Καταπέλτης ήταν η πρόταση της εισαγγελέως της έδρας του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων στο πρόσωπο του πρώην διευθύνοντος συμβούλου της ΜΚΟ Αλληλεγγύη Δημήτρη Φουρλεμάδη.
Η εισαγγελική λειτουργός, ζήτησε από το δικαστήριο την ενοχή του κατηγορουμένου για την υπόθεση υπεξαίρεσης εκατομμυρίων ευρώ του δημοσίου που προορίζονταν για φιλανθρωπικές αποστολές.
Στην αγόρευσή της, η εισαγγελέας εξέφρασε την πεποίθηση ότι ο Δ. Φουρλεμάδης κινήθηκε δόλια, καθώς όπως είπε οι επιχορηγήσεις ύψους 5,6 εκατομμυρίων ευρώ που δόθηκαν στην ΜΚΟ «Αλληλεγγύη» από το υπουργείο Εξωτερικών για διάφορες φιλανθρωπίες, ιδιοποιήθηκαν παράνομα και δαπανήθηκαν για σκοπούς διαφορετικούς από αυτούς που δόθηκαν.
«Ποσά δόθηκαν για άσχετες ανάγκες, για μη σύννομες πληρωμές που καμία σχέση είχαν ακόμα και με άλλα ανθρωπιστικά προγράμματα, αν και ο Δ. Φουρλεμάδης είχε σαφή εντολή να χρησιμοποιήσει τα συγκεκριμένα κονδύλια μόνο για τους σκοπούς συγκεκριμένων προγραμμάτων» είπε χαρακτηριστικά η εισαγγελέας, συμπληρώνοντας ότι ο κατηγορούμενος παραπλάνησε το Υπουργείο Εξωτερικών και κατάφερε να πάρει νέα επιχορήγηση για να εξοφλήσει δάνειο που είχε λάβει από εφοπλιστή για να καλύψει την «μαύρη τρύπα» που είχε δημιουργηθεί.
Η εισαγγελέας ζήτησε την ενοχή της φερόμενης διευθύντριας εσωτερικού ελέγχου της ΜΚΟ για το αδίκημα της απλής συνέργειας στα αδικήματα της υπεξαίρεσης και της απιστίας που αντιμετωπίζει ο κ. Φουρλεμάδης ενώ για τους δύο κατηγορούμενους οικονομικούς επιθεωρητές της Εκκλησίας πρότεινε την μετατροπή του κακουργήματος της ψευδούς βεβαιώσεως σε πλημμέλημα και την απαλλαγή τους, λόγω παραγραφής.
Στην απολογία του ο κ. Φουρλεμάδης αρνήθηκε τις κατηγορίες που του αποδίδονται , ισχυρίστηκε πως υπηρετούσε στην «Αλληλεγγύη» ως υπάλληλος και υπογράμμισε πως «ήταν πάγια τακτική να μπαίνουν τα χρήματα σε ένα λογαριασμό κι από εκεί να καλύπτονται οι διάφορες υποχρεώσεις».
Η δήλωση μέσω του συνηγόρου του
«Πριν ακόμη ασκηθεί το θεμελιώδες δικαίωμα της τοποθετήσεως του κατηγορούμενου επί της εισαγγελικής προτάσεως, διά της αγορεύσεως των συνηγόρων υπερασπίσεώς του - κορυφαίο σημείο της ζώσας ποινικής διαδικασίας-, ο δημοσιογραφικός «ζήλος» αποκαλύπτει με βαρύγδουπους τίτλους την κατά τα λοιπά σεβαστή πλην έχουσα εσφαλμένως αξιολογήσει τα αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά εισαγγελική πρόταση, χωρίς μάλιστα να γίνεται σεβαστό, για άλλη μία φορά, το δικαίωμά μου στην προσωπικότητα και το τεκμήριο της αθωότητας, κατόπιν μάλιστα μίας πολύμηνης ακροαματικής διαδικασίας, η οποία βεβαίως, δεν έχει ολοκληρωθεί, πολλώ δε μάλλον με την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής κρίσεως. Μέχρι τότε, καλώ όλους, δημοσιογράφους και «δημοσιογράφους», να σεβαστούν το τεκμήριο της αθωότητας μου και να αφήσουν απερίσπαστη τη Δικαιοσύνη, την οποία τιμώ και σέβομαι απεριόριστα, να επιτελέσει το καθήκον της.».