Πάντα εριστικός, πάντα σαρκαστικός, πάντα αντιφατικός. Ο Μπρικνέρ θα συναντήσει το κοινό του στην Αθήνα στις 20 Σεπτεμβρίου και θα μιλήσει για το νέο του βιβλίο «Η Σοφία του Χρήματος».
Πέρα από συγγραφέας του προκλητικού μυθιστορήματος Τα Μαύρα Φεγγάρια του Έρωτα, ο Πασκάλ Μπρικνέρ έχτισε τη φήμη του ως ο φιλόσοφος που ποτέ δεν φοβήθηκε να πολεμήσει ενάντια στις προκαταλήψεις των συγχρόνων του σε όλα τα πεδία, είτε πρόκειται για την αγιοποίηση του έρωτα είτε για την ενοχή της Δύσης απέναντι στον Τρίτο Κόσμο είτε για τη διφορούμενη στάση της απέναντι στο Ισλάμ. Και όχι με τον πολιτικά ορθό τρόπο που μας έχει συνηθίσει η κοινότητα των φιλοσόφων, όπως θα μας αποδείξει ξανά στις 20 Σεπτεμβρίου στα Public της Πλατείας Συντάγματος, καλεσμένος των εκδόσεων Πατάκη.
Ένα νεαρό ζευγάρι καθηγητών της μέσης εκπαίδευσης ξεκινούν μία κρουαζιέρα με προορισμό την Ινδία. Είναι η επιτομή των καλομαθημένων παιδιών της γαλλικής μεσαίας τάξης, η γενιά που βίωσε τις αλλαγές μετά τον Μάη του ’68, προοδευτικοί, αυτάρεσκοι που επιθυμούν να ταξιδέψουν στην Ινδία για να γνωρίσουν τον πνευματικό πολιτισμό αυτής της εξωτικής χώρας.
Η γνωριμία τους με ένα άλλο παράξενο ζευγάρι θα είναι καταλυτική. Γιατί ο πλούσιος ανάπηρος καθηλωμένος στο καροτσάκι με την καλλονή σύντροφό του είναι αποφασισμένοι να παρασύρουν το αθώο ζευγάρι σε ένα διαστροφικό παιχνίδι καταρρίπτοντας όλες τις αυταπάτες του.
Αυτή είναι μία σύνοψη της ιστορίας που περιγράφεται στα Μαύρα Φεγγάρια του Έρωτα (πρωτοεκδόθηκε από τις εκδόσεις Αστάρτη το 1981 σε μετάφραση Μαρίνας Λώμη και επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις Πατάκη το 2017 σε μετάφραση Γιάννη Στρίγκου), το οποίο το 1981 έγινε μπεστ σέλερ πρώτα στη Γαλλία και μετά στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Οι αναγνώστες γοητεύτηκαν από την παράθεση των σεξουαλικών ακροτήτων που ξεκινούσαν από τον εξευτελισμό των εραστών και έφταναν στην ουρολαγνεία, αλλά μάλλον τους διέφυγε ο σαρκασμός του Μπρικνέρ. Ο μαθητής του Ρολάν Μπαρτ, με πτυχίο Φιλοσοφίας από το Πανεπιστήμιο του Παρισιού, έλεγε πάντα ότι «ο σκοπός του έργου μου είναι να δείξω ότι τη δεκαετία του εξήντα νομίσαμε πως ξεφορτωθήκαμε όλες τις προκαταλήψεις και τις επιταγές του μικροαστισμού και της χριστιανικής εκκλησίας. Αλλά στην πραγματικότητα αυτές οι επιταγές επανήλθαν στη προσπάθεια μας να βρούμε την ευτυχία και να καλύψουμε τις ενοχές μας. Ουσιαστικά πιστέψαμε ότι σκοτώσαμε το θεό αλλά παραμένουμε χριστιανοί στη σκέψη μας».
