Οριστικές απαντήσεις στο μυστήριο που καλύπτει εδώ και δεκαετίες το θρυλούμενο τέρας του Λοχ Νες στη Σκωτία φιλοδοξεί να δώσει μια διεθνής εβδομάδα επιστημόνων.
Με επικεφαλής τον Νιλ Τζέμελ του Πανεπιστημίου Οτάγκο της Νέας Ζηλανδίας οι ερευνητές θα συλλέξουν δείγματα νερού ερευνώντας για το λεγόμενο «περιβαλλοντικό DNA», που θα θα τους επιτρέψει να ταυτοποιήσουν ελάχιστα κατάλοιπα γενετικού υλικού, που άφησαν όλοι οι έμβιοι οργανισμοί στη λίμνη. Η τεχνική αυτή θα τους επιτρέψει να δημιουργήσουν έναν λεπτομερή κατάλογο των οργανισμών που ζουν εκεί και να διαπιστώσουν αν ανάμεσά τους περιλαμβάνεται και κάποιο ασυνήθιστα μεγάλο ζώο, π.χ. ένα θαλάσσιο τέρας.
Ο Τζέμελ, βέβαια, θεωρεί μάλλον απίθανο να εντοπιστούν ίχνη ενός τέτοιου τέρατος, αλλά περιμένει εναγωνίως τα αποτελέσματα της έρευνας.
«Κατά καιρούς έχουν αναφερθεί ως πιθανή εξήγηση του μύθου για το τέρας μεγάλα ψάρια, όπως οξύρρυγχοι ή γατόψαρα και τώρα θα ελέγξουμε την ιδέα αυτή καθώς και άλλες», ανέφερε σε ανακοίνωσή του.
Ένας άλλος στόχος του εγχειρήματος, πέρα από τις απαντήσεις για τη θρυλική «Νέσι», είναι να χαρτογραφήσουν οι επιστήμονες όλα τα εγχώρια και χωροκατακτητικά είδη του μεγαλύτερου ταμιευτήρα γλυκού νερού στη Βρετανία. Ο Τζέμελ προβλέπει ότι η ομάδα του θα εντοπίσει είδη που δεν έχουν καταγραφεί ποτέ στο παρελθόν, κυρίως βακτήρια.
Επιστήμονες έχουν χρησιμοποιήσει κι άλλες φορές τη λήψη δειγμάτων «περιβαλλοντικού DNA» για να εντοπίσουν σπάνια υδρόβια είδη, αλλά και για την παρατήρηση μεταξύ άλλων, καρχαριών και φαλαινών, αφού κάθε έμβιος οργανισμός αφήνει πίσω του διάφορα ίχνη.
«Όποτε ένα πλάσμα κινείται στο περιβάλλον του, αφήνει πίσω του απειροελάχιστα δείγματα DNA σε δέρμα, λέπια, φτέρωμα, γούνα, ούρα και περιττώματα», λέει ο Τζέμελ. «Κι αυτό το DNA μπορεί να συλλεχθεί και να χρησιμοποιηθεί για να ταυτοποιηθεί το πλάσμα αυτό».