Με αναφορά στην επίθεση κατά του Γιάννη Μπουτάρη ξεκίνησε η ομιλία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στο υπουργικό συμβούλιο.
Ο πρωθυπουργός «φωτογράφισε» στην ομιλία του τον πρώην περιφερειάρχη Παναγιώτη Ψωμιάδη και τον δήμαρχο Αργους Δημήτρη Καμπόσο της ΝΔ, οι οποίοι επίχαιραν για την επίθεση στον κ. Μπουτάρη, αλλά δεν περιορίστηκε σε αυτό:
«Και δεν πρόκειται για μεμονωμένες περιπτώσεις –κάποιος δήμαρχος, ή πρώην περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας της ΝΔ. Εδώ πρόκειται για ένα συμπαγές, σκοτεινό, και ακραίο τμήμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με έκφραση στα κορυφαία όργανά της. Δεν θέλω να πω τίποτε παραπάνω», είπε.
Η δήλωση του πρωθυπουργού αναμένεται να απαντηθεί άμεσα από την αξιωματική αντιπολίτευση.
Η ομιλία του πρωθυπουργού
Θέλω να ξεκινήσω με μια αναφορά στο απαράδεκτο προχθεσινό περιστατικό στη Θεσσαλονίκη.
Η βάρβαρη επίθεση στον δήμαρχο Θεσσαλονίκης από ακροδεξιούς τραμπούκους, παραπέμπει σε παλιότερες εποχές δόξας της αιματηρής εθνικοφροσύνης και του παρακράτους.
Θα αντιμετωπιστούν με την πιο μεγάλη αυστηρότητα, κινητοποιώντας όλους τους μηχανισμούς της Δημοκρατίας.
Ποιοι όμως χειροκρότησαν την επίθεση κατά του Γιάννη Μπουτάρη; Ποιοι την προετοίμασαν με βίαιες λεκτικές επιθέσεις εναντίον του;
Ποιοι εξαπολύουν διαρκώς, κάθε μέρα, ακραίες κατηγορίες για προδότες, και μειωμένης εθνικής συνειδήσεως Έλληνες;
Ποιοι έχουν ανακηρύξει τον εαυτό τους εργολάβο του έθνους, και επικηρύσσουν εκείνους που σκέφτονται και πράττουν διαφορετικά;
Ποιοι, με δυο λόγια, με τον πιο επίσημο τρόπο, ανοίγουν το δρόμο στη βία;
Ξέρουμε όλοι, ποιοι.
Και δεν πρόκειται για μεμονωμένες περιπτώσεις –κάποιος δήμαρχος, ή πρώην περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας της ΝΔ.
Εδώ πρόκειται για ένα συμπαγές, σκοτεινό, και ακραίο τμήμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με έκφραση στα κορυφαία όργανά της.
Δεν θέλω να πω τίποτε παραπάνω.
Ας είναι βέβαιοι, όμως, όσοι στηρίζουν την ακραία μισαλλοδοξία και στρώνουν το χαλί στην άκρα Δεξιά και συναλλάσσονται με τη Χρυσή Αυγή, και προκρίνουν τη βία ως μέσο επιβολής,
ότι η Δημοκρατία θα προστατέψει τον εαυτό της και τους πολίτες.
Η εποχή των Γκοτζαμάνηδων έχει παρέλθει οριστικά.
Παρουσίασε το σχέδιο για μετά το Μνημόνιο
Το αναπτυξιακό Σχέδιο της κυβέρνησης βρέθηκε στο επίκεντρο της ομιλίας του Αλέξη Τσίπρα, στο υπουργικό συμβούλιο, στο οποίο συζητήθηκε η τεχνική συμφωνία για την ολοκλήρωση της 4ης αξιολόγησης και ο σχεδιασμός για τη μεταμνημονιακή πορεία της Ελλάδας.
Και έρχομαι τώρα στο θέμα για το οποίο συνεδριάζουμε.
