«Η κυβέρνηση έχει γίνει βασιλικότερη του βασιλέως», δήλωσε ο Σπύρος Λυκούδης, αναφερόμενος στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα.
«Τα προβλεπόμενα θηριώδη πλεονάσματα δεν απαιτούνται. Επιδιώκονται, για να επιδοθεί σε επιδοματική πολιτική και να εμφανιστεί ως προστάτης των αδυνάτων», συμπληρώνει ο αντιπρόεδρος της Βουλής και βουλευτής του Ποταμιού, σε συνέντευξη στο ΑΠΕ. «Η κυβέρνηση έτσι στραγγίζει την οικονομία από ζωτικά κεφάλαια, απαραίτητα για την οικονομική ανάπτυξη. Μεγάλα πλεονάσματα και μεγάλη ανάπτυξη δεν συμβαδίζουν», προσθέτει.
Σε ερώτηση για τη δράση του «Ρουβίκωνα», ο κ. Λυκούδης επισημαίνει ότι υπάρχουν κι άλλες οργανώσεις της αντι-κοινοβουλευτικής αριστεράς κάθε απόχρωσης, που επιδίδονται σε παραβατικές πράξεις πολιτικής βίας. «Δεν θα έλεγα ότι η χώρα βρίσκεται στο έλεος των οργανώσεων αυτών. Είναι υπερβολή. Αλλά είναι ολοφάνερο ότι οι πολίτες της χώρας δεν απολαμβάνουν το επίπεδο ασφάλειας και ευταξίας μιας προηγμένης και ευνομούμενης ευρωπαϊκής χώρας. Δεν αναφέρομαι μόνο στα Εξάρχεια και την Αθήνα. Δείτε τα Πανεπιστήμια. Η κοινωνία έχει κατά κάποιο τρόπο εθιστεί στην πολιτική βία», τονίζει.
«Υπάρχει, ασφαλώς, διαφορά, ανάμεσα στο γιαούρτι το μαχαίρι και το πιστόλι. Ωστόσο, η απόσταση δεν είναι τόσο μεγάλη όσο ορισμένοι ισχυρίζονται. Η πολιτική βία κάθε μορφής, αποτελεί καρκίνωμα για τα δημοκρατικά πολιτεύματα. Χωρίς ασφάλεια και ευταξία η ελευθερία χάνει έδαφος. Πράγμα άκρως επικίνδυνο. Η πολιτική ανοχή απέναντι σε τέτοια φαινόμενα πρέπει να είναι μηδενική. Εδώ η ευθύνη της κυβέρνησης είναι απόλυτη. Κάθε απόπειρα αν όχι δικαιολόγησης αλλά ακόμα και αιτιολόγησης των πράξεων πολιτικής βίας με διάφορα προσχήματα ή επικίνδυνες ιδεοληψίες είναι απαράδεκτη και απλώς επιτείνει το φαινόμενο», συμπληρώνει.
Ο κ. Λυκούδης κατηγορεί την κυβέρνηση και για τους χειρισμούς στο Σκοπιανό καθώς, σημειώνει, αντί να επιδιώξει τη συναίνεση πριν εισέλθει στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων, επεδίωξε να πλήξει ή να διχάσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης. «Δεν τα κατάφερε. Αντίθετα πυροδότησε σοβαρές αντιδράσεις και στην κοινή γνώμη», υπογραμμίζει.
«Πρέπει να λύσουμε το πρόβλημα, όχι απλώς να το κλείσουμε», τονίζει, εκφράζει τη διάθεσή του να στηρίξει τη συμφωνία με την ΠΓΔΜ, προσθέτει όμως ότι «λευκή κάρτα ουδείς από την αντιπολίτευση είναι διατεθειμένος να δώσει και ορθώς. Θα πρέπει η κυβέρνηση να φέρει πρώτα τη συμφωνία και να την εξετάσουμε με τη δέουσα προσοχή. Έχουν σημασία ορισμένες κρίσιμες λεπτομέρειες, διότι εκεί κρύβεται ο διάβολος, όπως λέμε».
Σε ό,τι αφορά την πορεία του Κινήματος Αλλαγής, εκφράζει την αντίθεσή του με την μη συγκρότηση ενός ενιαίου κόμματος της Κεντροαριστεράς και την εκλογή αρχηγού πριν από τη διαμόρφωση του χώρου και τονίζει «είναι κρίμα να αναλώνεται σήμερα ο χώρος σε ''τακτοποιήσεις'' ρόλων και στην συζήτηση των εσωτερικών του δυσπιστιών και καχυποψιών αντί να αξιοποιεί τον χρόνο για να διαμορφώνει τους βασικούς του πολιτικούς άξονες, τις προγραμματικές του επιλογές και την πρότασή του για τη διακυβέρνηση της χώρας, δηλαδή πώς και από ποιες δυνάμεις πρέπει να κυβερνηθεί ο τόπος».