Εφ' όλης της ύλης συνέντευξη για την πρόοδο των διαπραγματεύσεων και τις τελευταίες εξελίξεις πάνω σε αυτή παραχώρησε ο πρωθυπουργός των Σκοπίων Ζόραν Ζάεφ.
Μεταξύ άλλων, ο κ. Ζάεφ, μιλώνας στον τηλεοπτικό σταθμό των Σκοπίων TV 24, σημείωσε ότι ποτέ στο παρελθόν Ελλάδα και ΠΓΔΜ δεν ήταν πιο κοντά στην επίλυση του θέματος της ονομασίας απ’ ό,τι είναι σήμερα.
Η λύση πρέπει να περάσει από δημοψήφισμα στη FYROM
«Είναι πράγματι ένα επίκαιρο ζήτημα. Το πρόβλημα που έχει η Ελλάδα με το συνταγματικό μας όνομα υπάρχει εδώ και 25 χρόνια, αλλά μπορώ να πω ότι ποτέ δεν ήμασταν πιο κοντά σε λύση απ’ ότι σήμερα. Γι’ αυτό είμαι αισιόδοξος. Με πολύ ευαισθησία, προσήλωση, δημιουργικότητα για την εξεύρεση λύσης, που θα διαφυλάσσει την αξιοπρέπεια και την ταυτότητά μας, αλλά προσέχοντας και τις ανάγκες της άλλης πλευράς, της Ελλάδας. Διότι ο Νίκολα και ο Νίκος, ο Ζόραν και ο Αλέξης μπορούν να συμφωνήσουν ό,τι θέλουν, αλλά αυτό θα πρέπει να περάσει από τους πολίτες, από τους θεσμούς, από τα κοινοβούλια – στη “Μακεδονία” και από δημοψήφισμα, όπως έχουμε πει. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί εμείς μπορούμε να πετύχουμε μία υπέροχη λύση, η οποία να μην περάσει από την Ελλάδα ή το αντίστροφο», είπε ο Ζάεφ.
Ο πρωθυπουργός των Σκοπίων εκτίμησε ότι οι δυο πλευρές βρίσκονται κοντά στη λύση σημειώνοντας ότι από τις 7-8 παραμέτρους που απαρτίζουν το ζήτημα του ονόματος (ως τέτοιες ανέφερε όνομα, εύρος χρήσης, γλώσσα, υπηκοότητα, αλυτρωτισμός, κωδικοί κλπ) «μεγάλο μέρος έχει λυθεί, αλλά απομένουν τα πλέον σημαντικά και ευαίσθητα θέματα».
Εκτίμησε μάλιστα ότι αν η διαδικασία συνεχίσει να κινείται σε θετική κατεύθυνση, είναι δυνατή η επίτευξη λύσης τον Μάιο, ενώ επανέλαβε πως εάν υπάρξει συνάντησή του με τον Έλληνα πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, αυτό πιθανά θα σημαίνει ότι είναι δυνατή η επίτευξη συμβιβαστικής λύσης που θα είναι αποδεκτή από τους πολίτες και των δύο χωρών.
Σε ότι αφορά στο όνομα αυτό καθεαυτώ, ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ ανέφερε ότι υπάρχει συμφωνία για γεωγραφικό προσδιορισμό και πρόσθεσε: «Δεν υπάρχει απόφαση αν ο προσδιορισμός θα είναι Άνω (Gorna), Βόρεια (Severna) ή του Βαρδάρη (Vardarska). Αλλά θα είναι γεωγραφικός προσδιορισμός, όχι χρονικός. Γιατί πρέπει να ξέρουν οι πολίτες ότι είναι γεγονός, και εμείς δεν έχουμε πρόθεση να το αρνηθούμε, ότι από την ιστορική Μακεδονία εμείς είμαστε το Βόρειο ή το Άνω μέρος, το τμήμα του Βαρδάρη. Αυτό διδαχθήκαμε ως παιδιά και ξέρουμε ότι υπάρχει αυτό το κομμάτι, όπως υπάρχει και το κομμάτι του Αιγαίου και το κομμάτι του Πιρίν. Αυτό είναι γεγονός. Αν θέλουμε να κάνουμε διάκριση, αυτή γίνεται με γεωγραφικό προσδιορισμό. Ο χρονικός προσδιορισμός, για μένα προσωπικά, δεν είναι αποδεκτός, όπως δεν είναι αποδεκτός και από τον πρόεδρο της χώρας και την αντιπολίτευση. Γιατί το “Nova Makedonija” έχει τη δική του αρνητική επιρροή. Αλλά δεν είναι καλό ούτε για την ελληνική πλευρά, επειδή θα έρθουν νέες γενιές και θα αναρωτηθούν “τότε ποια είναι αυτή η παλιά Μακεδονία” και έτσι θα ανοίξουν θέματα που δεν θέλουμε να ανοίξουν. Έτσι, το πρόβλημα είναι γύρω από το όνομα. Η λύση αναζητείται γύρω από το όνομα. Σίγουρα εδώ πρέπει να βρεθεί διαχωρισμός, μέσω γεωγραφικού προσδιορισμού. Είμαι ο πρώτος Πρωθυπουργός που είπε δημόσια ότι για μένα και την κυβέρνησή μου είναι αποδεκτό όνομα για διεθνή χρήση με γεωγραφικό προσδιορισμό. Πιστεύω ότι αυτό διευκόλυνε τη διαδικασία, η “μακεδονική” κοινή γνώμη είπε την άποψή της και πιστεύω ότι αν συνεχίσουμε να κινούμαστε σε αυτή την πορεία, θα έχουμε λύση που θα διαφυλάσσει την αξιοπρέπεια και την ταυτότητά μας».