Που δεν είναι άλλο από την επιστροφή της Ελλάδας στη κανονικότητα, την επιστροφή της χώρας μετά από πολλά χρόνια σε ουσιαστικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Κάτι που μας δίνει τη δυνατότητα πια να σχεδιάσουμε με ασφάλεια τα βήματά μας στη μεταμνημονιακή εποχή.
Γνωρίζετε πολύ καλά, ότι ένα από τα βασικά διακυβεύματα της περιόδου είναι αυτό της ολοκλήρωσης της τέταρτης αξιολόγησης.
Η θετική κατάληξη, που επισημοποιήθηκε και με την ανακοίνωση των θεσμών για την τεχνική συμφωνία, είναι ένα πολύ σημαντικό βήμα.
Διότι η αξιολόγηση έκλεισε εντός του χρονοδιαγράμματος, δίχως πρόσθετες επιβαρύνσεις.
Και αυτό διότι και πάλι, όπως και στην τρίτη αξιολόγηση, δεν ακούσαμε παράλογες απαιτήσεις και αιτήματα για νέα μέτρα.
Διότι όλοι πλέον αναγνωρίζουν ότι η Ελλάδα έχει ολοκληρώσει τη δημοσιονομική προσαρμογή και πλέον το πραγματικό επίδικο είναι η περαιτέρω ενίσχυση της ανάπτυξης και της παραγωγής νέου πλούτου.
Η τελευταία αξιολόγηση του τρίτου και τελευταίου ελληνικού προγράμματος, περιλαμβάνει μια σειρά από θετικές ρυθμίσεις,
στις οποίες καταλήξαμε μέσα από μια επίμονη και στοχοπροσηλωμένη προσπάθεια:
Πρώτον, σε ότι αφορά τα δημοσιονομικά,
Υπήρξε σύμπτωση εκτιμήσεων απο όλες τις πλευρές ότι η Ελλάδα θα πετύχει τους δημοσιονομικούς στόχους και τα επόμενα έτη.
Και διαπιστώθηκε επίσης ότι δεν πρόκειται να υπάρξει κανένα δημοσιονομικό κενό για το 2018 και το 2019.
Αυτό είναι κάτι που εμείς γνωρίζαμε, δεδομένου ότι ήδη η Ελλάδα για τρία συναπτά έτη βρέθηκε όχι απλά εντός αλλά πολύ πάνω από τους προβλεπόμενους στόχους.
Έμενε όμως να το αποδεχθούν και οι δανειστές, κάτι που συνέβη τελικά αυτή τη φορά.
Επίσης, συμφωνήθηκε ότι θα υπάρξει πλήρης εφαρμογή των θετικών μέτρων,
για την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους το 2019 και την ελάφρυνση στη φορολογία το 2020, όπως είχαν προσδιοριστεί τον περασμένο Μάϊο.
Ενώ παράλληλα, πετύχαμε να υπάρξει η πρόβλεψη για επιπρόσθετο δημοσιονομικό χώρο,
ο οποίος θα χρησιμοποιηθεί στοχευμένα για την περαιτέρω ενίσχυση κοινωνικών δαπανών και μείωση των φορολογικών βαρών.
Δεύτερον, όσον αφορά τον τομέα της Ενέργειας, στον οποίο παρά το όργιο προπαγάνδας περί πλήρους διάλυσης και ξεπουλήματος,καταλήξαμε σε ρυθμίσεις που τελικά ενισχύουν το δημόσιο και κοινωνικό χαρακτήρα των εταιριών της ενέργειας.
- Με τη μείωση των δημοπρατούμενων ποσοτήτων ΝΟΜΕ, που θα συμβάλλει στη βελτίωση των οικονομικών δεδομένων της ΔΕΗ,
ενώ παράλληλα βελτιώνει το επιχειρηματικό περιβάλλον για επενδύσεις στον ενεργειακό κλάδο.
- Με τη μείωση της χρέωσης προμηθευτή, που και αυτό συνεισφέρει στην ενίσχυση της χρηματοοικονομικής κατάστασης της ΔΕΗ,
ενώ την ίδια στιγμή διατηρούνται αμετάβλητα τα τιμολόγια της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας.
