Στο χρονικό διάστημα μέχρι την οριστικοποίηση των μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους αλλά και τη συμφωνία για τη μεταμνημονιακή εποπτεία, η αγορά ομολόγων αναμένεται να παρουσιάσει μεταβλητότητα εκτιμά η Τράπεζα Πειραιώς.
Σε ανάλυσή της εξηγεί ότι σε αυτό το διάστημα οι αγορές θα ενσωματώσουν σταδικά στις αποτιμήσεις τους το μέγεθος της απομείωσης κάτω από τα εναλλακτικά σενάρια για το χρέος, καθώς επίσης και το πακέτο των αντίστοιχων υποχρεώσεων (μεταμνημονιακή εποπτεία).
Αναφορικά με τα σενάρια ελάφρυνσης του χρέους τονίζει ότι αναφέρονται σε συνδυασμό εργαλείων αναδιάρθρωσης όπως ανώτατο πλαφόν επιτοκίων, μετακύληση λήξεων και σύνδεση με τον ρυθμό ανάπτυξης παραπέμποντας σε μια ελάφρυνση της τάξης του 25% του ΑΕΠ σε βάθος χρόνου.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με την Πειραιώς, τα σενάρια ελάφρυνσης του χρέους σηματοδοτούν την αρχή ενός κύκλου διαπραγματεύσεων που θα καθορίσουν την στάση των αγορών το επόμενο διάστημα.
Ημερομηνίες κλειδιά αποτελούν η εαρινή σύνοδος του ΔΝΤ στις 23 Απριλίου και τα Eurogroup στις 27 Απριλίου και 24 Μαΐου.
Η 23η Απριλίου αποτελεί σημαντική ημερομηνία και για έναν ακόμα λόγο, την επικύρωση των δημοσιονομικών στοιχείων του 2017 την οποία το ΔΝΤ αναμένεται να λάβει υπόψη στις μετέπειτα θέσεις του.
Ταυτόχρονα, το διεθνές επενδυτικό περιβάλλον έχει μεταβληθεί επί τα χείρω μετά το Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους με αποτέλεσμα οι αγορές να είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικές το επόμενο διάστημα.
Στον αντίποδα, οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων παραμένουν σε αρκετά ελκυστικά επίπεδα, γεγονός που λειτουργεί σταθεροποιητικά για τις αποτιμήσεις των ομολόγων καθώς σε κάθε περίπτωση υποχώρησης των τιμών δημιουργούνται ευκαιρίες εισόδου νέων επενδυτών σε ακόμα καλύτερα επίπεδα αποδόσεων.
Κατά συνέπεια και παρά το διεθνές πλαίσιο ενισχυμένης αβεβαιότητας ο Δείκτης Κρατικών Ομολόγων κατέγραψε άνοδο της τάξης του 2,06% στις 479 μονάδες σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Αντίστοιχα, η μέση απόδοση του Δείκτη μειώθηκε κατά 20 μ.β. στο 4,05%, ενώ περαιτέρω αποκλιμάκωση σημειώθηκε και το πρώτο δεκαήμερο του Απριλίου στο 3,78%.
Η διαφορά του 10ετούς ομολόγου (έναντι αυτού της γερμανικής 10ετίας) κατέγραψε μικρή άνοδο 7 μβ, φτάνοντας τις 382 μβ στα τέλη του Μαρτίου κοντά στις αποτιμήσεις των θεμελιωδών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας.
Ο Δείκτης Εταιρικών Ομολόγων παρέμεινε σταθερός τον Μάρτιο στις 135,7 μονάδες με ήπια ανοδική κίνηση να καταγράφεται στις αρχές Απριλίου προς τις 136 μονάδες. Αντίστοιχα, η μεσοσταθμική απόδοση του Δείκτη παρέμεινε κοντά στο επίπεδο του 2,5% ήπια αυξημένο κατά 6 μ.β. σε σχέση με τον Φεβρουάριο.
Η περιορισμένη ανοδική πορεία του Δείκτη μπορεί να οφείλεται και στην πρόσφατη πτώση του δείκτη οικονομικού κλίματος (ESI) τον Μάρτιο ο οποίος σημείωσε διόρθωση από τα προηγούμενα υψηλά του επίπεδα. Συγκεκριμένα ο ESI υποχώρησε σε χαμηλότερα επίπεδα τον Μάρτιο, στις 99,8 από 104,3 μονάδες με την εξασθένηση των επιχειρηματικών προσδοκιών να είναι πιο έντονη στις κατασκευές και τη βιομηχανία και λιγότερο στις υπηρεσίες και το λιανικό εμπόριο.
Παρομοίως αλλά με σχετικά μικρότερη εξασθένηση ο δείκτης PMI έφτασε στις 55 μονάδες από το επίπεδο 56,1 τον Φεβρουάριο σηματοδοτώντας ότι ο μεταποιητικός τομέας συνεχίζει να επεκτείνεται και τον Μάρτιο.
Οι ρυθμοί αύξησης των νέων παραγγελιών, της αγοραστικής δραστηριότητας και της παραγωγής υποχώρησαν από τις υψηλές τιμές του Φεβρουαρίου, ωστόσο, εξακολούθησαν να αυξάνονται με ισχυρούς ρυθμούς.
Ως αποτέλεσμα, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη εξακολούθησε να βελτιώνεται τον Μάρτιο λόγω των προβλέψεων για υψηλά επίπεδα ζήτησης από το εξωτερικό, καταλήγει η ανάλυση της Τράπεζας Πειραιώς.