Η Ελλάδα ρίχνει μια σανίδα σωτηρίας στον Μπασάρ αλ Ασαντ, επαναφέροντας τις εισαγωγές φωσφορικού άλατος από ορυχεία κοντά στην Παλμύρα, γράφει το Politico.
Οι πωλήσεις του ορυκτού, το οποίο χρησιμοποιείται κυρίως ως λίπασμα, είναι ολοένα πιο σημαντικές για τον πρόεδρο της Συρίας, επειδή οι διεθνείς κυρώσεις κατά του αργού πετρελαίου περιορίζουν την πρόσβασή του σε «σκληρό» νόμισμα, σημειώνει το δημοσίευμα. Από το 2009 έως το 2011, η Συρία παρείχε σχεδόν το ένα πέμπτο των εισαγωγών της ΕΕ σε φωσφορικό άλας, αλλά αυτές οι πωλήσεις κατέρρευσαν κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Επίσημα στοιχεία της ΕΕ για τις εισαγωγές δείχνουν ότι οι αποστολές φωσφορικών αλάτων στην Ευρώπη- με προορισμό σχεδόν αποκλειστικά την Ελλάδα- συνεχίζονται και τριπλασιάστηκαν από τον Δεκέμβριο του 2017 έως τον Απρίλιο του 2018. Οι ποσότητες παραμένουν μικρές, σε σύγκριση με τα δεδομένα πριν από τον πόλεμο, αλλά η Συρία προσπαθεί να επιστρέψει στην αγορά της ΕΕ και τον γιγάντιο αγροτικό τομέα της, συνεχίζει το Politico.
Η Συρία είναι σε θέση να εξάγει ξανά επειδή Ρώσοι επενδυτές «ανέστησαν» τα ορυχεία στην Παλμύρα, που ήταν στα χέρια τζιχαντιστών του ISIS από το 2015, ανέφεραν στο Politico τρία άτομα που εμπλέκονται σε αυτή τη βιομηχανία. Ο Ασαντ παραχώρησε στους Ρώσους τα ορυχεία πέρυσι, όταν η Μόσχα τον βοήθησε στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Τα ορυχεία, σύμφωνα με το Politico, είναι στα χέρια του Γκενάντι Τιμτσένκο, που ήταν στη λίστα των αμερικανικών κυρώσεων μετά την προσάρτηση της Κριμαίας. Η ΕΕ δεν έχει επιβάλει κυρώσεις σε βάρος του, ή στην εταιρεία του, αλλά υπάρχει ο κίνδυνος οι ΗΠΑ να βάλουν στο στόχαστρο Ευρωπαίους επειδή συναλλάσσονται με το ορυχείο, ανέφεραν δικηγόροι στο Politico.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει το δημοσίευμα, τον Δεκέμβριο του 2017 η Ελλάδα εισήγαγε 5.000 τόνους. Εως τον Απρίλιο του 2018, ανέβηκε στους 16.900 τόνους, αξίας σχεδόν 900.000 ευρώ. Η εισαγωγή φωσφορικών αλάτων από τη Συρία δεν παραβιάζει τις κυρώσεις της ΕΕ ενάντια σε Ρώσους, αλλά ενέχουν κινδύνους, γιατί η Ουάσινγκτον έχει βάλει στο στόχαστρο τον Τιμτσένκο και την εταιρεία του, Stroytransgaz. «Σε αυτή την περίπτωση, στην οποία φωσφορικά άλατα προέρχονται από εταιρεία σε βάρος της οποίας υπάρχουν αμερικανικές κυρώσεις και πηγαίνουν σε ελληνική εταιρεία, το ρίσκο είναι ότι η ελληνική εταιρεία μπορεί να γίνει στόχος κυρώσεων και να προστεθεί στην αμερικανική λίστα των κυρώσεων, γιατί συναλλάσσεται με ρωσική εταιρεία σε τακτική βάση», δήλωσε ο Χαλ Ερεν, δικηγόρος στην Ουάσινγκτον, με ειδικότητα στις οικονομικές κυρώσεις.
«Αν συναλλάσσεσαι με εταιρεία της μαύρης λίστας, μπορεί κι εσύ να μπεις στη μαύρη λίστα και να μην μπορείς να κάνεις δουλειές με τις ΗΠΑ, ή καμία τράπεζα στον κόσμο να μην συνεργάζεται μαζί σου με τον φόβο ότι θα εμπλακεί σε συναλλαγές με εταιρείες που τους έχουν επιβληθεί κυρώσεις», εξήγησε ο ίδιος.