«Ο κ. Τσίπρας, σύμφωνα με την προσφιλή τακτική του, έφτιαξε πάλι μια εικονική πραγματικότητα», αναφέρει σε ανακοίνωσή του το Ποτάμι, με αφορμή τις τοποθετήσεις του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ.
Στον δικό του κόσμο «η οικονομία πάει καλά», η κυβέρνησή του προχωράει από επιτυχία σε επιτυχία και το μέλλον προδιαγράφεται λαμπρό. Έχει ανάγκη από ένα προεκλογικό παραμύθι. Γιατί οι αριθμοί που ξέχασε να αναφέρει, δείχνουν άλλα από εκείνα που βλέπει εκείνος, αναφέρει εν συνεχεία το Ποτάμι και προσθέτει:
«Ποιους αριθμούς ξέχασε:
* Συμφωνούν όλοι πλέον ότι η ανάκαμψη της χώρας εξαρτάται από το επίπεδο των επενδύσεων. Σύμφωνα με μελέτη της Price Waterhouse «από το 2009 ως το 2016 οι επενδύσεις ως προς το ΑΕΠ στην Ελλάδα απομακρύνθηκαν από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, δημιουργώντας ένα διευρυνόμενο επενδυτικό κενό, συνολικά της τάξης των 99 δισ. Ευρώ». Οι επενδύσεις των επιχειρήσεων πρέπει να αυξηθούν κατά 15 δισ. ετησίως μόνο και μόνο για την ανανέωση του υπάρχοντος κεφαλαιουχικού εξοπλισμού. Για να πετύχουμε ρυθμούς ανάπτυξης 3-4% ετησίως, πρέπει οι ετήσιες επενδύσεις να αυξηθούν κατά 10-12% του ΑΕΠ, δηλαδή περί τα 18-20 δισ. και να φτάσουν τα 40 δισ. ευρώ. Αυτό δεν γίνεται με τα μυαλά των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
* Να ληφθεί υπόψιν ότι η ελληνική οικονομία, διαχρονικά, δεν προσελκύει κεφάλαια από το εξωτερικό και βασίζεται κυρίως σε εγχώριες πηγές χρηματοδότησης. Οι 'Άμεσες Ξένες Επενδύσεις αντιστοιχούν (ακόμη και προ κρίσης) κατά μέσο όρο στο 7% περίπου του συνόλου των επενδύσεων. Η προσέλκυση επενδυτών δεν γίνεται όταν στη χώρα εξακολουθούν να υπάρχουν συνθήκες αβεβαιότητας.
* Η Ελλάδα βρίσκεται εκτός αγορών και τα επιτόκια δανεισμού κινούνται στο 4,5% στο δεκαετές ομόλογο. Οι οίκοι αξιολόγησης βαθμολογούν τη χώρα αρκετά κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Για να μπορούμε να δανειστούμε από τις αγορές χρειάζονται άλλοι ρυθμοί ανάπτυξης από τους σημερινούς. Αν δεν γίνει αυτό, ο κίνδυνος να ξαναπάμε στην ΕΕ και το ΔΝΤ για δανεικά (δηλαδή να γίνουμε Αργεντινή) είναι υπαρκτός.
* Σύμφωνα με το επικρατέστερο σενάριο για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το ΑΕΠ κατά κεφαλήν θα επιστρέψει στα προ κρίσης επίπεδα περίπου το 2030. Η Price Waterhouse εκτιμά ότι «η εξισορρόπηση της προσφοράς και ζήτησης στην ελληνική κατοικία θα επέλθει περί το 2047, λόγω της υπερπροσφοράς, της υψηλής φορολόγησης της κατοικίας και της έλλειψης στεγαστικής πίστης».
* Το δημόσιο χρέος έχει εκτιναχθεί στο 177,8% του ΑΕΠ. Έχουν ληφθεί κάποια μέτρα ως το 2032, αλλά μακροπρόθεσμα δεν είναι βιώσιμο.
* Ο όγκος των «κόκκινων δανείων» βρίσκεται στα 94 δισ. ευρώ. Τη στιγμή που απαιτούνται επενδύσεις, η διαθέσιμη χρηματοδότηση πηγάζει σχεδόν αποκλειστικά από το εσωτερικό της χώρας, λόγω μη πρόσβασης στις διεθνείς αγορές. Η αποταμίευση όμως είναι αρνητική.
* Αυξάνονται διαρκώς και τα χρέη των πολιτών προς το Δημόσιο. Τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, δείχνουν ότι τον Ιούλιο οι οφειλέτες του Δημοσίου αυξήθηκαν κατά 206.212 άτομα και από 3.727.416 που ήταν ο αριθμός τους στο τέλος Ιουνίου έφθασαν τα 3.933.628 άτομα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο τον Ιούλιο 2018 ανήλθαν στα 101,7 δισ. ευρώ, όταν τον Ιούλιο του 2017 ήταν στα 97,35 δισ. ευρώ.
* Το δημογραφικό, πέραν της εθνικής διάστασης, έχει και σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις. Προβλέπεται πως το 2060 ο πληθυσμός της Ελλάδας θα είναι κατά 2,4 εκατ. πολίτες μικρότερος. Η διαφορά είναι κρίσιμη για την οικονομική πολιτική. Σύμφωνα με άρθρο του Μπ. Τράα στην »Καθημερινή» χονδρικά ο μέσος ρυθμός δυνητικής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα είναι 0,5% τον χρόνο για τις επόμενες δεκαετίες. Δηλαδή η χώρα θα σέρνεται. Η ύπαρξη μικρότερου πληθυσμού στο μέλλον σημαίνει πως και η οικονομία θα είναι μικρότερη. Με μικρότερο πληθυσμό θα περιοριστούν η κατανάλωση, οι επενδύσεις και το επίπεδο της συνολικής απασχόλησης. Συνεπώς, περιορίζεται και το δυνητικό μέγεθος της ελληνικής οικονομίας.
* Ο πρωθυπουργός είπε ότι το 70% των νέων συμβάσεων εργασίας είναι πλήρους απασχόλησης. Πρόκειται για άλλο ένα ψέμα. Το 51,1% των συνολικών προσλήψεων αφορούν σήμερα ευέλικτες μορφές απασχόλησης, ενώ ο μέσος μισθός της μερικής απασχόλησης υπέστη διψήφια μείωση τα τελευταία 3,5 χρόνια και από το χαμηλό επίπεδο των 360 ευρώ που βρισκόταν το Δεκέμβριο του 2014, μειώθηκε κατά 12% και βρίσκεται κοντά στα 318 ευρώ το μήνα σήμερα».
«Ο κ. Τσίπρας ξέχασε αυτούς τους αριθμούς. Η αδυναμία χρηματοδότησης από τις αγορές, η ανάληψη μακροχρόνιων δεσμεύσεων για υψηλά πλεονάσματα και τα μεγάλα προβλήματα στη χρηματοδότηση των επενδύσεων δημιουργούν σοβαρές αμφιβολίες για τις προοπτικές της χώρας. Αλλά ο κ. Τσίπρας ενδιαφέρεται μόνο για τα ποσοστά του στις εκλογές ακόμη και αν αφήσει «καμένη γη». Παραδίδει μια χώρα βαριά τραυματισμένη, η οποία δίχως μεγάλες αλλαγές που θα ταράξουν το σημερινό τέλμα, είναι καταδικασμένη να σέρνεται», καταλήγει το Ποτάμι στην ανακοίνωσή του.