Τα τελευταία χρόνια ζω στο Χαλάνδρι και δουλεύω στο κέντρο της Αθήνας.
Αναγκάζομαι, λόγω του ότι το σπίτι μου βρίσκεται πολύ κοντά στη λεωφόρο Κηφισίας και μακριά από σταθμούς μετρό, να μετακινούμαι καθημερινά με το λεωφορείο, ή το τρόλεϊ -ανάλογα τι θα περάσει πρώτο (αν με ρωτάτε προτιμώ το τρόλεϊ, μου φαίνεται πιο ανθρώπινο).
Τις περισσότερες μέρες λοιπόν είτε στριμώχνομαι σαν σαρδέλα Καλλονής στο 550 (Κηφισιά-Φάληρο) ή αν είμαι τυχερή θα αλλάξω σε επόμενη στάση και θα μπω στο τρόλεϊ 10 (Χαλάνδρι-Τζιτζιφιές) για να φτάσω στα Ιλίσια. Όπου και θα κατέβω.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή θα μεσολαβήσουν πολλά. Φανάρια, στάσεις, μποτιλιάρισμα, κόρνες, κόσμος να μπαίνει, να βγαίνει, να βρίζει, να υβρίζεται, να μυρίζει ιδρώτα και απλυσιά, να αγγίζει και να αγγίζεται, να δίνει πληροφορίες, να παίρνει πληροφορίες, να χάνει στάσεις να σπρώχνει και να σπρώχνεται και άλλα όμορφα πράγματα που δεν σταματούν ποτέ να μας υπενθυμίζουν πόσο σκληρή είναι η καθημερινότητα στην Αθήνα.
Σε αυτό που θα ήθελα να σταθώ όμως σήμερα, είναι το μέτρο των τελευταίων μηνών, συγκεκριμένα της 2ας Ιουλίου, που ορίζει ότι η είσοδος των επιβατών πρέπει να γίνεται αποκλειστικά από τη μπροστινή πόρτα των λεωφορείων.
Λίγο μετά τις 6 το απόγευμα επιβιβάζομαι από τη στάση Ιλίσια, στο τρόλεϊ που εκτελεί το δρομολόγιο Πατήσια-Νέο Ψυχικό, με σκοπό να αλλάξω σε κάποια στάση με άλλο που θα ανέβαινε στο Χαλάνδρι.
Ο οδηγός, που το είχε πάρει πολύ ζεστά -και καλώς έκανε, στις στάσεις άνοιγε πρώτα την μπροστινή πόρτα ώστε να επιβιβαστούν όσοι περίμεναν και κατόπιν -μετά από κάποια δευτερόλεπτα- τις πίσω πόρτες ώστε να κατέβουν όσοι το επιθυμούσαν. Με αυτή την τακτική, εξασφάλιζε ότι όλοι όσοι ήταν έξω, θα ανέβαιναν από την πρώτη πόρτα...
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου για το παράδοξο της μπροστινής πόρτας, στο Bovary.gr