- Και τέλος με τη διατήρηση των δικτύων και των διεθνών συμμετοχών της ΔΕΠΑ σε δημόσιο έλεγχο,
με παράλληλη διατήρηση μέρους της παρουσίας του δημοσίου στην εμπορική δραστηριότητα.
Τρίτον, καταλήξαμε σε σημαντικές ρυθμίσεις προς όφελος κυρίως των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, καθώς
συμφωνήθηκαν μέτρα μείωσης της γραφειοκρατίας στον εξωδικαστικό συμβιβασμό, στον οποίο επίσης, εντάσσονται οι βεβαιωμένες οφειλές και του 2017.
Όπως επίσης και το πλαίσιο που αφορά την περαιτέρω απολοποίηση της αδειοδοτικής διαδικασίας σε αρκετούς κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας, όπως για παράδειγμα, στη μεταποίηση.
Τέλος, ένα σημαντικό μέρος της τέταρτης αξιολόγησης περιλαμβάνει μια σειρά θετικών διατάξεων για την ενίσχυση της προσπάθειας μας στον τομέα του Κοινωνικού Κράτους.
- Αρχικά, με την περαιτέρω ενίσχυση της πρωτοβάθμιας βαθμίδας υγείας.
- Που αφορούν κυρίως την ενίσχυση του προυπολογισμού για την Υγεία μέσω της αύξησης του επιπέδου (ταβανιού) του claw back, για πρώτη φορά μετά από χρόνια, που θα αποτυπωθεί και στο μεσοπρόθεσμο.
Αλλά και την ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας με την επιδότηση μέρους του ενοικίου αλλά και δόσης στεγαστικού δανείου, συνολικού προυπολογισμού 617 εκατ.€, από το 2019, που θα αφορά 1,2 εκατομμύρια πολίτες.
Η ολοκλήρωση της 4ης αξιολόγησης
Κυρίες και Κύριοι,
Η ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης, είναι ένα ακόμη καθοριστικό βήμα προς τον στόχο για οριστική έξοδο της χώρας από τη μνημονιακή περίοδο.
Δεν είναι όμως το μοναδικό.
Απομένουν ακόμα ορισμένα βήματα, στην τελική ευθεία που ήδη έχουμε μπει.
Το πρώτο είναι η συγκεκριμενοποίηση των μέτρων για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους.
Βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη οι σχετικές συζητήσεις, οι οποίες θα παράξουν το αποτέλεσμα το οποίο θα έρθει για έγκριση στο Eurogroup.
Οι συζητήσεις αυτές όμως, δεν γίνονται εν κενώ, ούτε σε tabula rasa.
Υπάρχει το πλαίσιο που έχει προσδιορίσει το Eurogroup του περασμένου Ιούνη, το οποίο περιλαμβάνει τόσο το γενικό πλαίσιο ρυθμίσεων σε βραχυπρόθεσμο, μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο επίπεδο,
Όσο όμως και την πολύ σημαντική πρόβλεψη για το ανώτατο ποσό – το 15% του ΑΕΠ - που μπορεί να δεσμεύεται για την εξυπηρέτηση των χρηματοδοτικών υποχρεώσεων της χώρας.
Επομένως, εργαζόμαστε εντατικά ώστε να υπάρξει η βέλτιστη δυνατή λύση στο ήδη ευνοϊκό πλαίσιο που έχει περιγραφεί.
Καθώς αυτή είναι η τελευταία προϋπόθεση ώστε να απελευθερωθεί ένα μεγάλο μέρος της αναπτυξιακής δυναμικής που, ήδη, καταγράφεται.
Το κομβικότερο ζήτημα όλων, όμως, είναι ο σχεδιασμός για την επόμενη μέρα.
Και αν μέχρι σήμερα έχουμε αναφερθεί στο γενικό περίγραμμα και τις αρχές του σχεδίου που οραματιζόμαστε για τη μνημονιακή Ελλάδα,
Πλέον έχει έρθει η ώρα αυτό να αποτυπωθεί συγκεκριμένα.
