«Τούρκοι πολίτες που φεύγουν από τη χώρα τους βρίσκουν ασφαλές καταφύγιο σε ένα μέρος που τους είχαν πει (στην πατρίδα τους) ότι τους μισούν: στην Ελλάδα», γράφει το Politico.
Στο εκτενές άρθρο του, το έγκυρο διαδικτυακό περιοδικό αναφέρεται στην μακρά ιστορία συγκρούσεων και βαθιάς δυσπιστίας μεταξύ των δύο γειτονικών χωρών και την κλιμάκωση της κόντρας Αθήνας-Άγκυρας με αφορμή τις συνοριακές διαφορές και την Κύπρο, αλλά και στην αναζήτηση στην Ελλάδα καταφυγίου από περίπου 2.000 Τούρκους πολίτες.
Οι περισσότεροι εξ αυτών είναι οπαδοί του ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν, τον οποίο ο Ταγίπ Ερντογάν κατηγορεί ως ενορχηστρωτή της απόπειρας ανατροπής του, ενώ άλλοι είναι ακαδημαϊκοί, αριστεροί ή Κούρδοι που διέφυγαν από το πογκρόμ που εξαπέλυσε η τουρκική κυβέρνηση κατά των αντιφρονούντων.
Το Politico υπενθυμίζει ακόμη την υπόθεση των οκτώ Τούρκων στρατιωτικών, την έκδοση των οποίων ζητά μετ’ επιτάσεως η Άγκυρα, αλλά και τη σύλληψη των δύο Ελλήνων στρατιωτικών στον Έβρο, «κίνηση που ορισμένοι ερμήνευσαν ως αντίποινα της Άγκυρας για την άρνηση της Ελλάδας να παραδώσει τους οκτώ».
Υπογραμμίζει, δε, ότι οι αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων κατά της έκδοσής τους στην Τουρκία «μετέτρεψαν την Ελλάδα σε ένα απρόσμενο καταφύγιο για Τούρκους πολίτες που διαφεύγουν από το πογκρόμ του Ερντογάν παρά τις παλιές και τωρινές εχθρότητες», με αποτέλεσμα η χώρα μας να γίνει δεύτερος μεγαλύτερος προορισμός -μετά τη Γερμανία- Τούρκων πολιτών που ζήτησαν άσυλο στην ΕΕ το 2017, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat.
Το δημοσίευμα σημειώνει, επίσης, ότι οι αιτήσεις ασύλου από Τούρκους πολίτες στην Ελλάδα δεκαπλασιάστηκαν σε σύγκριση με το 2016 (τότε ήταν 180, ενώ πέρυσι 1.820, επί συνόλου άνω των 14.000 σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση).
Και αναφέρεται σε χαρακτηριστικά παραδείγματα της θερμής φιλοξενίας που απήλαυσαν Τούρκοι αιτούντες άσυλο στη χώρα μας:
«Η Τουμπά Γκιουβέν δεν περίμενε θερμή υποδοχή όταν αυτή κι η οικογένειά της διέσχισαν το ποτάμι που χωρίζει τις δύο χώρες λίγες εβδομάδες μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα. Έχοντας μεγαλώσει στην Τουρκία είχε διδαχθεί ότι η Ελλάδα και ο λαός της ήταν εχθροί της. Αλλά προς έκπληξή της οι αστυνομικοί που συνάντησαν πέρα απ’ τα σύνορα τους συμπεριφέρθηκαν με καλοσύνη, δίνοντας σοκολάτες στα δύο μικρά παιδιά της και διαβεβαιώνοντάς τους ότι είναι ασφαλείς στην Ελλάδα. “Ήταν πραγματικά ένα σοκ”, είπε η Τουμπά πίνοντας καφέ στο νέο σπίτι της στη Θεσσαλονίκη. “Στην Τουρκία η αστυνομία με χαρακτήριζε τρομοκράτισσα. Εδώ μας καλοδέχθηκαν και αυτό προκάλεσε μια επανάσταση στο μυαλό μου”. Η Τουμπά κι η οικογένειά της ήταν μεταξύ των πρώτων που ήρθαν. Ο άνδρας της, Τζεβχερί, ήταν αρχισυντάκτης του Nokta, ενός εβδομαδιαίου περιοδικού διάσημου για τα προκλητικά εξώφυλλά του. Και η Τουμπά ήταν δημοσιογράφος. Εργαζόταν στο κρατικό τηλεοπτικό δίκτυο TRT . Και οι δύο βλέπουν με θετικό μάτι το κίνημα του Γκιουλέν. Κρύφτηκαν λίγο μετά το πραξικόπημα, όταν το όνομα του Τζεβχερί εμφανίστηκε σε λίστα με δημοσιογράφους που πιθανώς να συλλαμβάνονταν σύντομα. Τον Σεπτέμβριο του 2016 αποφάσισαν να διαφύγουν καταβάλλοντας 15.000 ευρώ σε διακινητές για να τους βοηθήσουν να περάσουν τον Έβρο (...). Μετά από μια σύντομη παραμονή σε έναν προσφυγικό καταυλισμό η οικογένεια Γκιουβέν εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη, νοικιάζοντας ένα διαμέρισμα κοντά στο λιμάνι. Όπως κι οι περισσότεροι Τούρκοι αιτούντες άσυλο ζουν με τις αποταμιεύσεις τους, με δανεικά και την οικονομική υποστήριξη της Υπηρεσίας Αρωγής Προσφύγων του ΟΗΕ (UNRA). Tον Φεβρουάριο, ενάμιση μήνα μετά την άφιξή τους εγκρίθηκε το αίτημα χορήγησης ασύλου. Εγκαθίστανται μόνιμα. Η εννιάχρονη κόρη τους πάει σε δημόσιο σχολείο κι όπως λέει με περηφάνια η Τουμπά, μιλά “σχεδόν άπταιστα” τα Ελληνικά».
