Μπορεί ο Θανάσης Καρτερός (Γραφείο Τύπου του πρωθυπουργού) να αρνείται «να γυρίσει στο παρελθόν...» και στα πεζοδρόμια που ενεργοποιούσε ο ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση, αλλά οι «Αγανακτισμένοι» του παρελθόντος, βρίσκονται σήμερα απέναντι στην κυβέρνηση. Η οποία, δεν ξέρει πώς να τους χειριστεί...
Το Μέγαρο Μαξίμου μπορεί, αντιδρώντας ενστικτωδώς και με αριστερά σύνδρομα, να κατηγορεί για το κύμα λαϊκής αντίδρασης και αγανάκτησης την ΝΔ και την Χ.Α ως τους ενορχηστρωτές της, αλλά οι νηφαλιότεροι στο κυβερνητικό επιτελείο συνειδητοποιούν με αμηχανία ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εισπράττει τα επίχειρα του ότι για πρώτη φορά πήγε κόντρα στις κοινωνικές πλειοψηφίες. Τις οποίες «κανάκευε» και ως αντιπολίτευση και φυσικά ως κυβέρνηση...
Υποτίμησε εμφανώς το κυρίαρχο λαϊκό αίσθημα στο «μακεδονικό» (αν δεν το είχε εξ αρχής υποτιμήσει, θα το χειριζόταν διαφορετικά, χωρίς χαρακτηρισμούς «όχλου» και «ακροδεξιών»...), που τώρα μετά την συμφωνία του γυρίζει μπούμερανγκ. Και μάλιστα, σε μια κρίσιμη πολιτική συγκυρία. Κατά την οποία είναι πολύ αμφίβολο αν η κυβέρνηση θα μπορέσει να «περάσει» την «καθαρή έξοδο» και την υπεσχημένη «ρύθμιση του χρέους», αν διαβάσει κανείς προσεκτικά και ψύχραιμα τα νέα από τους δανειστές...
Επιπλέον, μια ακόμη «κόντρα» της κυβέρνησης με τις κοινωνικές πλειοψηφίες, είναι οι επερχόμενες (και σχεδόν αδύνατον να «αναθεωρηθούν») γενναίες μειώσεις της μεγάλης πλειοψηφίας των συντάξεων, που έχει δεσμευθεί με τον «νόμο Κατρούγκαλου». Όσο οι επιβαρύνσεις (φορολογικές αλλά και λόγω περικοπών) στρέφονταν κατά κύριο λόγο εναντίον των «λίγων» προνομιούχων, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε την δυνατότητα ενός «αριστερού» αφηγήματος, σύμφωνα με το οποίο οι «προνομιούχοι», πλήρωναν για την βελτίωση της θέσεως των κοινωνικά αδύναμων.
Τώρα, με τις περικοπές σχεδόν όλων των συντάξεων και την μείωση του αφορολόγητου που θα πλήξει κυρίως τους χαμηλόμισθους και χαμηλοσυνταξιούχους (υπολογίζεται ότι θα πληρώσουν για πρώτη φορά φόρο και άτομα με μηνιαίο εισόδημα κάτω από τα 500 ευρώ...), η «πρώτη φορά αριστερά» κινητοποιεί στην αντίδραση τις μέχρι τώρα «προνομιακές» της μειοψηφίες. Κι’ αυτό, δεν ξέρει πως να το αντιμετωπίσει...
Το εκρηκτικό μείγμα της λαϊκής (υπερκομματικής...) αντίδρασης για το «μακεδονικό» και της οικονομικής επιβάρυνσης ευρέων κοινωνικών ομάδων, η κυβέρνηση σχεδιάζει να το εξουδετερώσει με... παροχές (έστω και εν είδει εφ’ άπαξ επιδομάτων) και θριαμβολογίες για την «ρύθμιση» του χρέους...
Μόνο που οι όροι της μετά-μνημονιακής εποπτείας τους οποίους οι πληροφορίες λένε ότι η κυβέρνηση έχει ήδη αποδεχθεί, δεν αφήνουν σημαντικά περιθώρια παροχών: αποκλείουν την αναστολή της περικοπής των συντάξεων, επιμένουν στην διατήρηση της πολιτικής λιτότητας και μεγάλων πλεονασμάτων τουλάχιστον μέχρι το 2022, ενώ σ’ ότι αφορά το χρέος, πέραν ενός πρόσθετου εφ’ άπαξ «μαξιλαριού» για να μην πέσουμε... απότομα στα νύχια των αγορών, το μόνο που προβλέπεται είναι παρατάσεις της αποπληρωμής του (για 2-8 χρόνια). Κι’ αυτό υπό την προϋπόθεση ότι η ανά τρίμηνο «σφιχτή» μεταμνημονιακή εποπτεία των δανειστών, θα διαπιστώνει πλήρη τήρηση των συμπεφωνημένων και πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις...
Σ’ αυτό το κλίμα, η κυβέρνηση πρέπει να καταστρώσει και την προεκλογική της στρατηγική (με ορίζοντα από το φθινόπωρο, μέχρι το αργότερο τον Μάιο του 2019), με δύο «ατού» στα οποία υπολόγιζε καμμένα: την «επιτυχία» της (για χρήση στο εσωτερικό...) της λύσης του «μακεδονικού», και την... επικείμενη «θεαματική βελτίωση του επιπέδου διαβίωσης των Ελλήνων».
Δύσκολη εξίσωση...