Έχουμε πια μια πλούσια εμπειρία μέσα από το κυβερνητικό έργο και την καθημερινή δουλειά στα Υπουργεία.
Εντοπίζοντας αδυναμίες αλλά και δυνατότητες που υπάρχουν.
Έχουμε όμως, και την εμπειρία των Περιφερειακών Αναπτυξιακών Συνεδρίων, που τον τελευταίο χρόνο, απ΄ άκρη σε άκρη της χώρα, έχουν αφήσει πλούσια συμπεράσματα.
Συμπεράσματα που δεν είναι γενικά, αλλά απτά.
Καθώς προέκυψαν μέσα από τη διαβούλευση με τις τοπικές κοινωνίες, την αυτοδιοίκηση και τους παραγωγικούς φορείς,
που γνωρίζουν καλύτερα από κάθε άλλον τις ανάγκες κάθε περιοχής.
Αυτή η δουλειά που έχει γίνει, έμενε να αποτυπωθεί σε ένα Σχέδιο.
Το καλείται σήμερα να συζητήσει και να εγκρίνει το Υπουργικό Συμβούλιο.
Ένα σχέδιο που θα κοινοποιηθεί σε όλες τις πτέρυγες του Κοινοβουλίου και θα αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης στο ερχόμενο Eurogroup.
Το κείμενο αποτελεί την αποτύπωση μιας συνολικής, ολιστικού χαρακτήρα, στρατηγικής για τη μεταμνημονιακή πορεία της χώρας.
Δεν είναι απλώς ένα σχέδιο στο οποίο απαριθμούνται αναπτυξιακοί στόχοι.
Είναι ένα συνολικό πλάνο το οποίο περιλαμβάνει,
- αφενός τους σκοπούς στους επιμέρους τομείς του κοινωνικού και οικονομικού γίγνεσθαι και
- αφετέρου τις συγκεκριμένες ενέργειες για την επίτευξη αυτών των σκοπών.
Μιλάμε λοιπόν για μια συνεκτική στρατηγική.
Η οποία εκκινεί από τα πεπραγμένα της τρέχουσας περιόδου κατά την οποία η χώρα ξεπερνά την ύφεση και την οικονομική καχεξία,
και εκτείνεται στο μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο διάστημα.
Το εγχείρημα είναι καινοφανές για μια χώρα, που πορεύθηκε για χρόνια με μια κοντόφθαλμη και απολύτως καταστροφική όπως αποδείχθηκε, λογική.
Για πρώτη φορά, η Ελλάδα είναι σε θέση όχι μόνο να οραματιστεί, σε θεωρητικό επίπεδο.
Αλλά να θέσει μια σειρά από συλλογικούς εθνικούς και κοινωνικούς στόχους, για την επόμενή της μέρα, μετά από μία πολυετή κρίση.
Η Ελλάδα, ως μια κανονική χώρα πλέον, ως μια χώρα του Σύγχρονου Δυτικού Κόσμου στον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
οφείλει να έχει πλάνο για το πού θέλει να βαδίσει και πώς θα το πετύχει.
«Δεσμεύσεις για το κοινωνικό σύνολο»
Φυσικά, το κείμενο αυτό περιλαμβάνει και δεσμέυσεις.
Μόνο που οι δεσμεύσεις αυτές είναι πρωτίστως έναντι του κοινωνικού συνόλου, των δυνάμεων της εργασίας και της παραγωγής.
Των δυνάμεων δηλαδή εκείνων, οι οποίες καλούνται να παίξουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο στη νέα εποχή
και φυσικά να γίνουν οι υλοποιητές αυτής της στρατηγικής η οποία αποτυπώνεται στο σχέδιο.
Θέλω στο σημείο αυτό να τονίσω ότι αυτή τη διαδικασία της εκπόνησης ενός μακρόπνοου σχεδίου αναπτυξιακής στρατηγικής, την ακολούθησαν τόσο η Πορτογαλία, όσο και η Ιρλανδία όταν εξήλθαν των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής.
Και στην πραγματικότητα, συνιστά και μια πράξη σοβαρότητας και ευθύνης.