Σε ότι αφορά στο θέμα της αλλαγής του συντάγματος ο κ. Ζάεφ ανέφερε ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών. «Είναι ένα από τα θέματα που δεν έχουν λυθεί. Ελπίζω ότι με δημιουργικότητα και αφοσίωση, με επιχειρήματα και επίγνωση για το τι μπορεί να περάσει και τι όχι, θα υπάρξει λύση», ανέφερε ο Ζάεφ.
«Οχι σε λύση Erga Omnes»
Το Σάββατο, άλλωστε, κατά την ενημέρωση δημοσιογράφων, ο πρωθυπουργός των Σκοπίων είχε επαναλάβει μεν ότι υπάρχει πρόοδος στην διαπραγματευτική διαδικασία, που δίνει λόγους αισιοδοξίας, είχε επισημάνει δε τις διαφορές των δύο πλευρών ως προς το θέμα του εύρους χρήσης του ονόματος. «Το θέμα του εύρους χρήσης είναι ένα από τα ζητήματα που δεν έχουν λυθεί. Το θέμα αυτό προκλήθηκε από τις προβοκάτσιες που προέρχονταν από τις πολιτικές της προηγούμενης κυβέρνησης σε σχέση με ορισμένες πτυχές αυτού του θέματος. Από εδώ προήλθε η απαίτηση για erga omnes, δηλαδή για ένα όνομα για εσωτερική και εξωτερική χρήση. Εμείς νομίζουμε ότι πρέπει να διαχωριστεί, τι είναι για εξωτερική και τι για εσωτερική χρήση. Η χρήση του ονόματός μας στο εσωτερικό δεν επηρεάζει με κανένα τρόπο την Ελλάδα», είπε ο Ζάεφ, όπως αναφέρει η ανακοίνωση και πρόσθεσε ότι για να αποφευχθεί η εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις γύρω από το όποιο ζήτημα, χρησιμοποιείται διαρκώς δημιουργικότητα και επιχειρηματολογία για να συνεχιστεί η διαδικασία.
«Πρέπει να έχουμε κατανόηση, επειδή αυτό που ίσως τελικά συμφωνήσουμε, σε πρωθυπουργικό ή υπουργικό επίπεδο, θα πρέπει να περάσει από τους θεσμούς του συστήματος, από το ελληνικό κοινοβούλιο και από το δικό μας κοινοβούλιο, ως επικύρωση των συμφωνιών. Είμαι πεπεισμένος ότι, αν είμαστε επαρκώς προσεκτικοί, αν έχουμε επαρκώς φιλική διάθεση και είμαστε επαρκώς δημιουργικοί, θα βρούμε λύση», είπε ο Ζάεφ, σύμφωνα με την ανακοίνωση.
«Σε σχέση με το θέμα του αλυτρωτισμού, η ελληνική πλευρά θέλει από εμάς διαβεβαίωση – και εμείς δεν έχουμε πρόβλημα με αυτό – ότι δεν έχουμε εδαφικές βλέψεις, ότι δεν έχουμε πρόθεση να αμφισβητήσουμε τα σύνορα μεταξύ μας, ότι δεν έχουμε πρόθεση να αναμειχθούμε στην κληρονομιά της Ελλάδας. Απομένει να βρούμε τις αμοιβαία αποδεκτές διατυπώσεις σε αυτό το θέμα. Ταυτόχρονα και εμείς ζητάμε να μην αναμειγνύονται αυτοί στη δική μας κληρονομιά. Πιστεύω ότι σε αυτό δεν θα έχουμε περαιτέρω προβλήματα. Πρέπει να βρεθούν μηχανισμοί πως θα λυθεί αυτό», είπε ο Ζάεφ σύμφωνα με την ανακοίνωση.
Ερωτηθείς για το θέμα της ταυτότητας, ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ, σύμφωνα με την ανακοίνωση, εξέφρασε ικανοποίηση για το γεγονός ότι η ελληνική πλευρά «δείχνει κατανόηση σε αυτά τα ευαίσθητα ζητήματα». Επίσης, εξέφρασε την προσδοκία ότι κατά τη διάρκεια των συνομιλιών «θα επιβεβαιωθούν ζητήματα που είναι ήδη αποδεκτά στο πλαίσιο του ΟΗΕ».