Αντισυνταγματικές κρίθηκαν οι περικοπές που έγιναν στους μισθούς των γιατρών-διευθυντών νοσοκομείων του ΕΣΥ και ως εκ τούτου πρέπει να επιστρέψουν στα επίπεδα προ του Αυγούστου του 2012, οπότε και επιβλήθηκαν.
Αυτό έκρινε η Ολομέλεια του ΣτΕ, οι δικαστές της οποίας αποφάνθηκαν ωστόσο ότι λόγοι δημοσίου συμφέροντος επιβάλλουν, οι μισθολογικές διαφορές να επιστρέψουν μόνο σε εκείνους τους γιατρούς που προσέφυγαν στα διοικητικά δικαστήρια της χώρας.
Αναλυτικότερα, η ολομέλεια του ανωτάτου ακυρωτικού δικαστηρίου έκρινε ότι τόσο οι νόμοι όσο και η επίμαχη υπουργική απόφαση με την οποία μειώθηκαν αναδρομικά οι αποδοχές των διευθυντών του ΕΣΥ, αντίκειται στις συνταγματικές επιταγές, αλλά και στις αρχές της της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισης των γιατρών του ΕΣΥ, της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη.
Για τους ανώτατους δικαστές, οι γιατροί του ΕΣΥ, έχουν διαφορετικό υπηρεσιακό καθεστώς απ'ότι άλλοι δημόσιοι υπάλληλοι, μπαίνουν στο δημόσιο σε μεγαλύτερη ηλικία, και πως η διοίκηση οφείλει να τους παρέχει ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση, όπως επίσης υποχρεούται να παρέχει σε όλους τους πολίτες υψηλού επιπέδου υπηρεσίες υγείας, τις οποίες υλοποιούν οι γιατροί του ΕΣΥ.
Κατά την απόφαση της Ολομέλειας, η μεταβολή του μισθολογικού καθεστώτος των διευθυντών νοσοκομείων του ΕΣΥ, σε τέτοιας φύσεως και εκτάσεως μείωση των αποδοχών τους, η οποία επιφέρει ανατροπή του ισχύοντος μισθολογικού καθεστώτος, δεν μπορεί να γίνει χωρίς προηγουμένως να έχει εκτιμηθεί το δημοσιονομικό όφελος, σε σχέση με τις επιπτώσεις που η μείωση αυτή μπορεί να έχει στην λειτουργία του ΕΣΥ, καθώς και αν η μείωση ήταν αναγκαία ή θα μπορούσε να αναπληρωθεί με άλλα μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος, με μικρότερο κόστος για το ιατρικό προσωπικό του ΕΣΥ.