Ευθύνης πρώτα από όλα απέναντι σε κάθε πολίτη αυτής της χώρας, που πρέπει να είναι συμμέτοχος στην υπόθεση της αναγέννησης της.
Θέλω να περιγράψω συνοπτικά το σχέδιο αυτό ξεκινώντας από τα θεμέλια, από τη βάση δηλαδή αυτού του σχεδίου.
Που δεν είναι άλλο από τη δημοσιονομική σταθερότητα που έχουμε πλέον κατακτήσει και μας δίνει τη δυνατότητα να οργανώσουμε και να σχεδιάσουμε το μέλλον της χώρας.
Η Ελλάδα από το 2015, υπεραποδίδει διαρκώς έναντι των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα και το γεγονός αυτό την καθιστά επιτέλους αξιόπιστη.
Το πλαίσιο της επόμενης περιόδου, προφανώς προβλέπει τους συμφωνημένους ήδη στόχους της επόμενης τετραετίας, τόσο στο επίπεδο των πλεονασμάτων όσο και σε αυτό της ανάπτυξης.
Κρίσιμη παράμετρος όμως αποτελεί – όπως προείπα- και το ζήτημα της ρύθμισης του χρέους, που θα συμβάλλει καθοριστικά στην ενίσχυση της αναπτυξιακής δυναμικής της χώρας η οποία έχει ήδη διαφανεί.
Στη συνέχεια του Σχεδίου, βρίσκονται οι στόχοι:
- Η στήριξη της παραγωγής
- Και η επένδυση στα στρατηγικά πλεονεκτήματα της χώρας.
Η Ελλάδα είναι μια χώρα που πλήρωσε ακριβά τη δημιουργία και τη διόγκωση ενός άναρχου παραγωγικού μοντέλου.
Χωρίς προσανατολισμό.
Με μοναδικό κριτήριο την εξυπηρέτηση των επιχειρηματικών σχεδίων μιας κρατικοδίαιτης ελίτ.
Το τέλος των μνημονίων συνιστά και το τέλος αυτού του μοντέλου.
Στο Σχέδιο γίνεται επίσης ρητή αναφορά στους τομείς στους οποίους εντοπίζονται δυνατότητες σημαντικής ανάπτυξης και αναβάθμισης της χώρας στο διεθνή οικονομικό ανταγωνισμό.
Πρόκειται για τους τομείς
- της μεταποίησης,
- της βιομηχανίας,
- του αγροδιατροφικού τομέα,
- του τουρισμού,
- της ναυτιλίας,
- του φαρμάκου,
- των logistics,
- της καινοτομίας,
- των start-ups,
- των υποδομών,
- της ενέργειας.
Όλα τα παραπάνω συνδέονται και με την ισχυροποίηση του τομέα των εξαγωγών, ο οποίος ήδη από το αδύναμο 19% του 2009, έχει φτάσει σήμερα στο 33%, με στόχο το 50% το 2025.
Στο κείμενο, παρουσιάζονται τα δεδομένα για κάθε κλάδο καθώς και οι προοπτικές του, με τρόπο αναλυτικό.
Και με συγκεκριμένη αναφορά στα βήματα για την ανάπτυξη του καθώς και τους μετρήσιμους στόχους για τον καθένα ξεχωριστά.
Έχουμε λοιπόν, για πρώτη φορά στα χρονικά του σύγχρονου ελληνικού κράτους, την αποτύπωση σε επίσημο κείμενο υπό τη μορφή Σχεδίου για την επόμενη μέρα, των ισχυρών χαρτιών της χώρας στο διεθνή ανταγωνισμό και τα μέσα ώστε αυτά να ενισχυθούν.
Και εδώ λοιπόν ερχόμαστε στη λέξη-κλειδί. Τα μέσα που έχουμε στη διάθεση μας και πρέπει να αξιοποιήσουμε.
Διότι, ένα σχέδιο που περιλαμβάνει τους τομείς, στους οποίους ενδιαφέρεται να επενδύσει η χώρα,
θα ήταν λειψό αν δεν περιλάμβανε τα μέσα για να επιτευχθεί αυτό.
