Χρόνια ολόκληρα καλλιεργούσε η Άνγκελα Μέρκελ το προφίλ μιας πανίσχυρης, αλλά μετριοπαθούς και γνήσιας πολιτικού, άτρωτης στα βέλη του ναρκισισμού.
Κατά καιρούς δήλωσε ότι δεν σκοπεύει να παραμείνει αιώνια στο πόστο της, ότι θα αποσυρθεί, όταν έρθει η ώρα, στο εξοχικό της για να ψήνει κέικ και να ακούει κλασική μουσική. Αλλά φαίνεται ότι δεν αντιλαμβάνεται τα σημεία των καιρών, επισημαίνει το Politico σε άρθρο του με τίτλο «Ήρθε η ώρα να φύγει η Άνγκελα Μέρκελ».
«Η καγκελάριος της Γερμανίας έχει τα ηνία εδώ και 13 χρόνια, χρόνος πολύς για τα δικά της στάνταρ. Κι ακόμη χειρότερα, είναι μια σκιά του αλλοτινού της εαυτού. Η Μέρκελ δεν ελέγχει την κυβέρνηση, μόλις που καταφέρνει να συγκρατήσει τον συνασπισμό της από τη διάλυση και λόγω αυτού ακριβώς μετατρέπεται σε καρικατούρα. Η καταστροφική διαχείριση της υπόθεσης του “αντάρτη” επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών Χανς Γκέοργκ Μάασεν – τον οποίο προβίβασε στην αρχή και μετά ανακάλεσε την απόφασή της- δείχνει ότι έχει χάσει την αίσθηση της προοπτικής», σημειώνει ο αρθρογράφος Κόνσταντιν Ρίχτερ.
Η Μέρκελ ζήτησε συγνώμη για το χειρισμό της υπόθεσης Μάασεν, αλλά λίγες μέρες αργότερα η πλειοψηφία των βουλευτών της στράφηκε εναντίον της καταψηφιζόντας τον εκλεκτό της, Φόλκερ Κάουντερ και αναδεικνύοντας νέο επικεφαλής της ΚΟ τον σχετικά άγνωστο Ραλφ Μπρίνκχους.
«Υπάρχουν ορισμένα μέρη όπου η φήμη της Μέρκελ ως πλέον ισχυρής γυναίκας στον κόσμο και υπερασπίστριας των φιλελεύθερων αξιών παραμένει ανέπαφη. Αλλά στο Βερολίνο την αποκαλούν αλλιώς τώρα. Πρωτοσέλιδο της αγαπημένης εφημερίδας των Χριστιανοδημοκρατών την χαρακτήρισε lame duck («ανήμπορη»), ενώ το ίδιο είπε και ο επίτροπος Προϋπολογισμού της Κομισιόν και μέλος της CDU, Γκίντερ Ότινγκερ. Η τραγική ειρωνεία είναι φυσικά ότι η Μέρκελ βρέθηκε στη θέση που ήθελε πάση θυσία να αποφύγει. Βαθιά μέσα της πρέπει να ξέρει ότι θα έπρεπε να φύγει από καιρό», τονίζει το δημοσίευμα.
Επιχειρώντας μια αναδρομή ο αρθρογράφος αναφέρει ότι μετά τις εκλογές του 2013 η Μέρκελ βρέθηκε στο απόγειο της ισχύος της αποπνέοντας έναν αέρα άνεσης κατά τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης στην ευρωζώνη, ενώ οι συμπατριώτες της λάτρευαν τον πραγματισμό της, την αποστροφή της για τα μεγάλα λόγια, την τακτική της να κάνει μικρά βήματα κάθε φορά. Επιχείρησε μάλιστα μια στροφή προς τα αριστερά εναγκαλιζόμενη τις ιδέες της αντιπολίτευσης με τη θέσπιση κατώτατου μισθού, την κατάργηση της υποχρεωτικής στράτευσης, την απομάκρυνση από την πυρηνική ενέργεια αποξενώνοντας μεν μερίδα συντηρητικών ψηφοφόρων, αλλά κερδίζοντας έδαφος στο κέντρο. Όμως, εκεί που οι περισσότεροι στο κόμμα της περίμεναν να αποχωρήσει συνέβη το αντίθετο με τις γνωστές συνέπειες. Η προσφυγική κρίση το καλοκαίρι του 2015 και η απόφασή της να ανοίξει τα σύνορα της Γερμανίας στους μετανάστες την έφερε σε εξαιρετική δύσκολη θέση απέναντι στη συντηρητική πτέρυγα και τους ακροδεξιούς που φρόντιζαν να φουντώνουν τους φόβους της κοινής γνώμης για την έλευση ενός τόσο μεγάλου κύματος προσφύγων στη χώρα. Η προσφυγική κρίση την άλλαξε, όπως έχουν αλλάξει και οι καιροί:
«Η Δεξιά είναι έξαλλη με την εισροή των προσφύγων κι η Αριστερά είναι στα κάγκελα με την άνοδο του δεξιού λαϊκισμού. Ο μεγάλος συνασπισμός της Μέρκελ βρίσκεται σε μια άβολη θέση με δυσαρεστημένους συντηρητικούς που νιώθουν να πιέζονται εκ δεξιών από τη μία και δυσαρεστημένους Σοσιαλδημοκράτους που νιώθουν πίεση εξ’ αριστερών από την άλλη. Κι η καγκελάριος βρίσκεται στη μέση, χωρίς να ελέγχει την κατάσταση. Οι ψηφοφόροι θέλουν να ξέρουν ποιες είναι οι θέσεις των μεγάλων κομμάτων αυτές τις μέρες. Συντηρητικοί και Σοσιαλδημοκράτες πρέπει να λύσουν τις πολιτικές διαφορές τους με συζητήσεις που θα βγάζουν νόημα παρά με συμβιβασμούς πίσω από τις κουϊντες. Κι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί σε οποιονδήποτε μεγάλο συνασπισμό υπό την ηγεσία της Μέρκελ. Η ικανότητά της να αίρεται πάνω από τις κομματικές γραμμές – που οι περισσότεροι Γερμανοί θεωρούσαν άλλοτε ατού – έχει μεταβληθεί σήμερα σε εμπόδιο. Και γι’ αυτό θα πρέπει να ετοιμάζεται να φύγει. Για το καλό της χώρας, για το καλό του κόμματός της αλλά και για το δικό της καλό», προτρέπει το Politico.
Σημειώνει δε ότι η Μέρκελ επαναλαμβάνει τα λάθη που έκαναν οι επιφανέστεροι καγκελάριοι της μεταπολεμικής Γερμανίας, ο Κόνραντ Αντενάουερ κι ο Χέλμουτ Κολ, υπερεκτιμώντας τη σημασία της σε μια περίοδο που ακόμη και οι δικοί της άνθρωποι, που της ήταν αφοσιωμένοι επί τόσα χρόνια, εκφράζουν τώρα την επιθυμία για αλλαγή. Και καταλήγει:
«Δεν είναι αργά για μια αξιοπρεπή αποχώρηση. Η πλειοψηφία των Γερμανών εκτιμά ακόμη τη Μέρκελ. Δεν είναι πια καθολική η αποδοχή της, αλλά τα πάει σχετικά καλά στις δημοσκοπήσεις (...) Κάποιοι -κυρίως στην Αριστερά- τη θαυμάζουν γι’ αυτό που έκανε το 2015. Άλλοι θέλουν να μείνει στο πόστο της φοβούμενοι μήπως ακολουθήσει περίοδος αστάθειας αν φύγει. Αλλά οι Γερμανοί – και η Μέρκελ – πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι η χώρα χρειάζεται αλλαγή. Κατεπειγόντως. Ο ευκολότερος δρόμος θα ήταν η προκήρυξη νέων εκλογών. Ίσως μάλιστα οι συντηρητικοί να επωφεληθούν αν περάσουν για λίγο στην αντιπολίτευση. Ή ίσως χρειάζονται κάποιον άλλον να ηγηθεί μιας νέας κυβέρνησης συνασπισμού.
Σε κάθε περίπτωση η Μέρκελ πρέπει να ετοιμάζεται για τη ζωή της μακριά από την καγκελαρία. Ένας συγκινητικός αποχαιρετιστήριος λόγος θα ήταν η ιδανική αρχή, εξηγώντας ότι ήθελε να φύγει νωρίτερα, αλλά δεν είχε τη δύναμη να το κάνει και μετά να πει αντίο και να πάει στο εξοχικό της στο Ούκερμαρκ. Λίγους μήνες μετά, αφού θα έχει περάσει κάποιο διάστημα ψήνοντας γλυκά κι ακούγοντας όπερες του Βάγκνερ, να βάλει υποψηφιότητα και κάποιο κορυφαίο πόστο στις Βρυξέλλες ή στον ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη. Αναμφίβολα θα το πετύχει. Κι υπάρχουν πιθανότητες να τη θυμούνται στην πατρίδα της και το εξωτερικό ως μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες που πέρασαν από την καγκελαρία της Γερμανίας».