Αλλεπάλληλες είναι οι επαφές με επενδυτές και εκπροσώπους των Οίκων Αξιολόγησης εν αναμονή των αποφάσεων του Eurogroup για το Χρέος, με στόχο να πειστούν ότι η Ελλάδα γυρίζει σελίδα, ωστόσο τα πρωτοσέλιδα κυρίως του γερμανικού Τύπου προετοιμάζουν για μια «χλιαρή» συμφωνία.
«Είναι σαν να προσπαθούμε να πουλήσουμε πάγο σε Εσκιμώους» ανέφερε στο iefimerida πηγή κοντά στη διαδικασία, σχολιάζοντας τις επαφές, εν είδη μασάζ, σε εκπροσώπους της Moody’s, λίγες ώρες πριν δημοσιοποιηθούν οι παράμετροι της συμφωνίας για την μεταμνημονιακή επιτήρηση και την ελάφρυνση του Χρέους. Με βάση τις πληροφορίες που συρρέουν από τα μέτωπα της διαπραγμάτευσης, το καλάθι που θα κρατά αύριο ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών θα πρέπει να είναι μικρό, ενώ οι γκρίζες ζώνες στο σχέδιο συμφωνίας δείχνουν να προβληματίζουν τους ανθρώπους των αγορών.
Κατ’ αρχάς το εύρος της επιμήκυνσης των δανείων του 2ου Μνημονίου όπως όλα δείχνουν θα απέχουν πολύ από τις απαιτήσεις του ΔΝΤ, τις οποίες λίγο ως πολύ έχουν ενστερνιστεί επενδυτικές τράπεζες κατά την αξιολόγηση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας. Από την 15ετία, που προσδοκούσε και η Αθήνα, πλέον η 7ετία θα πρέπει να θεωρείται επιτυχία, χωρίς, ωστόσο, να έχει «κλειδώσει» ούτε αυτό.
«Κλειδί» της συμφωνίας χαρακτηρίζεται, επίσης, η εξαγορά των ακριβών δανείων του ΔΝΤ, ενώ για τα αντίστοιχα δάνεια του 1ου Μνημονίου (διακρατικά) και τα ομόλογα που διακρατεί η ΕΚΤ, υπάρχουν νομικά ζητήματα που ουσιαστικά καθιστούν αδύνατη μια ανάλογη απόφαση. Με βάση τα στοιχεία του ΟΔΔΗΧ, τα δάνεια του ΔΝΤ αντιστοιχούν στο 3,04% του συνολικού Χρέους ήτοι ανέρχονται σε περίπου 10,4 δις ευρώ. Προκειμένου να εξαγοραστούν αυτά τα δάνεια, θα πρέπει να αντληθούν κεφάλαια από τα υπόλοιπα των 27,4 δις ευρώ που θα είναι διαθέσιμα στον ESM ως τις 20 Αυγούστου. Όπως σημειώνουν αρμόδιες πηγές, πρόκειται για φτηνό χρήμα (επιτόκιο 1,6%- 1,7%), η χρήση του οποίου θα βελτίωνε εντυπωσιακά τη δυναμική του Χρέους.
Πέρα από τα «εργαλεία» που θα χρησιμοποιηθούν για την ελάφρυνση του Χρέους, κρίσιμες χαρακτηρίζονται οι βασικές παραδοχές, πάνω στις οποίες θα στηθεί η Ανάλυση Βιωσιμότητας Χρέους, που εκπονούν παράλληλα και ξεχωριστά οι Ευρωπαίοι, το ΔΝΤ και η ΕΚΤ (αυτή δεν πρόκειται να δημοσιοποιηθεί). Σε μια συγκυρία, όπου η ΕΚΤ ετοιμάζεται να βάλει τέλος στις αγορές κρατικών ομολόγων, όπου ήδη έχουν αρχίσει οι συζητήσεις και τα σχέδια για την αντιμετώπιση της επόμενης κρίσης, ενδεχόμενες φιλόδοξες παραδοχές για τη δυναμική του ΑΕΠ και τα πρωτογενή πλεονάσματα, θα χαρακτηριστούν ως ωρολογιακή βόμβα στο μεσομακροπρόθεσμο σχεδιασμό για την ελληνική οικονομία. Με αυτό ακριβώς το σκεπτικό, είναι ενθαρρυντικό ότι γίνονται παζάρια για ελαφρώς χαμηλότερα πλεονάσματα από το 2024 και μετά, έναντι του προηγούμενου σχεδιασμού για 3% το 2023, 2,5% το 2024 και 2,2% από το 2025 και εφεξής.