Μια ακόμη αποκάλυψη της Κομισιόν έρχεται να αποδομήσει το αφήγημα της κυβέρνησης περί υπερήφανης διαπραγμάτευσης.
Οπως καταδεικνύεται από την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η κυβέρνηση Τσίπρα, ματαίωσε τις σημαντικότερες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό, οι οποίες είχαν δρομολογηθεί από το 2010 και επρόκειτο να ισχύσουν από το 2015. Ωστόσο, στη συνέχεια η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αναγκάστηκε να υπαναχωρήσει και έτσι, ο νόμος Κατρούγκαλου το 2016 επανενεργοποίησε τις περισσότερες διατάξεις. Με άλλα λόγια, χάθηκαν έξι χρόνια.
Δείτε τι αναφέρει η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το συνταξιοδοτικό της Ελλάδος:
«Οι σημαντικότερες αλλαγές στο θέμα αυτό εισήχθησαν το 2010 με δύο νόμους περί συνταξιοδοτικών μεταρρυθμίσεων (Ν. 3863/2010 και Ν. 3865/2010). Οι περισσότερες από τις διατάξεις του νόμου αυτού επρόκειτο να τεθούν σε ισχύ από τον Ιανουάριο του 2015, ενώ ορισμένες διατάξεις (όπως τα κριτήρια επιλεξιμότητας για συνταξιοδοτικά δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένης της πρόωρης συνταξιοδότησης) το 2013. Ωστόσο, σημαντικές διατάξεις των προαναφερθέντων νόμων, καθώς η αλλαγή στη δομή του συνταξιοδοτικού συστήματος και η εφαρμογή νέων ετήσιων ποσοστών αντικατάστασης, που θα ετίθεντο σε ισχύ από τον Ιανουάριο του 2015, αναβλήθηκαν από τη νέα κυβέρνηση που εκλέχθηκε τον Ιανουάριο του 2015».
Ως αποτέλεσμα, σημειώνει η Κομισιόν, «η δομή του συνταξιοδοτικού συστήματος παρέμεινε η ίδια μέχρι την νέα μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος (νόμος 4387/2016 [σ.σ. νόμος Κατρούγκαλου]), η οποία εντούτοις επανενεργοποίησε τις περισσότερες από τις διατάξεις των νόμων για τη μεταρρύθμιση των συντάξεων του 2010».
Προσθέτει μάλιστα πως «η νέα συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση του νόμου 4387/2016 αποσκοπούσε, μεταξύ άλλων, στην πλήρη εφαρμογή (με ορισμένες τροποποιήσεις) των διατάξεων συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης του 2010, ιδίως εκείνων που αφορούν τις αλλαγές στη δομή του συνταξιοδοτικού συστήματος. Το σκεπτικό της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος είναι η εξάλειψη των περισσότερων ανισοτήτων του παρελθόντος και η διασφάλιση της μακροπρόθεσμης οικονομικής βιωσιμότητας του συστήματος».
Σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν «οι συντάξεις στην Ελλάδα φαίνεται να έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων της κρίσης στους συνταξιούχους, δεδομένου ότι οι περισσότεροι από τους δείκτες επάρκειας των συντάξεων βελτιώθηκαν κατά την περίοδο 2008-2016».
Προσθέτει δε πως «η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση του 2016 θεωρείται η πλέον κρίσιμη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος από την ίδρυσή του» καθώς «περιλαμβάνει σημαντικά αναδιανεμητικά στοιχεία, τα οποία αναμένεται να έχουν θετικό αντίκτυπο στη μελλοντική επάρκεια των συντάξεων».
Και ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά πως «η μελλοντική επάρκεια των συντάξεων στην Ελλάδα εξασφαλίζεται μακροπρόθεσμα μέσω της εφαρμογής σχετικά υψηλού μελλοντικού ποσοστού ακαθάριστης συνταξιοδότησης για τους χαμηλόμισθους» σπεύδει να προσθέσει:
«Ωστόσο, δεδομένου ότι αναμένεται ότι θα τεθούν σε εφαρμογή περαιτέρω μειώσεις στις συντάξεις πληρωμών στο εγγύς μέλλον, η μελλοντική επάρκεια των συντάξεων βραχυπρόθεσμα ενδέχεται να επηρεαστεί αρνητικά».
Κατά την Κομισιόν, «η εξασφάλιση της βιωσιμότητας παραμένει το κύριο μέλημα του συνταξιοδοτικού συστήματος, το οποίο πρέπει να συμβαδίζει με τη διασφάλιση της επάρκειας των συντάξεων. Οι προσπάθειες πρέπει να επικεντρωθούν στην αντιμετώπιση συγκεκριμένων προκλήσεων που συνδέονται με τη συνταξιοδότηση, όπως: οικονομική ύφεση, υψηλή ανεργία, μη κανονική απασχόληση, αδήλωτη εργασία και φοροδιαφυγή».
Οι προβλέψεις του ΟΟΣΑ
Σύμφωνα με τις σχετικές προβλέψεις του ΟΟΣΑ, η μελλοντική συνταξιοδοτική επάρκεια στην Ελλάδα εξασφαλίζεται, μακροπρόθεσμα, με την εφαρμογή υψηλότερου μελλοντικού ακαθάριστου ποσοστού συνταξιοδότησης για τους χαμηλόμισθους από το αντίστοιχο για τους μέσους μισθωτές. Ειδικότερα, το μελλοντικό ποσοστό ακαθάριστης συνταξιοδότησης για έναν εργαζόμενο με χαμηλό εισόδημα (δηλαδή 50% των μέσων αποδοχών) και μια πλήρη σταδιοδρομία εργασίας (δηλαδή 40 έτη εισφορών) εκτιμάται σε 67,4% (1,6 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από το αντίστοιχο μέσο ποσοστό οι χώρες του ΟΟΣΑ), σε σύγκριση με 53,7% για έναν εργαζόμενο με μέσο εισόδημα και 49,2% για έναν εργαζόμενο με υψηλό εισόδημα. Τα μελλοντικά ποσοστά ακαθάριστης συνταξιοδότησης δείχνουν ότι οι συντάξεις διαδραματίζουν αναδιανεμητικό ρόλο, με στόχο την προστασία των χαμηλόμισθων από τη φτώχεια των ηλικιωμένων. Ωστόσο, η εξασφάλιση επαρκών συντάξεων για τους μη τυποποιημένους εργαζομένους με σύντομη επαγγελματική σταδιοδρομία και χαμηλά εισοδήματα εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση, η οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Παρά τα παραπάνω, εκφράζονται ανησυχίες σχετικά με τη μελλοντική επάρκεια των συντάξεων στην Ελλάδα βραχυπρόθεσμα, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του νόμου 4472/2017 που εγκρίθηκαν πρόσφατα, οι οποίες συνεπάγονται, μεταξύ άλλων: (α) μείωση κατά 18% των συντάξεων (ανταποδοτική και επικουρική) που θα τεθεί σε ισχύ από τον Ιανουάριο του 2019 β) τη δέσμευση των υπαρχουσών συντάξεων σε τρέχοντα επίπεδα έως το τέλος του 2022 και (γ) την κατάργηση του EΚΑΑ μέχρι το τέλος του 2019. Όλες αυτές οι διατάξεις αναμένεται να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην επάρκεια των συντάξεων, ειδικά για τους συνταξιούχους χαμηλού εισοδήματος.