Η παιδική κακοποίηση μπορεί να προκαλέσει στο DNA των θυμάτων ανιχνεύσιμες αλλοιώσεις, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως στοιχείο στα δικαστήρια, λένε επιστήμονες.
Μια νέα έρευνα εντόπισε παρόμοιες αλλοιώσεις στη δραστηριότητα των γονιδίων σε άνδρες που υπέστησαν κακοποίηση κατά την παιδική τους ηλικία.
Οι ερευνητές των Πανεπιστημίων Χάρβαρντ και British Columbia (UBC) θεωρούν ότι η ανακάλυψη των διαφορών στη διαδικασία της μεθυλίωσης, όπως λέγεται, μεταξύ θυμάτων και μη μπορεί να ανοίξει το δρόμο για έναν γενετικό έλεγχο που θα δείχνει αν έλαβε χώρα παιδική κακοποίηση.
Η μεθυλίωση (ομοιοπολική προσθήκη μεθυλομάδων (-CH3) στο DNA) δρα ως ροοστάτης στα γονίδια, επηρεάζοντας το βαθμό ενεργοποίησης συγκεκριμένων γονιδίων.
Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Translational Psychiatry βρήκε μια ευδιάκριτη διαφορά στη διαδικασία αυτή μεταξύ θυμάτων και μη σε 12 περιοχές του ανδρικού γονιδιώματος.
Σε οκτώ περιοχές DNA τα γονίδια των θυμάτων θάμπωσαν πάνω από 10% σε σύγκριση με εκείνα των μη θυμάτων και σε μια περιοχή η διαφορά εκτινάχθηκε στο 29%. «Η μεθυλίωση αρχίζει να αντιμετωπίζεται ως έναν πιθανώς χρήσιμο εργαλείο στην ιατροδικαστική έρευνα, βοηθώντας π.χ τους επιθεωρητές της αστυνομίας να υπολογίσουν κατά προσέγγιση την ηλικία ενός ατόμου που άφησε πίσω του δείγμα DNA. Είναι νοητό ως εκ τούτου οι συσχετισμοί που βρήκαμε μεταξύ της μεθυλίωσης και της παιδικής κακοποίησης να παρέχουν και πιθανότητες επί τοις εκατό για το κατά πόσον υπήρξε κακοποίηση», επεσήμανε ο καθηγητής του UBC, Μάικλ Κόμπορ.