Ο βουλευτής Ιωαννίνων της ΝΔ κ.Κώστας Τασούλας μιλώντας στην Βουλή κατά τη συζήτηση της προτάσεως δυσπιστίας αναφέρθηκε στο λεγόμενο «μακεδονικό ζήτημα» για να καταλήξει ότι η συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ συνιστά κάκιστη συμφωνία.
Η ομιλία του έχει ως εξής:
«Η πρόταση δυσπιστίας, την οποία υποβάλαμε για την Κυβέρνηση, έχει τον στόχο να καταδείξει ότι φθάσαμε σε μία φάση αποκορύφωσης των επιπτώσεων της κυβερνητικής πολιτικής εις βάρος του λαού και της χώρας τόσο στο οικονομικό πεδίο όσο και στο εθνικό πεδίο.
Αντιλαμβάνομαι ότι οι περισσότεροι συνάδελφοι που μίλησαν από την πλευρά της Πλειοψηφίας, με μένος και αυτοπεποίθηση συγχρόνως για τη συμφωνία, δεν έχουν κατανοήσει τη βαρύτητα του λεγομένου μακεδονικού ζητήματος.
Το μακεδονικό ζήτημα δεν ξεκίνησε πριν από είκοσι πέντε χρόνια. Το μακεδονικό λεγόμενο ζήτημα δεν ξεκίνησε καν από τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου, μετά το δεύτερο βαλκανικό πόλεμο. Το μακεδονικό ζήτημα αποτελεί τμήμα του περίφημου Ανατολικού ζητήματος, ξεκίνησε από τα βάθη του 19ου αιώνος και έκτοτε ταλαιπωρεί και τη χώρα μας και τη Βαλκανική.
Το μακεδονικό ζήτημα έφθασε σε έξαρση, λόγω και πανσλαβισμού και κομμουνισμού. Το μακεδονικό ζήτημα ήταν η απαίτηση των τσάρων και του Μαύρου Αετού και των τσάρων του Ερυθρού Αστέρος να βγει ο σλαβισμός στο Αιγαίο. Ήταν ο ίδιος στόχος εις βάρος της χώρας μας.
Είχαμε απελπιστική εξέλιξη μετά τη νίκη της Ρωσίας εις βάρος της Τουρκίας το 1878. Η απελπιστική αυτή εξέλιξη οφείλεται στη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου στην Κωνσταντινούπολη, η οποία δημιούργησε τη μεγάλη ηγεμονία της Βουλγαρίας. Απέκτησε η Βουλγαρία το 1878 εκατόν εβδομήντα χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα. Κατέλαβε αυτό που λέμε σήμερα την ελληνική Μακεδονία, με εξαίρεση τη Δυτική Μακεδονία.
Χάρη στην πολιτική της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και του Μπίσμαρκ, οι οποίοι δεν ήθελαν η Ρωσία μέσω της Βουλγαρίας να φτάσει στο Αιγαίο, δύο μήνες μετά στο Βερολίνο καταργήθηκε η Μεγάλη Βουλγαρία και η Μακεδονία ξαναγύρισε στην καταρρέουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία, για να τη βρουν οι Έλληνες των Βαλκανικών Πολέμων στην καταρρέουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία, ευτυχώς, και να καταλάβουν με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου το μεγαλύτερο μέρος της.
Είναι ένα πολύπλοκο θέμα, ένα σύνθετο θέμα και δεν μπορούμε να το κατανοήσουμε με βάση τα κριτήρια του 2018, με τα οποία πασχίζουμε να ερμηνεύσουμε τη συμπεριφορά των Κυβερνήσεων της ΕΡΕ ή των Κυβερνήσεων της δεκαετίας του ’90. Κάθε περίοδος έχει διαφορετικές ανάγκες. Η αναγνώριση από την Ελλάδα της ανάγκης για ελληνο-γιουγκοσλαβική φιλία τη δεκαετία του ’50 οφείλεται στο γεγονός ότι, λόγω του Κυπριακού, η Ελλάδα απέκτησε εχθρότητα με την Τουρκία, λόγω του Ψυχρού Πολέμου με τη Βουλγαρία και την Αλβανία και δεν άντεχε τη δεκαετία του ’50 η Ελλάδα να έχει εχθρότητα και με τη Γιουγκοσλαβία. Αποφασίσαμε, λοιπόν, με τη Γιουγκοσλαβία, επειδή θα ήταν αφόρητη η κατάσταση αν είχαμε και τη Γιουγκοσλαβία εις βάρος μας, να συνάψουμε καλές διπλωματικές σχέσεις. Δεν υπήρχε τότε κράτος ξεχωριστό στα Σκόπια με την ονομασία της Μακεδονίας. Ήταν μια επαρχία της Τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας και ποτέ, ποτέ από το ’54 έως το ’60 η Τιτοϊκή Γιουγκοσλαβία, το Βελιγράδι, δεν μίλησε για μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα, γιατί είχαν συγκρατηθεί. Και πάντα η Γιουγκοσλαβία του Τίτο εκείνη την εποχή στον ΟΗΕ ψήφιζε υπέρ του Κυπριακού. Πάντα. Και για να
καταλάβετε ένα παράδοξο, θα σας πω ότι ο Τίτο, όταν η Ελλάδα εγκατέστησε το σύστημα αεράμυνας των περιβόητων ή περίφημων πυραύλων «Τίμιος Τζων», δεν διαμαρτυρήθηκε και εξέφρασε την ικανοποίησή του, γιατί ήθελε ισχυρή Ελλάδα στα νώτα της η Γιουγκοσλαβία.
