Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος είναι το συνώνυμο του ελληνικού θεάτρου.
Το 1951 είδε για πρώτη φορά παράσταση, τον Μάνο Κατράκη στον «Προμηθέα Δεσμώτη», στους Δελφούς. Τρία χρόνια μετά κατέβηκε για πρώτη φορά στην Επίδαυρο. Φέτος συμπληρώνει 48 χρόνια ως επίσημος θεατρικός κριτικός, ως επαγγελματίας θεατής. Βλέπει γύρω στα 55-60 έργα τον χρόνο, πράγμα που σημαίνει ότι μετρά γύρω στις 5.000 παραστάσεις, συνολικά. Ενα πανελλήνιο αλλά και πανευρωπαϊκό ρεκόρ.
«Η Επίδαυρος έχει τα μυστικά της. Ο Ροντήρης, ο Αλέξης Σολομός, τα ήξεραν και γι΄αυτό χρησιμοποιούσαν ειδικά εργαλεία. Κακά τα ψέμματα μόνον αν είσαι ειδικευμένος σ΄αυτόν τον χώρο πετυχαίνεις. Γι΄αυτό και καταρρέουν καριέρες.
Ετσι κατέρρευσε η «Μήδεια» του Λιβαθινού, η «Ηλέκτρα» του Μιχαήλ Μαρμαρινού, ακόμα και οι «Πέρσες» του Λευτέρη Βογιατζή. Διότι αυτοί οι άνθρωποι δεν είχαν τα εργαλεία, αλλά δεν τους έλειπε η έμπνευση. Χωρίς γαλλικό κλειδί δεν μπορείς να ξεβιδώσεις βίδα. Δεν είναι αστεία πράγματα αυτά.
Ο Σεφερλής είναι ένας πολύ καλός κωμικός και θα μπορούσε να είναι ένας πολύ καλός αριστοφανικός, με έναν άξιο σκηνοθέτη. Για μένα είναι πολύ σημαντικότερος από παλιούς της επιθεώρησης που δοξάστηκαν. Γράφει κείμενα, τραγουδάει, χορεύει κι έχει ένα επικοινωνικό χάρισμα με το κοινό που το είχε πιθανόν ο Σταυρίδης. Δεν έχει σχέση με αυτό που κάνει στην τηλεόραση. Και δεν υπολείπεται όσων κατεβαίνουν φέτος στην Επίδαυρο. Κάποιοι άλλωστε έχουν αποτύχει, όπως ο Βέγγος. Γιατί ήταν εκτός ρυθμού. Ο Βέγγος ήξερε να τρέχει κι εκεί δεν έτρεχε. Δεν γράφτηκε επάνω του ο Αριστοφάνης, δεν ήταν ο Θου Βου...»
Διαβάστε όλη τη συνέντευξη του Κώστα Γεωργουσόπουλου στη Μυρτώ Λοβέρδου, στο Bovary.gr