Πρώτα ήταν η Janis, μετά ο Hendrix -νέοι, υπέροχοι, υστερικά ταλαντούχοι, νεκροί από αλκοόλ και drugs. Κάποια μέρα, λίγο πριν κλείσει τα 27, ο Jim είχε σηκώσει το ποτήρι του και είχε πει στους φίλους του, σε κείνο το παλιό bar: «Πίνετε με το νούμερο τρία».
«Δεν θα με πείραζε να πεθάνω σε ένα αεροπορικό δυστύχημα. Θα ήταν ένας ωραίος τρόπος για να «φύγω». Δεν θέλω να πεθάνω στον ύπνο μου ή από γηρατειά ή από υπερβολική δόση. Θέλω να νιώσω πώς είναι. Θέλω να το γευτώ, να το ακούσω, να το μυρίσω. Ο θάνατος έρχεται μόνο μια φορά -δεν θα ‘θελα να τον χάσω».
Αλλά δεν έγινε όπως το ‘χε πει. Ο Jim Morrison, ο ποιητής, ο επαναστάτης, ο μαγευτικός και καταραμένος θεός της rock, πέθανε σε ένα διαμέρισμα στο Παρίσι. Σάββατο ξημερώματα, στις 3 Ιουλίου 1971, βρέθηκε νεκρός μες στην μπανιέρα του από τη φίλη του Pamela Courson -μια σταγόνα ξερό αίμα στόλιζε το πάνω χείλος του. Ο γιατρός που τον εξέτασε, διέγνωσε καρδιακή προσβολή. Πουθενά, δεν βρέθηκαν στοιχεία εγκληματικής ενέργειας. Ο θάνατος του Μοrrison καταχωρήθηκε ως «θάνατος από φυσικά αίτια». Νεκροψία δεν έγινε. Θάφτηκε ήσυχα σε ένα νεκροταφείο, στο Παρίσι, δίπλα στον Oscar Wilde, την Piaf, τον Chopin, τον Bizet, τον Honore de Balzac. Και μέχρι σήμερα, το που, το πώς, και το γιατί αυτής της ιστορίας, δεν έχουν απαντηθεί..
Διαβάστε την συνέχεια του άρθρου στο bovary.gr