Το ένα μετά το άλλο, ευρωπαϊκά κράτη ανακοίνωναν τη Δευτέρα ότι απελαύνουν Ρώσους διπλωμάτες, μετά τη δηλητηρίαση του πρώην διπλού πράκτορα Σεργκέι Σκριπάλ, επί βρετανικού εδάφους. Ομως, η ευρωπαϊκή απάντηση ήταν «αδύναμη», εκτιμά το Bloomberg.
Στην πραγματικότητα, η αντίδραση της Δύσης στο περιστατικό δείχνει πόσο απρόθυμες είναι οι ευρωπαϊκές χώρες να κλιμακώσουν την ένταση με τη Ρωσία, σχολιάζει ο Λέονιντ Μπερντίντσκι στο άρθρο του, στο οποίο κάνει αναφορά και στην Ελλάδα.
Η χώρα μας ήταν ανάμεσα σε εκείνες που δεν αποφάσισαν να προχωρήσουν σε απέλαση Ρώσων διπλωματών. Ομως, είχε το περιθώριο να δείξει αλληλεγγύη κάνοντας κάτι τέτοιο, αλλά αποφάσισε ότι το μόνο που ήθελε να κάνει ήταν να υπογράψει τη σκληρή ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, επισημαίνει το δημοσίευμα στο Bloomberg. Σε άλλο σημείο ο Μπερντίντσκι αναφέρει η Ελλάδα και η Βουλγαρία περιμένουν πρώτα να δουν αποδείξεις ότι η Ρωσία ήταν πίσω από την επίθεση σε βάρος του Σεργκέι Σκριπάλ και της κόρης του, Γιούλια, με νευροτοξικό παράγοντα στο Σόλσμπερι.
Οι απελάσεις που ανακοινώθηκαν έδωσαν μία ιδέα για το πώς εξελίσσονται οι συζητήσεις των Ευρωπαίων ηγετών, πίσω από τις κλειστές πόρτες, με θέμα την τιμωρία της Ρωσίας, σημειώνει ο αρθρογράφος.
Η Βρετανία, που στο έδαφός της χρησιμοποιήθηκε ο νευροτοξικός παράγοντας, υιοθέτησε την πιο σκληρή στάση. Αν και άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες εξέφρασαν αλληλεγγύη, στη Σύνοδο της προηγούμενης εβδομάδας, κανένας δεν ήταν διατεθειμένος να πλησιάσει τον αριθμό των 23 Ρώσων διπλωματών που αποφάσισε να απελάσει η Τερέζα Μέι.
Ο μεγαλύτερος αριθμός που αποφάσισαν άλλες χώρες ήταν οι 4 διπλωμάτες. Τόσο μακριά έφτασαν οι Γερμανία, Γαλλία και Πολωνία. Η Ιρλανδία, η Κροατία και οι παραδοσιακά αντι-ρωσικές Λιθουανία και Εσθονία επίσης μπήκαν στον χορό των απελάσεων. Μαζί τους και η Τσεχία- μία ιδιαίτερη περίπτωση ιδιαίτερα επειδή αξιωματούχος από τη Μόσχα άφησε να εννοηθεί ότι ο νευροτοξικός παράγοντας που χρησιμοποιήθηκε στην επίθεση θα μπορούσε να είχε παραχθεί στην πρώην Τσεχοσλοβακία. Αν δεν είχε γίνει αυτό, ο πρωθυπουργός Αντρέι Μπάμπις δεν θα ήταν πρόθυμος να αποφασίσει απελάσεις, με δεδομένο ότι ο σύμμαχός του, πρόεδρος Μίλος Ζέμαν, είναι φιλορώσος, γράφει το Bloomberg.
Μία ματιά στη ρωσική πρεσβεία στο Βερολίνο, που μοιάζει με φρούριο, αρκεί για να καταλάβει κανείς ότι οι 4 διπλωμάτες που απελαύνει η Γερμανία δεν είναι μεγάλο ποσοστό της ρωσικής αποστολής εκεί. Η Ανγκελα Μέρκελ μπορεί να βοήθησε την Τερέζα Μέι να μην νιώσει ότι την απορρίπτουν στη Σύνοδο, αλλά η πραγματική της απάντηση στην υπόθεση Σκριπάλ ήταν συγκρατημένη, σημειώνει ο Μπερντίντσκι. Αλλά και η απόφαση της Ολλανδίας να απελάσει 2 Ρώσους διπλωμάτες δείχνει ότι η χώρα εκτιμά τις επιχειρηματικές σχέσεις που έχει με τη Ρωσία.
«Υπάρχουν 10 χώρες της ΕΕ που δεν απέλασαν κανέναν. Δεν υπάρχουν μεγάλες οικονομίες ανάμεσά τους και χώρες όπως η Μάλτα, το Λουξεμβούργο ή η Κύπρος έχουν μια καλή δικαιολογία. Οι πρεσβείες τους στη Μόσχα δεν έχουν πολλά στελέχη και η αναπόφευκτη απάντηση της Ρωσίας με το ίδιο νόμισμα θα έπληττε σοβαρά τις αντιπροσωπείες τους. Ομως, χώρες όπως η Αυστρία, το Βέλγιο, η Βουλγαρία και η Ελλάδα θα μπορούσαν να δείξουν κάποια αλληλεγγύη. Αποφάσισαν όμως ότι το να υπογράψουν τη σκληρή δήλωση της Συνόδου- σύμφωνα με την οποία το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφωνεί με την εκτίμηση της βρετανικής κυβέρνησης ότι είναι πολύ πιθανό να ευθύνεται η Ρωσία για την επίθεση- ήταν το μόνο που ήθελαν να κάνουν», γράφει το Bloomberg.
«Η Βουλγαρία και η Ελλάδα, από την πλευρά τους, αποφάσισαν να μην κάνουν τίποτα μέχρι να τους δείξουν περισσότερες αποδείξεις ότι η Ρωσία είναι πίσω από τη δηλητηρίαση Σκριπάλ», αναφέρει ακόμη το δημοσίευμα.
Είναι μία παράδοξη κατάσταση, υπογραμμίζει ο Μπερντίντσκι. Η ξεκάθαρη απροθυμία να έρθουν αντιμέτωποι με τη Ρωσία με ουσιαστικό τρόπο δείχνει ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν θέλουν να εκδικηθούν τον Πούτιν. Δεν θέλουν πραγματικά να πιστέψουν ότι η Ρωσία δηλητηρίασε τον Σκριπάλ. Απλά, είναι υποχρεωμένοι να αποδεχθούν την πιο προφανή εξήγηση για την επίθεση: ότι ήταν μία προκλητική ρωσική επιχείρηση για να τιμωρηθεί ένας προδότης και να δοκιμαστεί η απάντηση της Δύσης σε μία ακόμη κατάφωρη παραβίαση γραπτών και άγραφων κανόνων. Και η έλλειψη διάθεσης για σύγκρουση με τον Πούτιν αποκλείει μια σοβαρή απάντηση. Η ΕΕ πρέπει να ψηφίσει ομόφωνα για κυρώσεις και αυτή η ομοφωνία απλά δεν υπάρχει, καταλήγει ο Μπερντίντσκι.