Παρέμβαση για την υπόθεση Novartis έκανε η Συντονιστική Επιτροπή Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος.
Σε ανακοίνωση τονίζεται ότι είναι διαφορετικό ζήτημα η προστασία του μάρτυρα που κινδυνεύει αποδεδειγμένα, από την προστασία του «κρυφού» μάρτυρα, που κάνει καταθέσεις ανέλεγκτα, χωρίς δυνατότητα ελέγχου της αξιοπιστίας του.
Παράλληλα, επισημαίνεται ότι ο θεσμός του «κρυφού» μάρτυρα προσβάλει τα ανθρώπινα δικαιώματα και παραβιάζει τις αρχές της δίκαιης δίκης.
Γίνεται ακόμη λόγος για διαχρονικές προσπάθειες παρέμβασης στην ελληνική δικαιοσύνη, από θεσμικούς και μη παράγοντες και τονίζεται ότι «η ελληνική δικαιοσύνη δεν πρέπει να εμπλέκεται (και να την εμπλέκουν) σε πολιτικές σκοπιμότητες ή σε εξυπηρετήσεις οποιασδήποτε μορφής συμφερόντων».
Αναλυτικά η ανακοίνωση:
«Υπό την πίεση των σύγχρονων προκλήσεων και απειλών, όπως η τρομοκρατία, η διαφθορά και το οργανωμένο έγκλημα, η ευρωπαϊκή και η ελληνική έννομη τάξη δυστυχώς έχουν αποδεχθεί ότι μπορεί να κάμπτονται βασικές δικαιοκρατικές αρχές στο όνομα της αποτελεσματικής ποινικής καταστολής.
Η ελληνική έννομη τάξη όμως, αποκλίνει περαιτέρω από τις επιταγές του ευρωπαϊκού δικαίου και της νομολογίας του ΕΔΔΑ, για τις προϋποθέσεις και τον βαθμό επιτρεπτής αποδεικτικής αξιοποίησης των καταθέσεων προστατευόμενων μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος.
Επισημαίνεται ότι, είναι διαφορετικό ζήτημα η προστασία του μάρτυρα, που αποδεδειγμένα κινδυνεύει, από την προστασία του «κρυφού» μάρτυρα, που μπορεί να προβαίνει ανέλεγκτα σε καταθέσεις, χωρίς δυνατότητα ελέγχου της αξιοπιστίας του και χωρίς συνέπειες για τον ίδιο. Ο θεσμός του «κρυφού» μάρτυρα είναι αντίθετος με τις αρχές του νομικού μας πολιτισμού, προσβάλει τα ανθρώπινα δικαιώματα και παραβιάζει τις αρχές της δίκαιης δίκης.
Περαιτέρω, θεσμικοί και μη παράγοντες, επανειλημμένα και διαχρονικά επιχειρούν παρεμβάσεις στην ελληνική δικαιοσύνη με σκοπό τον επηρεασμό της, ιδίως σε υποθέσεις μείζονος σημασίας. Τέτοιες ενέργειες αποδοκιμάζονται κατηγορηματικά από το σύνολο του νομικού κόσμου.
Παράλληλα, μεμονωμένοι δικαστικοί λειτουργοί με πράξεις ή παραλείψεις τους δίνουν δικαιώματα για αρνητικές κρίσεις ως προς την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.
Η ελληνική δικαιοσύνη δεν πρέπει να εμπλέκεται (και να την εμπλέκουν) σε πολιτικές σκοπιμότητες ή σε εξυπηρετήσεις οποιασδήποτε μορφής συμφερόντων. Πρέπει, μακριά από οποιαδήποτε παρέμβαση, εσωτερική ή εξωγενή, να επιτελέσει απερίσπαστα το έργο της, όπως το Σύνταγμα και οι νόμοι επιτάσσουν. Με αυστηρή τήρηση των δικονομικών και ουσιαστικών κανόνων, χωρίς νομικούς ακροβατισμούς, που επιτρέπουν αμφισβητήσεις και δημιουργούν σκιές.
Η ορθή απονομή της δικαιοσύνης και η διαλεύκανση όλων των υποθέσεων που άγονται ενώπιόν της , πρέπει να είναι απαίτηση όλων μας».