Όταν ο χρόνος δεν εξαντλείται στο εδώ και τώρα, όταν ο θάνατος γίνεται γιορτή, η Χριστιανική Εκκλησία αποτίει τιμές στην Παναγία Θεοτόκο και με ιδιαίτερη λαμπρότητα γιορτάζει την Κοίμησή Της, διότι υπάρχει η ελπίδα της αιώνιας ζωής.
Σήμερα, η Ελλάδα βιώνει με ιδιαίτερη λαμπρότητα και κατάνυξη το «Πάσχα του καλοκαιριού», τη λαμπρότερη θεομητορική γιορτή της και η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μετάστασή Της από τη Γη στον Ουρανό. Και είναι ξέχωρη η χαρά, καθώς μέσα στο καλοκαίρι η Γιορτή της Παναγίας «κάνει την πατρίδα μας να ευωδιάζει πνευματικά», όπως έλεγε ο εικαστικός καλλιτέχνης Φώτης Κόντογλου, ο οποίος τόνιζε ότι «η Παναγία είναι η μητέρα της Ορθοδοξίας. Από το πνευματικό της μύρο ευωδιάζει, όχι μονάχα η Εκκλησία μας, αλλά και ολόκληρη η ζωή μας».
Εκατοντάδες προσωνύμια, Ελευθερώτρια, Οδηγήτρια, Γιάτρισσα, Βρεφοκρατούσα, Γλυκοφιλούσα, Ελεούσα, Παντάνασσα, Κεχαριτωμένη, Μολυβδοσκέπαστη, Τουρλιανή, Αθηνιώτισσα, Κυρά των Αγγέλων και πλείστα όσα ακόμη, την αγκαλιάζουν βουβά, μυσταγωγικά, με προσευχές αγάπης και ευγνωμοσύνης. Είναι η Παναγία, η μητέρα όλων μας. Εξ ου και αναρίθμητα τα προσκυνήματα, όπου προστρέχουν σήμερα χιλιάδες πιστών, καθότι απανταχού στην ελληνική επικράτεια ένα μοναστήρι ή ένας ναός, ακόμη και ένα εξωκλήσι τιμά το όνομά Της.
Το ΑΠΕ-ΜΠΕ αποτίει τον δικό του φόρο τιμής στη Θεομήτορα με μια μικρή ξενάγηση στα τέσσερα μεγαλύτερα προσκυνήματά της.
Η Μεγαλόχαρη στην Τήνο
Δεσπόζει όλων το προσκύνημα της Μεγαλόχαρης στην Τήνο, σημείο αναφοράς της Ορθοδοξίας όχι μόνο στον ελλαδικό χώρο, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Χιλιάδες πιστών, πολλοί εξ αυτών γονατιστοί, ανηφορίζουν με θρησκευτική ευλάβεια προς τον Ναό της Ευαγγελίστριας για να εκπληρώσουν το τάμα τους στην εικόνα της Παναγίας. Μάλιστα, η περιφορά του Επιταφίου και η μεγαλοπρεπής λιτάνευση της εικόνας Της σε ολόκληρη τη πόλη δημιουργούν θρησκευτικό δέος και συγκίνηση.
ξιο λόγου, ότι στον χώρο όπου βρίσκεται σήμερα κτισμένος ο Ι.Ν. της Ευαγγελίστριας υπήρχε παλαιότερα ένας άλλος ναός, του Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου, ο οποίος καταστράφηκε ολοσχερώς από τις επιδρομές των Σαρακηνών τον 12ο αι. Στον ναό βρισκόταν και η εικόνα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, την οποία κατά την παράδοση έφεραν από την Κωνσταντινούπολη. Η εικόνα αυτή έμεινε θαμμένη στη γη για περισσότερα από 800 χρόνια. Η Παναγία εμφανίστηκε στη μοναχή Πελαγία, στην οποία υπέδειξε πού βρίσκεται η εικόνα της. Ύστερα από ανασκαφές βρέθηκε. Συγκλονιστική υπήρξε η στιγμή που η σκαπάνη του εργάτη συνάντησε την εικόνα και την έκοψε στη μέση. Κι όμως, κατά θαυμαστό τρόπο, τόσο το πρόσωπο της Παναγίας όσο και του Αρχαγγέλου έμειναν ανέγγιχτα από την τομή. Επιπλέον, παρόλο που ήταν θαμμένη περισσότερα από 800 χρόνια, τα χρώματά της παρέμειναν «ζωντανά».
