Ιστορική νίκη σημείωσε χθες η βραβευμένη με Νομπέλ ειρήνης Αούνγκ Σαν Σούου Κίι, η οποία κέρδισε μια βουλευτική έδρα στις συμπληρωματικές εκλογές που διεξάγονται στη Μιανμάρ.
Η νίκη της αποτελεί σταθμό για τη χώρα της Νοτιοανατολικής Ασίας, η οποία βρίσκεται εδώ και μισό αιώνα υπό την εξουσία των στρατιωτικών. Επί δύο δεκαετίες η Κίι θεωρούνταν ο υπ’ αριθμόν ένα εχθρός της χούντας και είχε τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό.
Μόλις έγινε γνωστή η εκλογή της ηγέτιδος της αντιπολίτευσης το κλίμα έγινε πανηγυρικό. Οι οπαδοί της φώναζαν «Νικήσαμε, νικήσαμε» και σχημάτιζαν το σήμα της νίκης. Ωστόσο η αντίδραση της 66χρονης Κιι ήταν ψύχραιμη. Σε μήνυμά της που εμφανίστηκε στο ψηφιακό ταμπλό του κόμματος, η ηγέτις της αντιπολίτευσης ζήτησε χαμηλούς τόνους και παρακάλεσε για αποφυγή πράξεων «που θα προκαλούσαν τη δυσαρέσκεια της άλλης πλευράς».
Πάντως ήδη υπάρχουν καταγγελίες για παρατυπίες στην εκλογική διαδικασία για τη συμπλήρωση των 45 άδειων εδρών στο εθνικό Κοινοβούλιο της Μιανμάρ με τις 664 έδρες.
Σε κεντρικό επίπεδο δεν αναμένεται να αλλάξουν πολλά, καθώς η νέα κυβέρνηση παρότι πολιτική, ελέγχεται από τους στρατιωτικούς. Ωστόσο το γεγονός και μόνο ότι η Αούνγκ Σαν Σούου Κίι κατάφερε να εκλεγεί, έχει αναπτερώσει τις ελπίδες των κατοίκων της Μιανμάρ (πρώην Βιρμανία) για εκδημοκρατισμό και εθνική συμφιλίωση.
Τον περασμένο χρόνο η χούντα έδωσε την εξουσία σε μια πολιτική κυβέρνηση η οποία προχώρησε σε ένα κύμα μεταρρυθμίσεων ενώ παράλληλα απελευθέρωσε τους πολιτικούς κρατούμενους, υπέγραψε συμφωνίες με ομάδες ανταρτών και άνοιξε διάλογο με τη Σούου Κίι.
Για την ηγέτιδα της αντιπολίτευσης, η μάχη τώρα αρχίζει, καθώς παίρνοντας τη θέση της στην Κάτω Βουλή θα βρεθεί αντιμέτωπη όχι μόνο με ένα εχθρικό πολιτικά περιβάλλον, αλλά και με τις προσδοκίες των πολιτών τις οποίες καλείται να μετατρέψει σε πολιτική πραγματικότητα.