Εδώ, το Σχέδιο αναφέρεται στις δύο καθοριστικές συνισταμένες.
- Τις θεσμικές αλλαγές.
- Και Τα χρηματοδοτικά εργαλεία.
Στο πρώτο σκέλος βρίσκονται οι σημαντικές τομές που έχουν ήδη γίνει – και μένουν πολλές ακόμα να γίνουν - στο επίπεδο της νομοθεσίας, για τις επιχειρήσεις.
Από τον Αναπτυξιακό Νόμο και τις ειδικές μέριμνες του για τη στήριξη του κυττάρου της ελληνικής οικονομίας, που είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μέχρι τις αλλαγές που διευκολύνουν την ίδρυση νέων επιχειρήσεων,
την καθιέρωση συγκεκριμένων αναπτυξιακών κινήτρων για τις νέες επιχειρήσεις, το νέο πλαίσιο για τις Στρατηγικές Επενδύσεις και η task force για τις Στρατηγικές Επενδύσεις στην οποία όπως γνωρίζετε, προϊσταμαι προσωπικά,καθώς και συνολικά όλες τις σχετικές πρωτοβουλίες που κινούνται γύρω από τον άξονα:
Απλοποίηση – Διαφάνεια – Αποτελεσματικότητα – Επιτάχυνση Διαδικασιών.
Στο δεύτερο σκέλος βρίσκεται το κρίσιμο ζήτημα των πόρων.
Τα χρηματοδοτικά εργαλεία που θα τροφοδοτήσουν αυτή τη μεγάλη προσπάθεια για την ανασυγκρότηση της παραγωγής.
Η χώρα έχει πλέον στη διάθεση της όχι μόνο τους πόρους από το ΠΔΕ και το ΕΣΠΑ.
Το ΕΣΠΑ, στο οποίο για τρία συναπτά έτη παραμένει η χώρα με τη μεγαλύτερη απορρόφηση πανευρωπαϊκά,
αλλά και από το πακέτο Γιούνκερ με επενδύσεις αξίας 8 δις, την ΕΤΕπ με επενδύσεις που θα αποφέρουν σύμφωνα με την τράπεζα έως και 20 δις την επόμενη τριετία και 2,5 δις, σε πρώτη φάση, από την ΕBRD.
Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τις επιμέρους πρωτοβουλίες και την ίδρυση των επιμέρους ταμείων
για την ενίσχυση της καινοτομίας, των νεοφυών επιχειρήσεων αλλά και τη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, συγκροτούν ένα συνεκτικό σχέδιο.
Στο πλάι αυτών, έρχεται και η φιλόδοξη προσπάθεια για την Ίδρυση της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, που θα ενισχύσει αυτή την σημαντική προσπάθεια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.
Όλα αυτά φυσικά, σε ένα περιβάλλον όπου το κόστος δανεισμού μειώνεται διαρκώς σε επίπεδα προ κρίσης και με τη χώρα να επιστρέφει ξανά στις αγορές χρήματος.
Το Σχέδιο, αφού ολοκληρώσει με το πλαίσιο για την ενίσχυση της αναπτυξιακής δυναμικής, περνά σε κάτι εξόχως κρίσιμο για την παρούσα κυβέρνηση:
Τη νέα κοινωνική πραγματικότητα.
Το πέρασμα από την ευημερία των δεικτών, στην ευημερία των ανθρώπων.
Γιατί αν το ένα πόδι της στρατηγικής για την επόμενη μέρα είναι η ενίσχυση της παραγωγής, το δεύτερο είναι η κοινωνική δικαιοσύνη.
Το Σχέδιο αναφέρεται στις πρωτοβουλίες στήριξης τόσο του Τομέα της Δημόσιας Υγείας, της Παιδείας και της Κοινωνικής Ασφάλισης.
Ιδιαίτερη βαρύτητα όμως για μας, έχουν τα ζητήματα της εργασίας,
Η αποκατάσταση της νομιμότητας στην αγορά εργασίας και η ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων.