Η Παναγία Εκατονταπυλιανή της Πάρου
Στο διπλανό κυκλαδίτικο νησί, την Πάρο, τιμάται η Παναγία Εκατονταπυλιανή.
Ο παλαιοχριστιανικός ναός της βρίσκεται στο λιμάνι της Παροικιάς, πρωτεύουσας της νήσου, και θεωρείται από τους αρχαιότερους και καλύτερα διατηρημένους χριστιανικούς ναούς.
Στο αρχαιότερο ορθόδοξο προσκύνημα του Δεκαπενταύγουστου αποδίδονται δύο ονομασίες, «Καταπολιανή» και «Εκατονταπυλιανή». Και οι δύο είναι σύγχρονες και βρίσκονταν σε παράλληλη χρήση από τα μέσα του 16ου αι. Σήμερα, η επίσημη ονομασία του ναού είναι Εκατονταπυλιανή. Μάλιστα, η παράδοση που διασώζεται μέχρι σήμερα σχετικά με την ονομασία αυτή έχει ως εξής: «Ενενήντα εννέα φανερές πόρτες έχει η Καταπολιανή. Η εκατοστή είναι κλειστή και δεν φαίνεται. Θα φανεί η πόρτα αυτή και θα ανοίξει, όταν οι Έλληνες πάρουν την Πόλη».
Ο Ναός της Εκατονταπυλιανής, από τις εντυπωσιακότερες εκκλησίες του Αιγαίου, φοράει τα γιορτινά του. Στην πρωτεύουσα του νησιού, χαρακτηριστική είναι η περιφορά του Επιταφίου της Παναγίας, που δίνει το έναυσμα για το παραδοσιακό γλέντι το οποίο θα ακολουθήσει με νησιωτικούς χορούς και με το κρασί της Πάρου να ρέει εν αφθονία. Την ίδια ώρα, στο λιμανάκι της Νάουσας, δεκάδες καΐκια με αναμμένες δάδες προσεγγίζουν την προβλήτα και δίνουν το σύνθημα για να αρχίσει η γιορτή.
Ο Ποντιακός Ελληνισμός στο Βέρμιο για την Παναγία Σουμελά
Από την πλευρά του, ο Ποντιακός Ελληνισμός συναντάται στις πλαγιές του Βερμίου όρους, στην Ιερά Μονή της Παναγίας Σουμελά, για να γιορτάσει με θρησκευτική μεγαλοπρέπεια. Χιλιάδες προσκυνητών από ολόκληρη την Ελλάδα, καθώς και εκπρόσωποι Ομοσπονδιών και Ποντιακών Σωματείων από την Ελλάδα και το εξωτερικό, συρρέουν στην ιστορική εκκλησία, σύμβολο των «χαμένων πατρίδων» και της ποντιακής πίστης, όπου η Θεία Λειτουργία και ο Μεγάλος Εσπερινός της Κοίμησης της Θεοτόκου τελούνται με μεγάλη ευλάβεια. Στο αποκορύφωμα της γιορτής, ποντιακά συγκροτήματα προσφέρουν μοναδικές στιγμές με παραδοσιακούς σκοπούς και πολύωρο γλέντι.
Η εκκλησία κτίστηκε το 1951 από τους πρόσφυγες του Πόντου, στη μνήμη της ιστορικής ομώνυμης μονής, τα ερείπια της οποίας βρίσκονται στο όρος Μελά, κοντά στην Τραπεζούντα του Πόντου.
Στη Μυτιλήνη, η Παναγία της Αγιάσου
Ένα από τα μεγαλύτερα προσκυνήματα της χώρας είναι η Παναγία της Αγιάσου, στην ενδοχώρα της Λέσβου. Αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι άνθρωποι κάθε ηλικίας ξεκινούν από την παραμονή του Δεκαπενταύγουστου, από κάθε σημείο του νησιού, για να φτάσουν στον αυλόγυρο της εκκλησίας, όπου διανυκτερεύουν και να προσκυνήσουν τη «δική τους Παναγία».
