Η Ελλάδα δεν είναι η μόνη χώρα που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει ακραία καιρικά φαινόμενα, τόνισε ο αντιπρύτανης του ΤΕΙ Λαμίας, φέρνοντας ως παράδειγμα τον πρόσφατο φονικό καύσωνα στην Ιαπωνία, που κόστισε τουλάχιστον 80 ανθρώπινες ζωές.
Σε έναν κύκλο 30 ετών, ο κάθε κάτοικος της ανατολικής Αττικής και η περιουσία του θα έρθουν αντιμέτωποι, τουλάχιστον μια φορά, με ένα ακραίο φαινόμενο, όπως μια επικίνδυνη πυρκαγιά, επισήμανε ο Μιχάλης Βραχνάκης, καθηγητής τμήματος Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος.
«Οταν ένα καιρικό φαινόμενο είναι ακραίο τότε απαιτούνται εκπληκτικά ανακλαστικά και συντονισμός στην αντιμετώπισή του. Όταν όμως είναι και πολυπαραγοντικό, τότε απαιτείται η ανάπτυξη κουλτούρας αντιμετώπισης από την πολιτεία», επισήμανε μιλώντας στο ΑΠΕ.
«Για παράδειγμα, όταν ο αστικός ιστός εξαπλώνεται (νομίμως ή παρανόμως) εντός ενός πυρόφιλου περιβάλλοντος, όπως αυτό της ξηροθερμικής ζώνης των αείφυλλων πλατύφυλλων και της χαλεπίου και τραχείας πεύκης των ανατολικών περιοχών της Αττικής, απαιτείται εκπαίδευση των μονίμων κατοίκων πάνω στη συμπεριφορά τους πριν, κατά και μετά την πυρκαγιά. Είναι σίγουρο ότι σε ένα κύκλο 30 ετών ο κάθε κάτοικος της ανατολικής Αττικής καθώς και η περιουσία του θα έρθουν τουλάχιστον μία φορά αντιμέτωποι με ένα ακραίο φαινόμενο, όπως μία επικίνδυνη πυρκαγιά. Εδώ θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η κλιματική αλλαγή είναι πια ο κανόνας στα φυσικά πλαίσια που ζούμε. Οι υποδομές που έχουν δημιουργηθεί στα αστικά τοπία δεν είναι απολύτως συμβατές με τα ακραία καιρικά φαινόμενα καθώς φτιάχτηκαν για να αντιμετωπίζουν ήπιες κλιματικές συνθήκες. Χρειάζεται νέα σκέψη στον σχεδιασμό και εφαρμογή που θα λαμβάνει υπόψη την κλιματική αλλαγή, που πια χτυπάει την πόρτα μας», εξήγησε ακόμη ο αντιπρύτανης του ΤΕΙ Λαμίας.
Σε ερώτηση για το αν η ένταση και η ταχύτητα της πυρκαγιάς ήταν από τα βασικά αίτια της τραγωδίας, σημείωσε:
«Η κάθε πυρκαγιά έχει τα δικά της χαρακτηριστικά. Αυτό έχει να κάνει μεταξύ άλλων και με την περιεχόμενη υγρασία στην καύσιμη ύλη, αλλά και με την υγρασία του αέρα (σχετική υγρασία). Η δε υγρασία της καύσιμης ύλης εξαρτάται από το αν η ύλη είναι ζωντανή ή νεκρά. Σύμφωνα με στοιχεία των δασολόγων ερευνητών του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ η ζωντανή δασική ύλη μπορεί να έχει περιεχόμενη υγρασία 50-300%, δηλ. κάθε γραμμάριο ύλης μπορεί να έχει 0,5-3 γραμμάριο νερού. Αντίστοιχα στη νεκρά είναι μόλις 2-30% και εξαρτάται από την υγροσκοπικότητα της ύλης, δηλαδή την ικανότητα να απορροφά νερό από το περιβάλλον. Εξυπακούεται όσο πιο μεγάλη είναι η υγρασία τόσο αργότερα φλέγεται η ύλη. Επιπλέον, όσο πιο μεγάλη είναι η υγρασία του αέρα τόσο αργότερα καίγεται η ύλη».
Συγκεκριμένα, στη φονική πυρκαγιά στο Μάτι, υπογράμμισε την πολύ μεγάλη ένταση και την ταχύτητα, αλλά και την υψηλή ευφλεξιμότητα της ύλης λόγω των ισχυρών ανέμων.
«Ο άνεμος έχει την ιδιότητα να μειώνει ταχύτατα την υγρασία της ατμόσφαιρας και κατ' επέκταση να περιορίζει την υγρασία της ύλης (ζωντανή και νεκρή) στα χαμηλότατα, αν όχι μηδενικά, κατώτερα όριά της. Ο άνεμος απομακρύνει το περιοριστικό διαπνευστικό στρώμα που βρίσκεται πάνω από τη ζωντανή ύλη (φυτά) με αποτέλεσμα να αυξάνεται η μεταφορά του νερού από τους φυτικούς ιστούς προς την ατμόσφαιρα. Όταν και το έδαφος είναι ξερό τότε δεν υπάρχει αναπλήρωση και μεταφορά μέσω των ριζών και αντιλαμβάνεστε ότι πολύ γρήγορα δημιουργείται ύλη εύκολα να καεί», συμπλήρωσε.
Σε ερώτηση για το αν ο ίδιος αντιμετωπίζει κι άλλες αιτίες, απάντησε:
«Το σύστημα που προσδιορίζει την καταστροφικότατα μίας πυρκαγιάς είναι πολυπαραγοντικό και δεν συνδέεται μόνο με την ένταση και ταχύτητα του ανέμου. Μία ομάδα παραγόντων έχει να κάνει με της επικρατούσες φυσικές συνθήκες, όπως το είδος και η ποσότητα της νεκρής και ζωντανής βιομάζας, η υπέργεια αρχιτεκτονική της (π.χ. ύψος κόμης δένδρων), οι επικρατούσες κλιματικές συνθήκες μικρής και μεγάλης κλίμακας, το ανάγλυφο και υγρασία εδάφους. Μία άλλη ομάδα αναφέρεται στις κοινωνικές και οργανωτικές συνθήκες, όπως έγκαιρη ενημέρωση του πληθυσμού, σύστημα πρόληψης, ύπαρξη σχεδίων διαφυγής, ταχύτητα ειδοποίησης και άμεσης απόκρισης, ανθρώπινο λάθος, και άλλα. Τέλος μία άλλη ομάδα αναφέρεται στις οικονομικές συνθήκες οι οποίες ευρύτερα μπορούν να επηρεάσουν την καταστροφικότητα μίας πυρκαγιάς, όπως η εγκατάλειψη παραδοσιακών χρήσεων γης που βρίσκονταν σε άμεση συνάφεια με τη διατήρηση και προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, οι εμπρησμοί για οικονομικούς λόγους, η αξία της γης και άλλοι».