τόνισε ο δήμαρχος Αθηναίων κ. Γιώργος Καμίνης, ο οποίος υπογράμμισε ότι τα μηνύματα που εκπέμπει η επιλογή ενός δικαστή που δεν συγκεντρώνει τα απαραίτητα υψηλά προσόντα και το ηθικό κύρος, ερμηνεύονται στις κατώτερες βαθμίδες των δικαστών ως επιταγές συμμόρφωσης στις επιθυμίες της εκάστοτε κυβέρνησης.
Η αναφορά του, σχετίζεται άμεσα με τις επικείμενες κρίσεις, και ακούστηκε μάλλον σαν προειδοποιητική βολή, ενόψει της απόφασης του υπουργικού συμβουλίου.
Από τα βέλη του δημάρχου Αθηναίου δεν ξέφυγε ούτε η κ. Βασιλική Θάνου, πρώην πρόεδρος του Αρείου Πάγου και νυν σύμβουλος του πρωθυπουργού.
«Φαίνεται πως δεν αρκεί πλέον να αναδεικνύουμε τους ευνοουμένους μας στην ηγεσία ενός δικαστηρίου, αλλά μπορούμε στη συνέχεια να τους διορίζουμε και συμβούλους παρά τω πρωθυπουργώ, προκειμένου πια να μην αιωρείται καμία αμφιβολία ότι ο μηχανισμός ποδηγέτησης των δικαστών παραμένει παρών και άγρυπνος, διαρκής αλλά και ενισχυμένος, αφού έχει πια επισήμως εγκατασταθεί και στην ανώτερη βαθμίδα της κυβέρνησης».
Ο υπουργός Δικαιοσύνης Μ. Καλογήρου, εστίασε την ομιλία του στις προσπάθειες για την αναμόρφωση του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, αλλά και στα σχέδια του υπουργείου Δικαιοσύνης για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη.
Στις προτεραιότητες του υπουργείου Δικαιοσύνης, τόνισε ο κ. Καλογήρου, είναι η επόμενη ημέρα για την Δικαιοσύνη να είναι σε καλλίτερες συνθήκες με κανόνες ισότητας και ισονομίας και με προέχοντα λόγο στην προστασία των ασθενέστερων πολιτών.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΔΣΑ, τόνισε την ανάγκη για την αποπολιτικοποίηση των σχέσεων της δικαστικής εξουσίας από τις άλλες δύο, ζητώντας από τους ίδιους τους δικαστές να το πράξουν.
«Οι δικαστικοί λειτουργοί, έχουν χρέος να διαφυλάξουν το αυτεξούσιον της δικαστικής λειτουργίας, μακριά από κάθε είδους παρεμβάσεις και εξαρτήσεις. Μακριά από πολιτικά παίγνια, ή άλλες σκοπιμότητες. Τούτο απαιτεί κατ’ ανάγκη αυστηρή ουδετερότητα και αμεροληψία, αλλά και θωράκιση της δικανικής κρίσης, -κατά τη συνταγματική επιταγή- με πλήρη, επαρκή και πειστική αιτιολογία και από την άλλη πλευρά «η πολιτική εξουσία έχει χρέος να θεσπίσει κατάλληλα θεσμικά αντικίνητρα, τα οποία θα αποτρέπουν τόσο τις περιπτώσεις αθέμιτης διασταύρωσης της δικαστικής με την πολιτική εξουσία όσο και τις πιθανές υπόνοιες για «συνάντηση» των δύο λειτουργιών».
Καταθέτοντας μία σειρά προτάσεων, ο πρόεδρος του ΔΣΑ, ζήτησε:
- Να μην επιλέγεται η ηγεσία της δικαιοσύνης από το υπουργικό συμβούλιο
- Να μην διορίζονται συνταξιούχοι δικαστές σε κρατικές θέσεις (πχ αρχές). “Έχει έρθει όμως η ώρα να δημιουργηθούν τα κατάλληλα θεσμικά αντίβαρα προκειμένου να αποκλειστεί με κάθε τρόπο, οποιαδήποτε σκέψη μελλοντικής «τακτοποίησης».
- Να μην μειωθούν περαιτέρω οι αποδοχές των δικαστών
- Να προβλεφθεί ρητά στο Σύνταγμα ότι οι αποφάσεις για τις προαγωγές των δικαστικών λειτουργών θα στηρίζονται αφ’ ενός στην αξία, τα προσόντα, τις δεξιότητες και την ικανότητα χειρισμού των υποθέσεων και αφ’ ετέρου στην έκδοση αποφάσεων εντός εύλογου, σε συνάρτηση με τη δυσχέρεια των υποθέσεων, χρόνου. Η προαγωγή με μοναδικό κριτήριο την επετηρίδα μειώνει το κύρος της Δικαιοσύνης και δεν ποιεί τιμή στους πολλούς και άξιους δικαστικούς λειτουργούς.