Αυτό το νιτσεϊκό «ο Θεός είναι νεκρός» κάνει τη παρουσία του από το πρώτο του λογοτεχνικό βιβλίο το οποίο θα εκδοθεί μετά την επιτυχία των Μαύρων Φεγγαριών. Έχει τίτλο Οι Παρίες (εδώ εκδόθηκε ως Γενέθλια Γη από τις εκδόσεις Λιβάνη, σε μετάφραση Αγγελικής Φιλλιπάτου) και είναι η σκοτεινή ιστορία ενός ανθρώπου που σκοτώνει παρίες στους δρόμους της Καλκούτας για να τους απαλλάξει από τη μίζερη ζωή τους.
Αρνούμενος να τον κατατάσσουν στους Νέους Φιλοσόφους, εκείνη τη δράκα των Γάλλων διανοουμένων που ξεκίνησε να αντιπαρατεθεί στην κυριαρχία της αριστερής σκέψης στον χώρο του πνεύματος και των μέσων ενημέρωσης και κατέληξε απολογήτρια του νέου συντηρητισμού, ο Μπρικνέρ προτίμησε μία μοναχική πορεία.
Έκανε μόνο μία παραχώρηση όταν συνυπέγραψε με τον Αλέν Φινκελκρό τη Νέα Ερωτική Αναρχία (εκδόσεις Αστάρτη, μετάφραση Μαρίνας Λώμη), ένα αλλόκοτο δοκίμιο όπου κηρύσσει την αναγκαιότητα μίας σεξουαλικής, ερωτικής απορρύθμισης ώστε να επανακτήσει ο σύγχρονος άνθρωπος την ικανότητα για ηδονή. Παράλληλα, κατά τη συνήθεια του, δεν ξεχνάει να στηλιτεύσει τις ανοησίες που έφερε η μεταμοντέρνα αισθητική, το New Age και ο μαχητικός φεμινισμός, σύμφωνα με τα οποία όλοι είναι όμορφοι με το δικό τους τρόπο και έχουν δικαίωμα στην απόλαυση.
Επόμενος στόχος θα είναι η συμπεριφορά των Δυτικών απέναντι στους «κολασμένους» του Τρίτου Κόσμου. Εκεί θα ξεδιπλώσει όλη τη πολεμική του και θα αρχίσει να διχάζει το κοινό. Όχι ότι τον πολυενδιαφέρει, αφού ο σκοπός του είναι να ξεριζώσει τον «μικροαστικό μπολσεβικισμό» των Δυτικών. Αυτό που εννοεί με αυτήν την φράση είναι το σύμπλεγμα ενοχών που νιώθουν οι δυτικοί για την ευμάρεια τους και προσπαθούν να το ξεπεράσουν υποκριτικά, φερόμενοι με κατανόηση και πατρονάροντας ουσιαστικά όλους τους κοινωνικά εξόριστους από τους λιμοκτονούντες λαούς της Αφρικής μέχρι τους εξεγερμένους Άραβες πιτσιρικάδες των παρισινών γκέτο.
Ειδικά το δοκίμιό του Ο πειρασμός της αθωότητας (εκδόσεις Αστάρτη, μετάφραση Λόισκας Αβαγιανού), που περιέχει και τη φράση «τίποτε δεν είναι πιο δυτικό από το να πολεμάς τη Δύση», είναι μία ανελέητη επίθεση σε μία κοινωνική οργάνωση όπου μπορείς να φέρεσαι με τον εγωισμό και την αμεριμνησία ενός παιδιού ή να προκαλείς τον οίκτο ως θύμα για να αποφεύγεις να είσαι υπεύθυνος πολίτης. Αυτό το ένιωσε και ο ίδιος δουλεύοντας για πέντε χρόνια σε μία ανθρωπιστική οργάνωση στην Αφρική, το Πακιστάν και την Νότια Αμερική. «Ο οίκτος είναι μία τεράστια αγορά» είχε πει για την εμπειρία του. «Ψάχνουν ανθρώπους για να τους βοηθήσουν ώστε χρηματοδοτηθούν από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή τις ΗΠΑ. Δεν είναι φιλανθρωπία αυτό είναι απλά μία βιομηχανία για να κερδίζεις χρήματα».
