Το εμπάργκο των Ηνωμένων Πολιτειών προκάλεσε απώλειες 4,321 δισεκ. δολαρίων στην Κούβα, από τον Απρίλιο του 2017 έως τον Μάρτιο φέτος, ανακοίνωσε την Παρασκευή το υπουργείο Εξωτερικών της νησιωτικής χώρας.
«Στη διάρκεια της περιόδου που καλύπτει η έκθεση, ο αποκλεισμός προκάλεσε απώλειες της τάξης των 4,321 δισεκ. δολαρίων για την Κούβα», αναφέρει το υπουργείο σε ένα επίσημο κείμενο.
Η Κούβα και οι Ηνωμένες Πολιτείες αποκατέστησαν τις σχέσεις τους τον Ιούλιο του 2015 έπειτα από διακοπή 50 και πλέον χρόνων, όμως το αμερικανικό Κογκρέσο διατήρησε το εμπάργκο, παρά την αντίθετη βούληση του τότε προέδρου Μπαράκ Ομπάμα.
Αφότου τέθηκε σε εφαρμογή το 1962, «σε τρέχουσες τιμές, ο αποκλεισμός προκάλεσε ζημίες που αποτιμώνται σε τουλάχιστον 134,499 δισεκ. δολάρια» για την κουβανική οικονομία, συνεχίζει το υπουργείο.
Τον Νοέμβριο του 2017, με σκοπό να περιορίσει την προσέγγιση που ξεκίνησε ο προκάτοχός του, ο Ντόναλντ Τραμπ επανέφερε ένα μεγάλο μέρος των κυρώσεων, επιτρέποντας ωστόσο στους Αμερικανούς να «ταξιδεύουν στην Κούβα και να υποστηρίζουν τις μικρές ιδιωτικές επιχειρήσεις» στο νησί.
Τα μέτρα αυτά «είχαν αποτέλεσμα μια σημαντική μείωση των επισκέψεων από τις Ηνωμένες Πολιτείες, και προκάλεσαν μεγάλα εμπόδια στις οικονομικές και εμπορικές σχέσεις κουβανικών επιχειρήσεων με ενδεχόμενους αμερικανούς εταίρους ή τρίτες χώρες», διευκρινίζεται στο κείμενο του κουβανικού υπουργείου.
«Η ένταση του αποκλεισμού της Κούβας συνοδεύτηκε από μια επιθετική, απειλητική και αναιδή ρητορική και από περιορισμούς εκ μέρους των ανώτατων επιπέδων της αμερικανικής κυβέρνησης, κάτι που δημιουργεί μια μεγάλη έλλειψη εμπιστοσύνης και αβεβαιότητα», προστίθεται.
Βάσει ενός ψηφίσματος της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών υπό τον τίτλο «Η ανάγκη να τερματιστεί το οικονομικό, εμπορικό και χρηματοδοτικό εμπάργκο που επιβλήθηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες σε βάρος της Κούβας», το νησί υποβάλλει κάθε χρόνο έκθεση στον ΟΗΕ.
Από το 1992, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ έχει εγκρίνει 26 φορές αυτή την έκθεση, κάτι που ερμηνεύεται ως απόρριψη του εμπάργκο.
Φέτος, θα παρουσιαστεί κατά τη διάρκεια της ετήσιας συνόδου της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ σε ημερομηνία άγνωστη προς το παρόν.