Παράξενα πράγματα εν σχέσει με τα καθεστώτα, ευεξήγητα πράγματα εν σχέσει με τις εποχές. Και μην ερμηνεύετε το ’50 και το ’59 με τα κριτήρια και τις υστερίες και τις αδυναμίες και τις ανασφάλειες του 2018. Είναι άλλη πραγματικότητα.
Σήμερα, λοιπόν, εσείς πήρατε ένα θέμα που ποτέ κανείς δεν το έλυσε. Όντως ποτέ κανείς δεν το έλυσε, γιατί προτίμησε να σέρνεται, παρά να το λύσει, ας πούμε, έτσι όπως το λύνετε εσείς και κάνετε τρία δραματικά λάθη.
Ένα λάθος έχει να κάνει με τη συγκυρία. Δεν ενδείκνυται χώρα η οποία είναι γονατισμένη και οικονομικά και ως προς το διεθνές της κύρος -είμαστε δυστυχώς γονατισμένοι- να προσπαθεί την ώρα που είναι γονατισμένη και έχει τεράστιες ανάγκες να λύσει σοβαρά θέματα μακροχρόνια, γιατί θα την πιάσουν γονατισμένη και θα την εκμεταλλευτούν.
Όταν έκρινε η Βρετανική Αυτοκρατορία να επιβάλει τη λύση της τριπλής κυριαρχίας στην Κύπρο με το σχέδιο Μακμίλλαν το 1958, είχαμε την αποστασία εις βάρος της Κυβερνήσεως Καραμανλή, για να τον βρουν αδύναμο. Δεν έπιασε αυτό και πήγαμε στην αποτροπή του σχεδίου Μακμίλλαν και φτάσαμε στην εγγυημένη ανεξαρτησία. Πάντα θέλουν να λύνουν θέματα, όταν οι χώρες έιναι γονατισμένες.
Δεύτερο λάθος είναι η αρχιτεκτονική του σχεδίου. Η αρχιτεκτονική του σχεδίου βάζει πρώτα την ένταξη και μετά τη λύση, ενώ η σωστή αρχιτεκτονική είναι πρώτα η λύση και μετά η ένταξη. Η σωστή αρχιτεκτονική είναι δεν παραδίδουμε το οπλοστάσιό μας, που είναι η ένταξη σε Ευρώπη και ΝΑΤΟ και η λύση για το περίκλειστο κράτος, δεν τα παραδίδουμε προκαταβολικά έναντι υποσχετικών.
Και το τρίτο λάθος είναι η ουσία της Συμφωνίας, η οποία διατηρεί αλώβητο και τον αλυτρωτισμό και τον επεκτατισμό και όλες αυτές τις βλέψεις που μπορεί να προκύψουν, γιατί αυτή η Συμφωνία δεν συνάπτεται για πέντε και έξι χρόνια. Δεν είναι μισθωτήριο γκαρσονιέρας. Είναι μια Συμφωνία εις το διηνεκές. Και μην περιμένετε να διορθωθεί η Συμφωνία εις τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ ή στη Χάγη.
Εμείς θα μπορούσαμε να κάνουμε αυτήν τη συμφωνία με κλειστά μάτια πριν δέκα, είκοσι, τριάντα χρόνια. Προτιμήσαμε την εκκρεμότητα από μια τόσο κακή Συμφωνία, η οποία επαναλαμβάνω είναι κακή, κάκιστη και ως προς την αρχιτεκτονική της και ως προς τη συγκυρία και ως προς την ουσία της.
Η πρόταση δυσπιστίας είναι μια αναιμική ελπίδα, μια λυμφατική ελπίδα μην τυχόν ο κ. Καμμένος θυμηθεί ότι έδωσε όρκο για να ρίξει την Κυβέρνηση Τσίπρα αν βάλει τη λέξη «Μακεδονία» σε λύση. Ο κ. Καμμένος προφανώς δεν θα μηνυθεί αύριο από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου για ψευδορκία. Ο κ. Καμμένος και ο ΣΥΡΙΖΑ θα υποστούν τα επίχειρα τα πολιτικά, στις προσεχείς εκλογές.
Εμείς μέχρι τις εκλογές, μέχρι να γίνουμε Κυβέρνηση, θα κάνουμε το παν για να αποτρέψουμε αυτήν τη Συμφωνία, η οποία είναι απολύτως επιζήμια για τα εθνικά μας συμφέροντα».