Ο χρόνος και το κρύο απειλούν την ύπαρξη του αρχαίου θεάτρου της Δωδώνης το οποίο αυτοκαταστρέφεται από τη στιγμή της γέννησής του. Οι ειδικοί προσπαθούν να σώσουν ένα από τα μεγαλύτερα θέατρα της αρχαιότητας τον ασβεστόλιθο που διαλύεται.
Τα εδώλιά του θεάτρου της Δωδώνης που χτίστηκε την περίοδο 297-272 π.Χ. επί βασιλείας Πύρρου, ράγισαν φέτος τον χειμώνα όταν ο υδράργυρος έδειχνε -17 βαθμούς Κελσίου. Και μπορεί να υπάρχουν αμφιβολίες για τον τρόπο «θεραπείας» η δραματική κατάστασή του όμως επιβάλλει την παραμονή του στην «εντατική», ώστε να καταφέρει τελικά να κερδίσει τη μάχη με τον χρόνο.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι το ίδιο του το υλικό: ο ασβεστόλιθος από τον οποίο είναι κατασκευασμένο διαλύεται και η ομάδα εργασίας που επιχειρεί να διασώσει το θέατρο διαπιστώνει πολλές φορές πως η κάτω επιφάνεια των εδωλίων έχει μετατραπεί σε χαλίκι. Αποτέλεσμα; Σε μεγάλο μέρος του θεάτρου να λείπει το 1/3 του ύψους των εδωλίων.
Για να σωθεί όσο από το αρχαίο υλικό έχει απομείνει και να αντέξει στη διάβρωση και το κρύο χρειάστηκε να ξηλωθεί, να συντηρηθεί και να τοποθετηθεί ξανά σε στεγανοποιημένο υπόβαθρο από τεχνητό λίθο και τιτάνιο.
Ταυτόχρονα οι επεμβάσεις φέρνουν το μνημείο πιο κοντά στην εικόνα που είχε στην αρχαιότητα, η οποία απέχει αρκετά από εκείνη που βλέπουν σήμερα οι επισκέπτες, γεγονός που οφείλεται στη βιαστική αναστήλωση της περιόδου 1959-1960. Τότε, μέσα σε έναν χρόνο, ένας άμορφος λόγος γεμάτος ερείπια μετατράπηκε σε θέατρο και φιλοξένησε παράσταση του Εθνικού.
Έτοιμη είναι ήδη η πρώτη κερκίδα του κάτω διαζώματος ενώ στα μισά περίπου βρίσκονται οι εργασίες αναστήλωσης της αμέσως επόμενης προς τα δυτικά. Ο ρυθμός του έργου αναμένεται να επιταχυνθεί καθώς έχουν γίνει όλες οι απαραίτητες πιλοτικές δοκιμές για να προχωρήσει σε τρεις ακόμη κερκίδες. Εκτιμάται πως θα είναι έτοιμες ως το 2015 με χρηματοδότηση 2,5 εκατ. ευρώ από το ΕΣΠΑ.
Κι ενώ το έργο διάσωσης του θεάτρου που φιλοξενούσε 17.000-18.000 θεατές είχε δεχθεί τα πυρά της τοπικής κοινωνίας, αμβλύνεται ο προβληματισμός σχετικά με το αισθητικό αποτέλεσμα της αναστήλωσης, καθώς ήδη ο τεχνητός λίθος έχει αρχίσει να αφομοιώνεται και η χρωματική αντίθεση που είχε με το αυθεντικό υλικό να «μαλακώνει» λόγω του χρόνου και της υγρασίας.