«Αλλάζει όλο το πλάνο των βασικών παραδοτέων (key deliverables)», σημειώνουν πηγές με άμεση γνώση των διαβουλεύσεων, συμπληρώνοντας ότι αν και η αναμόρφωση/επικαιροποίηση των προαπαιτούμενων ήταν ανέκαθεν η συνήθης πρακτική, αυτή τη φορά έχει ειδικό βάρος, καθώς πρόκειται για την τελευταία αξιολόγηση του Προγράμματος.
Λίγα 24ωρα πριν από την επιστροφή του Κουαρτέτου στην Αθήνα κι ενώ έχει σημάνει προ πολλού συναγερμός για τις μεγάλες καθυστερήσεις στα προαπαιτούμενα, οι πληροφορίες από το… μέτωπο αναφέρουν ότι αν και ο αριθμός τους παραμένει αμετάβλητος (88), για να αποφύγουμε μια εμπλοκή, γίνεται εκτεταμένο λίφτινγκ, σβήνοντας και γράφοντας τα παραδοτέα, που χαρακτηρίζονται ως «προβληματικά», με πιο χαρακτηριστική την περίπτωση του Ελληνικού.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές, σε συνεννόηση με τους Θεσμούς γίνεται ριζική επαναδιατύπωση- όχι μόνο λεκτική- των προαπαιτούμενων, έτσι ώστε σε πρώτη φάση να επιτευχθεί συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο (Staff Level Agreement) και συνολική ολοκλήρωση της τελευταίας αξιολόγησης ως το ορόσημο της 21ης Ιουνίου, που φαίνεται ότι είναι η επιθυμία όλων των εμπλεκόμενων.
Ωστόσο, ακόμα κι έτσι, υπάρχουν πολλές δυσκολίες, όπως για παράδειγμα η τοποθέτηση των νέων Γ.Γ. και Γενικών Διευθυντών στο Δημόσιο, όπου η διαδικασία έχει μεν ξεκινήσει αλλά αποκλείεται να ολοκληρωθεί ως τις 21/6, εκτός αν αλλάξει η διατύπωση του επίμαχου προαπαιτούμενου. Άλλη περίπτωση είναι αυτή του Ελληνικού, όπου η βροχή των προσφυγών και των δικαστικών διαδικασιών καθιστούν ανέφικτη π.χ. την έγκαιρη μεταβίβαση των μετοχών. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Ότι παρά το εκτεταμένο λίφτινγκ, είναι πολύ πιθανόν ότι θα παραμείνουν σε εκκρεμότητα και μετά από τον Αύγουστο κάποια προαπαιτούμενα, «κυρίως τεχνικού χαρακτήρα», όπως εκτιμούν ή ελπίζουν οι ίδιες πηγές.
Κι ενώ στο μέτωπο της αξιολόγησης παρατηρείται έντονη κινητικότητα, στο πεδίο της μεταμνημονιακής επιτήρησης επικρατεί η απόλυτη σιγή. Όπως σημειώνουν οι ίδιες πηγές, αν και έχουν συμφωνήσει όλοι ατύπως, ότι στις 21 Ιουνίου θα είναι έτοιμοι, εκτός των διαρροών και των πληροφοριών που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, δεν υπάρχει τίποτε ακόμα γραμμένο στο χαρτί. Το μόνο σίγουρο είναι ότι όλες οι συζητήσεις γίνονται επί τη βάσει ενός σχεδίου «ενισχυμένης εποπτείας».
Και κάπου εδώ αρχίζουν τα δύσκολα, καθώς πέραν των πολιτικών διαβουλεύσεων- χωρίς βέβαια τη συμμετοχή ή έστω την παρουσία της Ελλάδας- για το πώς ακριβώς θα ασκείται αυτή η «ενισχυμένη εποπτεία», ευρωπαϊκές πηγές σημειώνουν ότι είναι αναγκαία και νομική παρέμβαση, προκειμένου να καλυφθούν τα «κενά» στους ισχύοντες Κανονισμούς. Συγκεκριμένα, αν και υπάρχει πρόβλεψη για την εποπτεία των χωρών που βγαίνουν από Πρόγραμμα, όπως επίσης για την «ενισχυμένη εποπτεία» χωρών που θεωρείται ότι αντιμετωπίζουν δημοσιονομικά/διαρθρωτικά προβλήματα, η «γέφυρα» μεταξύ των δύο πλαισίων δεν είναι σαφής.
Το ερώτημα είναι εάν θα βρεθεί μια φόρμουλα διασταλτικής ερμηνείας ή αν θα χρειαστεί μια τροποποίηση/συμπλήρωση των ισχυόντων Κανονισμών, που θα απαιτεί πέρασμα από τα Κοινοβούλια. Στη δεύτερη περίπτωση, ο κίνδυνος καθυστερήσεων ή και εμπλοκής, είναι προφανής…