Αριστερός, όπως αυτοαποκαλείται, του οποίου τις σκέψεις τσιτάρουν οι δεξιοί. Αρνητής του νεοφιλελευθερισμού που παρόλα αυτά θαυμάζει τον τρόπο που η Θάτσερ εφάρμοσε μία θεραπεία σοκ στη βρετανική οικονομία. Πολέμιος της θυματοποίησης, αλλά υποστηριχτής των Βόσνιων ενάντια στους Σέρβους στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας. Εχθρός των οικολόγων, τους οποίους αποκαλεί νέα θρησκεία μετά την κατάρρευση του Μαρξισμού και του αγώνα ενάντια στην αποικιοκρατία. Λαύρος κατά των ισλαμιστών που σπέρνουν το θάνατο στις δυτικές μητροπόλεις, αλλά χειροκροτητής των στρατιωτικών επεμβάσεων στη Μέση Ανατολή.
Ο Μπρικνέρ κέρδισε έναν απίστευτο χαρακτηρισμό από τον Τίμοθι Γκάρτον λόγω αυτών των παλινωδιών του. Ο Άγγλος στοχαστής τον αποκάλεσε «διανοούμενο αντίστοιχο με τον μεθυσμένο που παραπατάει προσπαθώντας να βρει τον δρόμο».
Όμως ο Μπρικνέρ καταφέρνει να ξεπερνάει τις αντιφάσεις του με έναν εμπρηστικό λόγο που κλέβει τόσο από τους Διαφωτιστές Ντιντερό κα Βολταίρο όσο και από τον Χάιντεγκερ, τον Βίκο ή τους καταστασιακούς. Ή αντίθετα, παρατάει την πολιτική και την οικονομία και γράφει προκλητικά μυθιστορήματα όπως το Ο Άγιος Ζιγκολό (εκδόσεις Αστάρτη, μετάφραση Λόισκας Αβαγιάνου) όπου ξαναγράφει την Ωραία της Ημέρας με ήρωα έναν γοητευτικό άνδρα, πετυχημένο διπλωμάτη και αξιοπρεπή οικογενειάρχη που τις νύχτες μεταμορφώνεται σε αρσενική πόρνη.
Τώρα έρχεται να μας μιλήσει για το νέο του βιβλίο Η Σοφία του Χρήματος. Εκεί εξηγεί ότι οι παλιές θρησκείες που ευαγγελίζονταν ότι οι φτωχοί θα κερδίσουν την Βασιλεία των Ουρανών ψεύδονταν ασύστολα. Κι ότι σε αντίθεση με τους νάρκισσους πάμπλουτους που κάνουν το χρήμα θεό τους και τους ρομαντικούς καλλιτέχνες που το αρνούνται ως το απόλυτο κακό, πρέπει να φερόμαστε σοφά, να δείχνουμε το σεβασμό που του αξίζει χωρίς να γίνουμε δούλοι του.
Αλλά από τον πρόλογο ήδη δείχνει πως ούτε αυτό το βιβλίο είναι ένα δοκίμιο που μόνο βαρετό δεν φαίνεται. Όπως γράφει ο Μπρικνέρ, το 1921 ο Λένιν, σε μία σπάνια στιγμή λυρισμού, υποσχέθηκε σε όλους τους προλετάριους χρυσές τουαλέτες αφού μετά την παγκόσμια κυριαρχία του κομμουνισμού ο χρυσός δεν θα είχε πια καμία αξία. Το 2013 η Κιμ Καρντάσιαν και ο σύζυγος της, ράπερ Κάνιε Γουέστ, έβαλαν στα μπάνια του σπιτιού τους στο Λος Άντζελες χρυσές λεκάνες αξίας 550.000 δολαρίων. Έτσι ο Λένιν εισακούστηκε, αλλά όχι από αυτούς στους οποίους απευθυνόταν. Άλλωστε ο Μπρικνέρ πιστεύει ότι στην εποχή μας «οι αριστεροί έχουν παρατήσει τους προλετάριους στα χέρια της Ακροδεξιάς».