Μπορεί στην κυβέρνηση να εκφράζουν τη βεβαιότητα ότι δεν είναι αναγκαία η περικοπή των συντάξεων, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιοι ότι οι δανειστές δεν θα επιμείνουν και γι’ αυτό εξετάζουν εναλλακτικά σενάρια δράσης.
Το σχέδιο, που φαίνεται να κερδίζει έδαφος ως Plan B, αν στραβώσει η διαβούλευση με τους Ευρωπαίους και το ΔΝΤ για την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς, είναι να δοθεί η αποκαλούμενη «13η σύνταξη». Όχι βέβαια ως μόνιμο μέτρο, αλλά ως εφάπαξ παροχή, που καλύπτει μέρος ή το σύνολο της ετήσιας απώλειας που θα έχουν οι συνταξιούχοι, εφόσον υλοποιηθεί η ψηφισμένη κατάργηση της προσωπικής διαφοράς, η οποία θα επιφέρει μείωση ως 18% σε κύριες και επικουρικές συντάξεις.
Πολιτικά, ο σχεδιασμός αυτός στέκει, καθώς αν το Βερολίνο, το Eurogroup και το ΔΝΤ επιμείνουν στη μείωση των συντάξεων ως διαρθρωτικό και όχι ως δημοσιονομικό μέτρο, η κυβέρνηση θα μπορέσει να χειριστεί επικοινωνικά το θέμα πιο εύκολα αν εξαγγείλει και χορηγήσει πριν από την Πρωτοχρονιά, την «13η σύνταξη», μέσω του εκτιμώμενου φετινού υπερπλεονάσματος. Επιπλέον, μια τέτοια κίνηση θα αποτρέψει το ενδεχόμενο μονομερούς ενέργειας- δηλαδή την κατάργηση της επίμαχης διάταξης χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των εταίρων- που φέρονται να εισηγούνται κάποιοι «θερμοκέφαλοι» κυρίως εντός του κόμματος.
Δημοσιονομικά υπάρχει, όμως, ένα... ζητηματάκι, καθώς το κόστος για την εφάπαξ καταβολή «13ης σύνταξης» σε όλους τους συνταξιούχους δεν είναι ευκαταφρόνητο. Συγκεκριμένα, ανέρχεται σε περίπου 1- 1,1 δισ ευρώ, εφόσον μιλάμε για συντάξεις ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, χωρίς διακρίσεις σε χαμηλές, μεσαίες ή υψηλές συντάξεις. Υπάρχει τέτοιος δημοσιονομικός χώρος για φέτος;
Σύμφωνα με τους τελευταίους επίσημους υπολογισμούς του υπουργείου Οικονομικών, όπως αποτυπώνονται στο Μεσοπρόθεσμο, το φετινό πλεόνασμα θα είναι λίγο πιο πάνω από το 3,5% ήτοι 3,56%, δημιουργώντας έτσι δημοσιονομικό χώρο, που μετά βίας υπερβαίνει τα 100 εκατ. Ευρώ. Ωστόσο, νέοι, ανεπίσημοι υπολογισμοί από το ΓΛΚ, μετά από τη συμπλήρωση του 7μήνου και τα αποτελέσματα από τις εισπράξεις του φόρου εισοδήματος και πολύ περισσότερο των ασφαλιστικών εισφορών, ανεβάζουν τον πήχη του φετινού πλεονάσματος στο 4% ή και 4,5%, κάτι που σημαίνει πως δημιουργείται ένας δημοσιονομικός χώρος τουλάχιστον 900 εκατ. Ευρώ. Για να επιβεβαιωθούν αυτές οι εκτιμήσεις θα πρέπει, πάντως, να συμπληρωθεί το 9μηνο ή το 10μηνο, κάτι που σημαίνει ότι ασφαλείς προβλέψεις νωρίτερα από την κατάθεση του Προϋπολογισμού ενδεχομένως να μην υπάρχουν.
Στο τελικό σχέδιο του Προϋπολογισμού θα αποτυπωθούν σε κάθε περίπτωση οι αποφάσεις όχι μόνο για τις συντάξεις αλλά και για τις παροχές του 2019, περίγραμμα των οποίων θα δώσει ο Αλέξης Τσίπρας το Σάββατο στη ΔΕΘ, με μια γενναία δόση ρίσκου. Κι αυτό γιατί σύμφωνα με πληροφορίες από αρμόδιες πηγές, η ελληνική πλευρά δεν αισθάνεται υποχρεωμένη να ενημερώσει τους δανειστές για τα μέτρα αυτά καθ’ αυτά, αλλά μόνο για το ότι θα μείνουν εντός του συμφωνημένου δημοσιονομικού χώρου των 700 εκατ. Ευρώ.
Εκτενέστερη συζήτηση σε τεχνοκρατικό επίπεδο θα γίνει από τις 10 Σεπτεμβρίου και μετά, όταν επιστρέψουν στην Αθήνα οι εκπρόσωποι των δανειστών, αλλά στο Προσχέδιο του Προϋπολογισμού, που θα κατατεθεί στη Βουλή την 1η Οκτωβρίου, τα «κουτάκια» θα παραμείνουν ανοικτά. Στόχος είναι να υπάρξει μια πρώτη αποτύπωση του δημοσιονομικού κόστους των παροχών στο Σχέδιο του Προϋπολογισμού, που θα αποστείλει η Αθήνα στην Κομισιόν στις 16 Οκτωβρίου, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, ενώ η πλήρης και λεπτομερής αποτύπωση θα γίνει στο τελικό Σχέδιο που θα κατατεθεί το Νοέμβριο προς ψήφιση στη Βουλή.