Ο απερχόμενος πρόεδρος της Παραγουάης Οράσιο Κάρτες ανακοίνωσε την Τρίτη ότι ακυρώνει το σχέδιό του να τερματίσει πρόωρα τη θητεία του--του απομένουν περίπου δύο μήνες στο αξίωμα--διότι το κοινοβούλιο δεν ενέκρινε την ανάδειξή του σε μια έδρα της Γερουσίας, όπως επιδίωκε.
«Απευθύνομαι στην εξοχότητά σας για να αποσύρω την απόφασή μου να εγκαταλείψω τα καθήκοντά μου του προέδρου, την οποία είχα ανακοινώσει την 28η Μαΐου και η οποία δεν εξετάστηκε από το κοινοβούλιο», ανέφερε ο Κάρτες σε επιστολή του προς την προεδρία της Γερουσίας.
Η εκλογή του Κάρτες στο αξίωμα του γερουσιαστή στις εκλογές της 22ας Απριλίου προκάλεσε πολεμική στην Παραγουάη, όπου στους πρώην πρόεδρους γενικά παραχωρείται έδρα γερουσιαστή ισοβίως μεν, αλλά χωρίς δικαίωμα ψήφου στο ημικύκλιο.
Για να διευκολυνθεί η ανάληψη των κοινοβουλευτικών καθηκόντων του, ο Κάρτες αποφάσισε να συντομεύσει τη θητεία του, αλλά δεν εξασφάλισε την απαραίτητη πλειοψηφία ώστε το κοινοβούλιο να επικυρώσει την παραίτησή του.
«Διαπιστώνω προς μεγάλη μου θλίψη ότι ορισμένοι νομοθέτες δεν θέλησαν να σεβαστούν τη λαϊκή βούληση που εκφράστηκε την 22α Απριλίου, κατά συνέπεια αποσύρω την παραίτησή μου», ανέφερε ο πρόεδρος μέσω Twitter.
Ο Οράσιο Κάρτες, του κόμματος Κολοράδο, της παράταξης της δεξιάς που ασκεί την εξουσία εδώ και δεκαετίες στην Παραγουάη, ήταν ο υποψήφιος που συγκέντρωσε τις περισσότερες ψήφους στις εκλογές για την ανάδειξη των μελών της Γερουσίας.
Όμως η αντιπολίτευση και μια ομάδα κοινοβουλευτικών του Κολοράδο που υποστηρίζει τον εκλεγμένο διάδοχο του Κάρτες στην προεδρία, τον Μάριο Άμπντο Μπενίτες, αρνήθηκαν να εγκρίνουν την παραίτηση του Κάρτες.
Ο Μάριο Άμπντο θα αναλάβει τα καθήκοντά του την 15η Αυγούστου.
Αν η παραίτηση του Κάρτες εγκρινόταν, η Αλίσια Πουτσέτα, μια 68χρονη πρώην δικαστίνα, θα αναλάμβανε προσωρινά την προεδρία στην Παραγουάη, κάτι χωρίς προηγούμενο στη νοτιοαμερικάνικη χώρα όπου η πρόσβαση των γυναικών στα δημόσια αξιώματα και σε θέσεις ευθύνης είναι από τις ισχνότερες στη Λατινική Αμερική.
Στο κοινοβούλιο της Παραγουάης αναδείχθηκαν στις εκλογές του Απριλίου μόλις οκτώ γερουσιάστριες (επί του συνόλου των 45 εδρών της Γερουσίας) και ένδεκα βουλεύτριες (επί συνόλου 80 εδρών της κάτω Βουλής).