Και επιτρέψτε μου να ξεχωρίσω τα κύρια σημεία που υπηρετούν αυτή τη στρατηγική και περιλαμβάνονται στο κείμενο:
Είναι Το εθνικό σχέδιο με ορίζοντα τριετίας, για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας.
Που ήδη έχει περιοριστεί μέσα σε μια τριετία από το 19% στο 13%, στους τομείς υψηλής παραβατικότητας.
Και ο στόχος μας είναι να περιοριστεί στο 5% το 2021.
Είναι η επαναφορά των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Διότι η Ελλάδα πρέπει να επιστρέψει στην ευρωπαϊκή κανονικότητα.
Και τέλος είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού.
Γιατί πέρα από την ανάγκη να τελειώνουμε με το ανήθικο καθεστώς της υποαμειβόμενης εργασίας,
η αύξηση των μισθών είναι βασικό στοιχείο ώστε να αυξηθεί η ιδιωτική κατανάλωση και να διευρυνθεί ο κύκλος της οικονομικής δραστηριότητας.
Τα παραπάνω σημεία, έρχονται να συμπληρώσουν μια αναπτυξιακή στρατηγική η οποία στοχεύει όχι απλά στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, αλλά και καλύτερων θέσεων εργασίας.
Και στο σημείο αυτό, επιτρέψτε μου να κλείσω με τους πρωταγωνιστές αυτού του σχεδίου.
Το Σχέδιο, περιλαμβάνει τους στόχους, τα μέσα αλλά και τους υλοποιητές του.
Στο επίκεντρο λοιπόν αυτής της μεγάλης προσπάθειας είναι οι άνθρωποι αυτής της χώρας.
- Ο κόσμος της εργασίας,
- του μόχθου,
- των επιστημών,
- του πολιτισμού.
Αυτοί που πρέπει να κατέχουν τα κλειδιά της χώρας. Και όχι οι κρατικοδίαιτες ελίτ και ο εσμός των διαπλεκόμενων ολιγαρχών.
Αυτός ο κόσμος επιδιώκουμε να είναι ο πρωταγωνιστής στη νέα εποχή.
Και ίσως περισσότερο απ’ όλους, η νέα γενιά αυτής της χώρας.
Οι νέοι και οι νέες που τα χρόνια της κρίσης, αντιμετωπίστηκαν ως πλεονάζον προσωπικό σε επιχείρηση υπό εκκαθάριση.
Αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να αφήσουν το αποτύπωμα τους, με τις ικανότητες και τη διάθεση τους για δημιουργία και προσφορά.
Και για το λόγο αυτό, γίνεται αναφορά στο Σχέδιο στις απαραίτητες πρωτοβουλίες, ώστε να διευκολυνθούν οι νέοι και οι νέες της χώρας να ζήσουν και να δημιουργήσουν εδώ.
Και φυσικά, όσοι έφυγαν τα προηγούμενα χρόνια να βρουν ξανά κίνητρα ώστε να επιστρέψουν.
Όμως πέρα από τα όσα περιλαμβάνει το σχέδιο, η μέριμνα μας είναι διαρκής.
Και δεν αποτελεί υπόθεση του ενός ή του άλλου υπουργείου.
Αποτελεί αρχή και προτεραιότητα αυτής της κυβέρνησης, να δοθεί επιτέλους προοπτική και όραμα στο πολυτιμότερο αγαθό αυτού του τόπου που είναι οι άνθρωποί του.
Όλοι αυτοί που συγκροτούν την Ελλάδα του μόχθου, την Ελλάδα της γνώσης, την Ελλάδα της δημιουργίας.
Για αυτούς αγωνιζόμαστε να βγάλουμε οριστικά τη χώρα από τα μνημόνια,
Για αυτούς να αφήσουμε οριστικά πίσω μας την Ελλάδα της παρακμής, της διαπλοκής και της χρεοκοπίας,
Για αυτούς να σχεδιάσουμε με ευθύνη την Ελλάδα της δίκαιης ανάπτυξης και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Η Ελλάδα επιστρέφει και επιστρέφει με σχέδιο, με ευθύνη και με σταθερά βήματα.