Μια άλλη περίπτωση τουρκικής οικογένειας που βρήκε καταφύγιο σε προάστιο της ανατολικής Θεσσαλονίκης είναι εκείνη του γκιουλενιστή μηχανικού Μεχμέτ, που διέφυγε με τη γυναίκα του και τα δυο παιδιά τους τον περασμένο Μάιο και ζήτησε να μην κατονομαστεί, λέει το Politico. Πρώην υπάλληλος του υπουργείου Ενέργειας της Τουρκίας απολύθηκε λίγες εβδομάδες μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα και στη συνέχεια συνελήφθη. Στην αστυνομία του έδωσαν να υπογράψει «ομολογία» ότι είναι μέλος τρομοκρατικής οργάνωσης απειλώντας να συλλάβουν -όπως και έκαναν- τη γυναίκα του. Αρνήθηκε, αφέθηκαν ελεύθεροι προσωρινά με εγγύηση, αλλά ο Μεχμέτ ξανασυνελήφθη. «Με βασάνισαν μαζί με άλλους που αρνήθηκαν [να ομολογήσουν]. Μας έδεσαν χεροπόδαρα σε πλαστικά καθίσματα, μας έγδυσαν και κάλυψαν τα πρόσωπά μας. Μας ψέκασαν με πυροσβεστήρες και μετά κάλυψαν με βρεγμένα πανιά τα γκλομπς τους και μας χτύπησαν. Μας έβαλαν και κάδους με πάγο στις κοιλιές», είπε στο περιοδικό. Τα βασανιστήρια κράτησαν ένα μήνα και τέθηκε υπό κατ’ οίκον περιορισμό. Κατάφερε, όμως, να ξεφύγει παίρνοντας με την οικογένειά του το λεωφορείο για την Αδριανούπολη, όπου αγόρασαν ένα φουσκωτό και πέρασαν τον Έβρο.
«Όπως κι η Τουμπά Γκουβέν του έκανε εντύπωση η καλοσύνη των Ελλήνων αστυνομικών», γράφει το Politico. «”Μέχρι τις 9 Μαίου η αστυνομία στην πατρίδα μου με βασάνιζε”, είπε. “Στις 10 Μαϊου η ελληνική Αστυνομία έφερε πρωινό στα παιδιά μου"».
Αν και η οργάνωση προάσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων Hellenic League λέει ότι έχει στοιχεία ότι οι ελληνικές Αρχές έστειλαν πίσω πολλούς Τούρκους αιτούντες άσυλο, εκείνοι με τους οποίους μίλησε το Politico δήλωσαν πεπεισμένοι ότι δεν θα έχουν την ίδια τύχη: «“Εδώ ο νόμος είναι ισχυρός”, είπε ο Αλή, ένας ακαδημαϊκός από το Ικόνιο, που διέφυγε όταν έκλεισε με διάταγμα το Πανεπιστήμιό του, που είχε δεσμούς με τον Γκιουλέν. “Νιώθουμε πολύ άνετα στην Ελλάδα”. Η γυναίκα του, που ζήτησε να μην κατονομαστεί, παρενέβη στην κουβέντα. “Οι κουλτούρες μας είναι πολύ κοντινές κι οι γλώσσες μας έχουν ορισμένες κοινές λέξεις. Αυτό βοηθάει. Τα φαγητά μας είναι ίδια -μπακλαβάς, ντολμάδες, καφές” (...) Για τη γυναίκα του Αλή, η διαφυγή τους στην Ελλάδα σηματοδοτεί μια επιστροφή. Η οικογένειά της ζούσε επί γενεές στη Θεσσαλονίκη μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923 (...) “Όταν παντρευτήκαμε, συνήθιζα να την πειράζω ότι είναι Ελληνίδα. Τώρα με πειράζει αυτή. Όταν φθάσαμε στη Θεσσαλονίκη γύρισε και μου είπε: “τώρα άντρα μου, πώς σου φαίνεται η πατρίδα μου;”, είπε ο Αλή γελώντας. Και πρόσθεσε σοβαρά: “Στο σχολείο μάς δίδασκαν ότι οι Έλληνες είναι εχθροί της Τουρκίας. Ας έλθουν να μου το πουν και τώρα”»...