Στην Αγιάσο, ο Δεκαπενταύγουστος αποτελεί ξεχωριστή εμπειρία για όλους. Στο κέντρο της βρίσκεται ο ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου, όπου οδηγούν από την πρώτη του μήνα όλοι οι δρόμοι, όταν αρχίζουν να καταφθάνουν τα καραβάνια των προσκυνητών. Η κωμόπολη παίρνει όψη πανηγυρική. Οι προσκυνητές έρχονται και φεύγουν κατά κύματα.
Ανήμερα της εορτής, μετά τη Θεία Λειτουργία, γίνεται η περιφορά της εικόνας της Παναγίας της Αγιάσου γύρω από τον ναό, ενώ παράλληλα οι εορταστικές εκδηλώσεις φθάνουν στο αποκορύφωμά τους με μουσική και χορούς στην πλατεία του χωριού.
Η ομώνυμη εικόνα είναι έργο του ευαγγελιστή Λουκά, πλασμένη με κερί και μαστίχα. Η ιστορία της ξεκινά πριν από περίπου 1.100 χρόνια, την περίοδο της Εικονομαχίας, όταν οι υπερασπιστές της κατέστρεφαν με μένος κάθε εικόνα. Τότε ο ιερέας Αγάθων ο Εφέσιος έφθασε στη Λέσβο έχοντας μαζί του όσα ιερά κειμήλια μπόρεσε να διασώσει. Ως πολύτιμο φυλαχτό κρατούσε μία αρχαία βυζαντινή εικόνα διαστάσεων 0,56χ0,62. Ήταν μια εικόνα της Θεοτόκου που κρατούσε τον Ιησού Χριστό. Ο Αγάθων δίσταζε να παραμείνει στα παραθαλάσσια μέρη του νησιού διότι φοβόταν από τις συχνές επιθέσεις πειρατών και κατευθύνθηκε προς τα βουνά. Όταν έφτασε σε μια έρημη τοποθεσία, με πολλά δέντρα και μεγάλους θάμνους, αποφάσισε πως αυτός θα είναι ο χώρος που θα ασκητέψει. Πρώτη του μέριμνα ήταν να προστατεύσει την εικόνα. Έφτιαξε μια κρύπτη και μαζί με τα άλλα κειμήλια που είχε φέρει την έκρυψε εκεί. Στην πορεία, αρκετοί πιστοί αποφάσισαν να ασκητέψουν εκεί μαζί του και έχτισαν ένα μικρό μοναστήρι. Για πολλά χρόνια, ακόμη και μετά την κοίμηση του Αγάθωνος, η εικόνα προστατευόταν και φυλασσόταν με προσοχή και ευλάβεια.
Μετά την αναστήλωση των εικόνων με την Ζ' Οικουμενική Σύνοδο, χιλιάδες πιστοί από όλο το νησί αλλά και από τα μικρασιατικά παράλια έφταναν καθημερινά στο μοναστήρι για να προσκυνήσουν την εικόνα της Παναγίας. Το ενδιαφέρον των πιστών ήταν τέτοιο που ανάγκασε τους μοναχούς να χτίσουν ένα μεγάλο ναό, ώστε να εξυπηρετούνται οι προσκυνητές που έρχονταν με πεζοπορία ή με τα ζώα τους.
Άνθρωποι με ευλάβεια ανέβαιναν για να τιμήσουν την Παναγία την Αγιά Σιών και να της απευθύνουν τις προσευχές τους. Αγιά Σιών ήταν γνωστή, διότι έτσι αναγραφόταν στο εικόνισμα που προερχόταν από τα Ιεροσόλυμα. Και από το «πάμε στην Αγιά Σιών» προέκυψε το «πάμε στην Αγιάσο», όπου οδηγούν όλοι οι δρόμοι της Ορθοδοξίας του νησιού και όχι μόνο.